Με κομμένη την ανάσα αναμένουν κυβερνήσεις και επιχειρηματικός κόσμος το άνοιγμα των αγορών σε παγκόσμια κλίμακα και ταυτόχρονα προετοιμάζονται για μια, το λιγότερο που θα μπορούσε να πει κανείς, ταραχώδη εβδομάδα στην παγκόσμια οικονομία. Όλο αυτό το σκηνικό έχει διαμορφωθεί μετά την κατάρρευση της Silicon Valley Bank (SVB), της 16ης μεγαλύτερης τράπεζας των Ηνωμένων Πολιτειών, γεγονός το οποίο μαζί με την αναταραχή που επικρατεί λόγω των υψηλών ποσοστών πληθωρισμού και της πολιτικής που εφαρμόζεται για την τιθάσευσή του, έχει οδηγήσει σε μια απρόβλεπτη κατάσταση τη διεθνή οικονομία. Οι αγορές κινδυνεύουν από περισσότερες αναταραχές καθώς η τραπεζική αβεβαιότητα παραμένει. Το Αμερικανικό Υπουργείο Οικονομικών, σε συνεργασία με την Ομοσπονδιακή Τράπεζα (FED) και την FDIC, ανακοίνωσαν μέτρα έτσι ώστε να καλυφθούν, ακόμα και καταθέσεις άνω των 250.000 δολαρίων που προβλέπουν οι κανονισμοί του τραπεζικού συστήματος. Δημιουργήθηκε επίσης μηχανισμός παροχής χαμηλότοκων δανείων για να στηριχτούν εταιρίες και τράπεζες που θα αντιμετωπίζουν πρόβλημα. Ταυτόχρονα αγωνιώδης είναι η προσπάθεια για να βρεθεί αγοραστής για την SVB, με όλα τα ενδεχόμενα να είναι ανοικτά.
Του Δημήτρη Γ. Απόκη *
Στην εξαιρετικά δύσκολη εβδομάδα που ξεκινά στο χώρο της οικονομίας, εκτός από τον αγώνα δρόμου για μια επιτυχή διαχείριση και αποτροπή της επέκτασης των επιπτώσεων από την κατάρρευση της SVB, τα γεγονότα που θα κυριαρχήσουν είναι τα στοιχεία για τον πληθωρισμό στην Αμερική και η απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) για την αύξηση των επιτοκίων την Πέμπτη. Ήδη η Goldman Sachs, άλλαξε τις προβλέψεις της για αύξηση των επιτοκίων από τη FED, στη συνάντηση της άλλης εβδομάδας, προβλέποντας διακοπή του αυξήσεων. Κομβικό γεγονός για την πορεία των εξελίξεων αποτελεί, επίσης, η κατάρρευση των βραχυπρόθεσμων αποδόσεων του Δημοσίου στο κλείσιμο της περασμένης εβδομάδας.
Οι επενδυτές, προετοιμάζονται για τον κίνδυνο περισσότερων αναταράξεων μετά τη μεγαλύτερη κατάρρευση αμερικανικής τράπεζας, από τότε που η χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 προκάλεσε σοκ στις αγορές.
Η κατάρρευση της SVB, σύμφωνα με αναλύσεις, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις επιπτώσεις των υψηλότερων αμερικανικών επιτοκίων, προκαλώντας ερωτήματα σχετικά με το εάν και άλλα ιδρύματα ενδέχεται να διατρέχουν κίνδυνο. Την ίδια στιγμή, οι προοπτικές για την οικονομία και οι πιθανές πολιτικές απαντήσεις σε αυτήν, παραμένουν ρευστές.
Οι αγορές συναλλάγματος θα είναι οι πρώτες που θα τραβήξουν τα φώτα της δημοσιότητας με το ξεκίνημα της εβδομάδας. Η προσοχή των επενδυτών θα στραφεί στα νομίσματα-καταφύγια όπως το ελβετικό φράγκο και το ιαπωνικό γιεν, για να δουν εάν επεκτείνουν τα κέρδη που σημείωσαν την Παρασκευή και εάν το δολάριο συνεχίσει να κινείται χαμηλότερα μαζί με τις προσδοκίες για βραχυπρόθεσμες αποδόσεις του Δημοσίου.
Σύμφωνα με την JPMorgan Chase & Co., “Η αγορά κινείται από θέμα σε θέμα, αποκαλύπτοντας την υποκείμενη ευθραυστότητα”. Οπωσδήποτε, η προσοχή θα επικεντρωθεί έντονα σε οτιδήποτε δίνει ενδείξεις για τα επόμενα βήματα από την FED και τους παγκόσμιους ομολόγους της ή οτιδήποτε υπαινίσσεται μεγαλύτερες δευτερογενείς επιπτώσεις στον τραπεζικό τομέα των ΗΠΑ πέρα από την SVB.
Σύμφωνα με πληροφορίες, Federal Deposit Insurance Corp. και η FED, εξετάζουν τη δημιουργία ενός ταμείου που θα επέτρεπε στις ρυθμιστικές αρχές να υποστηρίξουν περισσότερες καταθέσεις σε τράπεζες που αντιμετωπίζουν προβλήματα.
Εν τω μεταξύ, οι ρυθμιστικές αρχές των ΗΠΑ που επιβλέπουν τη διάλυση της SVB έχουν επιδοθεί σε αγώνα δρόμου για να πουλήσουν περιουσιακά στοιχεία και να διαθέσουν ένα μέρος των ανασφάλιστων καταθέσεων των πελατών σήμερα Δευτέρα.
Για τους παρατηρητές πολιτικής της FED, κομβικό σημείο για τις εξελίξεις της εβδομάδας θα αποτελέσει η ανάγνωση του πληθωρισμού τιμών καταναλωτή της Τρίτης. Στην ευρωζώνη, το βασικό γεγονός είναι η απόφαση της ΕΚΤ την Πέμπτη, όπου οι αξιωματούχοι αναμένεται ευρέως να αυξήσουν τα επιτόκια κατά 50 μονάδες βάσης.
Η διήμερη πτώση της απόδοσης του διετούς αμερικανικού ομόλογου που σημειώθηκε την Πέμπτη και την Παρασκευή ήταν μιας κλίμακας που παρατηρήθηκε για τελευταία φορά εν μέσω της παγκόσμιας κρίσης του 2008, ενώ ένας δείκτης μετοχών αμερικανικών τραπεζών κατέγραψε τη χειρότερη εβδομάδα του από τις αρχές της πανδημίας COVID το 2020. Ο δείκτης Bloomberg Dollar Spot Index υποχώρησε έως και 0,9% την Παρασκευή, η μεγαλύτερη ενδοημερήσια πτώση από τις αρχές Ιανουαρίου. Έκλεισε μόλις 0,4% χαμηλότερα την ημέρα και παρέμεινε ανοδική την εβδομάδα.
Σύμφωνα με οικονομικούς αναλυτές, η κατάσταση της SVB είναι μια έγκαιρη υπενθύμιση, ότι όταν η FED επικεντρώνεται στον περιορισμό του πληθωρισμού με αυξήσεις επιτοκίων, συχνά καταλήγει να προκαλεί κρίση. Όπως επισημαίνουν, ανεξάρτητα από το αν τα προβλήματα εμφανίζονται πρώτα στην πραγματική οικονομία, στις αγορές περιουσιακών στοιχείων ή στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, μπορούν να προκαλέσουν έναν αρνητικό βρόχο ανάδρασης που εξελίσσεται σε μια σκληρή προσγείωση, η οποία τα καταργεί όλα.
Η Κίνα θα είναι επίσης στο επίκεντρο για πολλούς επενδυτές, καθώς ξεκινά η εβδομάδα μετά τις αλλαγές αρκετών κορυφαίων οικονομικών αξιωματούχων. Ο διοικητής της Λαϊκής Τράπεζας της Κίνας Γι Γκανγκ, 65 ετών, θα παραμείνει στη θέση του, όπως και οι υπουργοί Οικονομικών και Εμπορίου. Η διατήρηση του Γι και άλλων – που ανακοινώθηκε στο Εθνικό Λαϊκό Συνέδριο την ετήσια κοινοβουλευτική συγκέντρωση – εξέπληξε τους αναλυτές που περίμεναν μεγαλύτερο ανασχηματισμό.
Για τους εμπόρους, το πρόβλημα είναι ότι καθώς μια απειλή υποχωρεί, μια άλλη παίρνει τη θέση της. Η οικονομία είναι πολύ ζεστή ή κινδυνεύει να εκτροχιαστεί από το οικονομικό άγχος. Τη μια μέρα οι αποδόσεις των ομολόγων αυξάνονται καθώς το άγχος για τον πληθωρισμό κορυφώνεται, την επόμενη πέφτουν κατακόρυφα καθώς οι δυσκολίες των δανειστών πείθουν τους πάντες ότι η FED θα κάνει πίσω.
Το αποτέλεσμα ήταν όλο και πιο άγριες κινήσεις σε όλο το φάσμα των κατηγοριών περιουσιακών στοιχείων και ταλαντεύσεις που μπορεί να παραμείνουν.
Όπως επισημαίνουν σοβαρές αναλύσεις, δεν είναι δυνατό να υπάρξουν προβλέψεις για την κρίσιμη εβδομάδα που ξεκινά. Όπως επισημαίνουν, αυτό που θα επιδιώξουν είναι να μην υπάρχει μετάδοση από την κατάρρευση της SVB και η FED να υποχωρήσει στην άνοδο των επιτοκίων. Όπως λένε, μπορούν να δεχτούν το ένα ή το άλλο, όχι και τα δύο.
Σε μια εβδομάδα με τη μεγαλύτερη χρεοκοπία αμερικανικών τραπεζών εδώ και περισσότερο από μια δεκαετία και μια πτώση μετοχών που επισκίασε οποιαδήποτε τους τελευταίους πέντε μήνες, το πιο οδυνηρό γεγονός μπορεί να ήταν στα Ομόλογα, όπου οι αποδόσεις σημείωσαν τη μεγαλύτερη διήμερη βουτιά τους από τη χρηματοπιστωτική κρίση. Τέτοια τραύματα έχουν τη συνήθεια να εξαναγκάζουν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα σε υπεκφυγές, ιδιαίτερα σε μια οικονομία όπου η αγωνία της FED έκανε τα βραχυπρόθεσμα ομόλογα δημοφιλές εμπόριο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, σε σχεδόν 50 χρόνια ιστορίας, οι αποδόσεις των διετών κρατικών ομολόγων έχουν σημειώσει διήμερη πτώση 45 μονάδων βάσης 79 φορές. Με δύο εξαιρέσεις, το 1987 και το 1989, όλα αυτά τα επεισόδια ήταν είτε κατά τη διάρκεια είτε εντός έξι μηνών από μια ύφεση στις ΗΠΑ.
Ενώ μόνο ο χρόνος θα δείξει εάν η αποτυχία της SVB προμηνύει διάχυτο κίνδυνο για το χρηματοπιστωτικό σύστημα, οι επενδυτές δεν περίμεναν. Ο S&P 500 διολίσθησε 4,6% σε πέντε συνεδριάσεις, τις περισσότερες από τον Σεπτέμβριο. Οι χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις στον δείκτη κατρακύλησαν 8,5%.
Στη Morgan Stanley, το εμπόριο ύφεσης ήταν αρκετά διαδεδομένο μεταξύ των πελατών που αντιδρούσαν στις γερακίσιες δηλώσεις του προέδρου της FED, Τζερόμ Πάουελ, την Τρίτη και την Τετάρτη, σύμφωνα με έκθεση του γραφείου συναλλαγών. Τα μακροπρόθεσμα hedge funds συνολικά αποσύρθηκαν από την αγορά, ενώ οι μικροεπενδυτές πούλησαν μετοχές περίπου 1,6 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Είναι ξεκάθαρο, ότι η FED, βαδίζει στα τυφλά καθώς προσπαθεί να μειώσει τον πληθωρισμό, χωρίς να σπάσει το χρηματοπιστωτικό σύστημα ή να οδηγήσει τις ΗΠΑ σε ύφεση.
Το πρόβλημα για τη FED είναι ότι δεν είναι εύκολο να ταξινομήσει τις διακυμάνσεις και τις ροές της οικονομίας για να προσδιορίσει ποιο είναι το ουδέτερο επιτόκιο, ειδικά μετά από μια πανδημία που συμβαίνει μία φορά στον αιώνα.
Αυτό που περιπλέκει τη σκέψη των αξιωματούχων της FED, είναι ότι το επίπεδο των επιτοκίων που είναι πιο κατάλληλο για την οικονομία στο σύνολό της δεν είναι απαραίτητα αυτό που είναι καλύτερο για τις αγορές και πράγματι, θα μπορούσε να διακινδυνεύσει να προκαλέσει διαταραχές σε ένα χρηματοπιστωτικό σύστημα που εξαρτάται από την εύκολη πίστωση.
Κίνδυνος σφάλματος
Όλες οι αβεβαιότητες γύρω από τη στάση της FED αυξάνουν τον κίνδυνο να κάνει λάθος πολιτικής. Εάν οι αξιωματούχοι αυξήσουν τα επιτόκια πολύ περισσότερο και το ουδέτερο επιτόκιο δεν έχει αυξηθεί, διατρέχουν τον κίνδυνο να προκαλέσουν οικονομική κρίση ή να οδηγήσουν την οικονομία σε ύφεση. Αλλά αν το ουδέτερο επιτόκιο έχει πράγματι αυξηθεί και δεν ανταποκριθεί επαρκώς, οι ΗΠΑ θα κολλήσουν με αυξημένο πληθωρισμό.
Με τους επενδυτές να αναμένουν ότι ο πληθωρισμός θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο στο 2,8% τα επόμενα δύο χρόνια, αυτό θα διαμορφωθεί σε ονομαστικό επιτόκιο περίπου 3,25%. Και θα έθετε τον τρέχοντα στόχο της FED για επιτόκιο 4,5% έως 4,75% σαφώς σε περιοριστικό έδαφος.
Ορισμένοι ειδικοί, ωστόσο, υποστηρίζουν ότι το ουδέτερο επιτόκιο έχει αυξηθεί κατά μία ποσοστιαία μονάδα ή περισσότερο από τις αλλαγές στην οικονομία και την οικονομική πολιτική που προκλήθηκαν από την πανδημία και την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, συμπεριλαμβανομένων των ευρύτερων δημοσιονομικών ελλειμμάτων και των αυξημένων φορτίων χρέους. Εάν αυτό είναι σωστό, η τρέχουσα ρύθμιση επιτοκίων της FED δεν φαίνεται ιδιαίτερα περιοριστική, αν όχι καθόλου.
Ο πρώην Αμερικανός Υπουργός Οικονομικών, Λάρυ Σάμμερς, δήλωσε την Παρασκευή ότι «υπάρχει μια αρκετά καλή πιθανότητα» η FED να πρέπει τελικά να αυξήσει τον δείκτη αναφοράς της κοντά στο 6%, δεδομένου ότι η τρέχουσα ρύθμιση δεν είναι πολύ πάνω από το ποσοστό του πληθωρισμού, κάτι που «δεν δείχνει μεγάλη πίεση για μείωση του πληθωρισμού».
Ο Σάμερς, δήλωσε ότι αναμένει ότι ο ουδέτερος ρυθμός θα αυξηθεί τα επόμενα χρόνια, ίσως στο 1,5% έως 2%, ενισχυμένος από τις αυξημένες κυβερνητικές δαπάνες για την άμυνα και τις ενισχυμένες επενδύσεις για να γίνει η μετάβαση σε καθαρές μηδενικές εκπομπές άνθρακα.
Το μόνο βέβαιο είναι ότι οι επιπτώσεις από την κατάρρευση της SVB έχουν αγγίξει μεγάλο μέρος της διεθνούς οικονομίας, με τις ΗΠΑ και τη Μεγάλη Βρετανία, να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή. Στη Μεγάλη Βρετανία 180 εταιρίες, επηρεάζονται, με την κυβέρνηση να προετοιμάζει σχέδιο στήριξης. Κίνα, Γερμανία, Ισραήλ, Ινδία, Δανία, είναι ανάμεσα στις χώρες που η κατάρρευση της SVB, έχει προεκτάσεις.
* Ο Δημήτρης Γ. Απόκης, είναι Διεθνολόγος, με ειδίκευση στην Αμερικανική Εξωτερική Πολιτική, Γεωπολιτική και Διεθνή Οικονομία. Απόφοιτος των πανεπιστημίων The American University, School of International Service, και The Johns Hopkins University, The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies της Ουάσιγκτον. Είναι μέλος του The International Institute for Strategic Studies του Λονδίνου, και ως Δημοσιογράφος, υπήρξε επί σειρά ετών διαπιστευμένος ανταποκριτής στο Λευκό Οίκο, στο Στέητ Ντιπάρτμεντ και στο Αμερικανικό Πεντάγωνο.