Η παράδοση της ανθρωπιστικής βοήθειας στο εμπόλεμο Σουδάν συνέχισε να μην είναι δυνατή σήμερα, τη δεύτερη ημέρα της κατάπαυσης πυρός μεταξύ του τακτικού στρατού και των παραστρατιωτικών, αλλά οι Σαουδάραβες και Αμερικανοί μεσολαβητές συνεχίζουν τις προσπάθειες για να δημιουργήσουν ασφαλείς διαδρόμους.
Από τα πρώτα λεπτά που τέθηκε σε ισχύ η κατάπαυση πυρός ύστερα από πέντε και πλέον εβδομάδες σύγκρουσης, η οποία έχει στοιχίσει τη ζωή σε 1.000 ανθρώπους και έχει προκαλέσει πάνω από ένα εκατομμύριο εκτοπισμένους και πρόσφυγες, κάτοικοι του Χαρτούμ δήλωσαν στο Γαλλικό Πρακτορείο ότι άκουγαν πυρά πυροβολικού και αεροπορικές επιδρομές.
«Οι συγκρούσεις μοιάζουν λιγότερο έντονες στο Χαρτούμ», σήμερα, σύμφωνα με τους μεσολαβητές. Αλλά οι ίδιοι δηλώνουν ότι παρουσίασαν στους απεσταλμένους του τακτικού στρατού του Άμπντελ Φάταχ αλ-Μπουρχάν και των παραστρατιωτικών Δυνάμεων Ταχείας Υποστήριξης (ΔΤΥ / RSF) του Μοχάμεντ Χαμντάν Νταγκλό «πληροφορίες που δείχνουν ότι παραβίασαν τη συμφωνία» της κατάπαυσης πυρός.
Η συμφωνία αυτή, που επιτεύχθηκε ύστερα από δύο εβδομάδες διαπραγματεύσεων στη Σαουδική Αραβία, έχει στόχο να δημιουργήσει διαδρόμους για τους αμάχους που έχουν εγκλωβιστεί στα διασταυρούμενα πυρά και για την ανθρωπιστική βοήθεια, την οποία χρειάζονται πάνω από 25 από τα 45 εκατ. Σουδανών, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.
– Λεηλασίες και κατάρρευση –
Αλλά στο πεδίο, συνεχίζει να είναι αδύνατη η πρόσβαση σε νοσοκομεία του Χαρτούμ και του Νταρφούρ (δυτικά), οι δύο περιοχές που έχουν πληγεί περισσότερο από τον πόλεμο, σύμφωνα με εργαζομένους σε ανθρωπιστικές οργανώσεις. Εκεί, τα νοσοκομεία είναι σχεδόν όλα εκτός λειτουργίας. Αυτά που δεν έχουν βομβαρδιστεί δεν έχουν πλέον αποθέματα ή έχουν καταληφθεί από τους εμπόλεμους.
«Το περιθώριο κινήσεων για τους εργαζομένους ανθρωπιστικών οργανώσεων περιορίζεται με ταχύτητα που σπάνια έχω δει», προειδοποιεί ο Ζαν-Νικολά Άρμστρονγκ Ντάνγκελσερ, συντονιστής των επιχειρήσεων έκτακτης ανάγκης στους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα στο Σουδάν.
«Μια από τις αποθήκες μας στο Χαρτούμ λεηλατήθηκε», δήλωσε ο ίδιος. Οι πλιατσικολόγοι «αποσυνέδεσαν τα ψυγεία και έβγαλαν τα φάρμακα: μόλις διακοπεί η ψυκτική αλυσίδα, τα φάρμακα δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για κανέναν», πρόσθεσε.
Στη Τζέντα, όπως δηλώνουν Ριάντ και Ουάσινγκτον, οι απεσταλμένοι των δύο στρατοπέδων συνεχίζουν να συζητούν και «είναι σε εξέλιξη οι προετοιμασίες για τη μεταφορά ανθρωπιστικής βοήθειας».
Χθες, ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν προειδοποίησε «αυτούς που παραβιάζουν την ανακωχή» ότι θα αντιμετωπίσουν «κυρώσεις», χωρίς όμως να διευκρινίζει τι είδους.
Για τον ερευνητή Άλεξ ντε Βάαλ, «η προτεραιότητα των ΗΠΑ είναι η σταθερότητα, όχι οι αρχές». Ωστόσο, συνεχίζει ο ειδικός αυτός για το Σουδάν, αυτό που διακυβεύεται σήμερα «είναι η κατάρρευση του κράτους το όποιο θα μεταμορφώσει όλο το Σουδάν σε κάτι που μοιάζει με το Νταρφούρ πριν από δέκα ή δεκαπέντε χρόνια».
Ο πόλεμος που ξεκίνησε το 2003 σε εκείνη την περιοχή προκάλεσε τον θάνατο 300.000 ανθρώπων και τον εκτοπισμό 2,5 εκατομμυρίων. Και ο ντε Βάαλ συνεχίζει: «είναι από αυτό το περιβάλλον, όπου τα χρήματα ή τα όπλα καθορίζουν τα πάντα, που προήλθε ο στρατηγός Νταγκλό» και μαζί με αυτόν οι χιλιάδες μαχητές Τζαντζαουίντ που κατηγορούνται για ωμότητες και που έχουν ενταχθεί στις τάξεις των ΔΤΥ.
Ο Γιάσερ Αμπντελαζίζ, δημόσιος υπάλληλος στο Τσέντι, στο βόρειο Σουδάν που πλήττεται από τις συγκρούσεις, φοβάται ότι θα υπάρξει επιστροφή σε πόλεμο πλήρους κλίμακας.
– «Σενάριο Σομαλίας» –
«Φοβάμαι ότι το σενάριο που θα έρθει δεν θα είναι αυτό της Συρίας, της Λιβύης ή της Υεμένης», τρεις χώρες που επλήγησαν από αιματηρούς πολέμους κατά τη διάρκεια της τελευταίας αυτής δεκαετίας, δήλωσε ο ίδιος στο Γαλλικό Πρακτορείο: «Αλλά το σενάριο της Σομαλίας με ανθρώπους που έχουν στιγματιστεί από τον ρατσισμό και την πίστη στη φυλή».
Οι γειτονικές χώρες, που φιλοξενούν δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες, φοβούνται και εκείνες για μια εξάπλωση, κυρίως λόγω των δεσμών που υπάρχουν μεταξύ φυλών από διαφορετικές χώρες, και δεν παύουν να ζητούν να συμμετάσχουν στις διαπραγματεύσεις, κάνοντας έκκληση για αφρικανικές λύσεις στα προβλήματα της ηπείρου.
Επί του πεδίου, χιλιάδες οικογένειες συνεχίζουν να εγκαταλείπουν το Νταρφούρ προς το Τσαντ, ή να παίρνουν το δρόμο της Αιγύπτου προς τα βόρεια. Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, αυτοί που έχουν εγκαταλείψει τη χώρα ανέρχονται σε 300.000. Αυτοί που δεν μπορούν να πάνε τόσο μακριά βρίσκουν καταφύγιο σε άλλες πόλεις του Σουδάν.
Αλλά οι καταυλισμοί των εκτοπισμένων, που φιλοξενούσαν ήδη 3,4 εκατ. ανθρώπους πριν από τον πόλεμο, είναι γεμάτοι ή έχουν καταστραφεί από τις συγκρούσεις, σύμφωνα με τον ΟΗΕ. Στο Ελ-Γκενέινα, στο Νταρφούρ, για παράδειγμα, «και τα 86 κέντρα υποδοχής εκτοπισμένων έχουν πυρποληθεί και 85.000 άνθρωποι έχουν αναγκαστεί να πάνε αλλού για ακόμη μια φορά», σύμφωνα με τον ΟΗΕ.