Το ποιο θα είναι το αποτέλεσμα της μάχης για το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων στις προεδρικές εκλογές του 2024, θα είναι καθοριστικό όχι μόνο για το ποιος θα είναι ο επόμενος Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, αλλά και για τη διαμόρφωση του ραγδαία μεταβαλλόμενου διεθνούς συστήματος. Την εβδομάδα που πέρασε δειλά, δειλά άρχισαν να ρίχνουν το καπέλο τους στην κούρσα του χρίσματος οι επίδοξοι διεκδικητές, οι οποίοι έχουν μπροστά τους μια τιτάνια αποστολή, που ακούει στο όνομα “εκθρόνιση του Ντόναλντ Τραμπ”.
Του Δημήτρη Γ. Απόκη *
Η πρώτη επίσημη αναγγελία υποψηφιότητας ήρθε από την πρώην κυβερνήτη της κρίσιμης πολιτείας της Βόρειας Καρολίνας και Πρέσβειρας των ΗΠΑ στα Ηνωμένα Έθνη στην κυβέρνηση Τραμπ, Νίκι Χάλεϊ.
Η Νίκι Χάλεϊ, μέσω ενός πολύ καλά σκηνοθετημένου βίντεο που ανάρτησε στα κοινωνικά δίκτυα, πρόταξε, την ιστορική φύση της υποψηφιότητάς της, ως έγχρωμης γυναίκας και παιδί μεταναστών που διεκδικεί τον Λευκό Οίκο ως Ρεπουμπλικανή.
Η είσοδος της κ. Χάλεϊ στην κούρσα, έχει ως κεντρικό μήνυμα μια έκκληση προς τους Ρεπουμπλικάνους ψηφοφόρους που είναι έτοιμοι να γυρίσουν σελίδα από την εποχή Τραμπ, αλλά παρόλα αυτά στηρίζουν δυναμικά τις πολιτικές της προεδρίας του χωρίς να κάψουν το βιβλίο της προεδρίας του κ. Τράμπ. Η πρώην κυβερνήτης και πρέσβης, υπενθύμισε στους ψηφοφόρους ότι το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα έχασε τη λαϊκή ψήφο στις επτά από τις τελευταίες οκτώ προεδρικές εκλογές και είπε ότι είναι καιρός για μια νέα γενιά ηγεσίας.
Απέφυγε όμως, χαρακτηριστικά, να αναφέρει το όνομα του πρώην Προέδρου, αποδεικνύοντας πόσο δύσκολο θα είναι για πολλούς Ρεπουμπλικάνους υποψηφίους να πείσουν τη βάση του κόμματος, ότι πρέπει να γυρίσει την πλάτη στον Τραμπ.
Την ίδια δυσκολία που αντιμετωπίζει η πρώην κυβερνήτης της Βόρειας Καρολίνας, αντιμετωπίζει το σύνολο των διεκδικητών του χρίσματος των Ρεπουμπλικάνων για τις προεδρικές εκλογές του 2024.
Ο κυβερνήτης της Φλόριντα, Ρον ΝτεΣάντις, ο οποίος είναι ο μόνος που φαίνεται να έχει κάποιες πιθανότητες έναντι του πρώην Προέδρου, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, αποφεύγει και αυτός, χωρίς καν να έχει ανακοινώσει την πρόθεσή του να διεκδικήσει το χρίσμα, να μπει στο ρινγκ της ανταλλαγής πυρών με τον Τραμπ, παρά το γεγονός ότι ο πρώην Πρόεδρος, κάμνει ότι είναι δυνατόν για να τον εμπλέξει σε ένα σκυλοκαβγά.
Είναι βέβαιο ότι είναι ο μόνος επιτυχημένος εκφραστής των πολιτικών που λατρεύει η βάση των Ρεπουμπλικάνων και πολύ πιθανόν η πλειοψηφία της Αμερικής, διαθέτοντας ένα εντυπωσιακό βιογραφικό, μια επιτυχημένη εφαρμογή τους και εντυπωσιακά εκλογικά αποτελέσματα, στην πιο κρίσιμη για τις προεδρικές εκλογές πολιτεία των ΗΠΑ.
Ανάμεσα στους άλλους πιθανούς διεκδικητές και αντιπάλους του Τραμπ, συγκαταλέγονται, ο πρώην υπουργός Εξωτερικών, Μάικ Πομπέο, και ο πρώην αντιπρόεδρος, Μάικ Πενς, οι οποίοι υπηρέτησαν στην κυβέρνηση Τραμπ. Και οι δυο αν και πρόκειται για σοβαρές προσωπικότητες, στερούνται χαρισματικότητας για να καταφέρουν να εκθρονίσουν τον πρώην Πρόεδρο, από τις καρδιές της πλειοψηφίας της βάσης των Ρεπουμπλικάνων.
Και όπως όλα δείχνουν, με την εξαίρεση του κ. ΝτεΣάντις, όλοι δίνουν μάχη να προσελκύσουν τους συντηρητικούς ψηφοφόρους που θέλουν να κερδίσουν πάλι εκλογές και έχουν κουραστεί από το χάος και την ένταση γύρω από τον Τραμπ. Αλλά το πρόβλημα, όπως όλα δείχνουν, είναι πως αποτελούν μειοψηφία στη βάση των Ρεπουμπλικάνων.
Είναι πραγματικά μεγάλο το βουνό που θα πρέπει να ανέλθουν οι διεκδικητές. Πρέπει να καταφέρουν να εκθρονίσουν τον “βασιλιά”, χωρίς να τον αγγίξουν. Ακόμη και ο κ. ΝτεΣάντις που όλα δείχνουν, ότι μπορεί να εδραιώσει ένα μπλοκ ψηφοφόρων, για να καταφέρει να κερδίσει το χρίσμα θα πρέπει να πείσει τον Τραμπ να αποδεχθεί την ήττα του και να τον στηρίξει.
Μια άλλη ενδιαφέρουσα περίπτωση είναι ο επιτυχημένος κυβερνήτης της πρώτης πολιτείας των προκριματικών εκλογών για το χρίσμα, του Νιου Χαμσάϊρ, Κρις Σουνούνου. Νέος, δυναμικός, από παραδοσιακή ρεπουμπλικανική οικογένεια, γιος του προσωπάρχη του Λευκού Οίκου του πατέρα Μπούς, Τζον Σουνούνου. Δεν ανακοίνωσε υποψηφιότητα, αλλά επιτροπή διερεύνησης. Μια πολύ καλή πιθανότητα για Αντιπρόεδρος, στην περίπτωση που ο Τραμπ κερδίσει πάλι το χρίσμα, αφού θα μπορούσε να του δώσει τη μετριοπαθή πλευρά των Ρεπουμπλικάνων, που δεν θέλει να ακούει το όνομα Τραμπ.
Και η κ. Χάλει, είναι πολύ ελκυστική για υποψήφια Αντιπρόεδρος, αφού θα μπορούσε στην περίπτωση που κερδίσει το χρίσμα ο Τραμπ, να καλύψει στις προεδρικές εκλογές του 2024, τη μεγαλύτερη ίσως αδυναμία του, που είναι οι ψήφοι των γυναικών των προαστίων που στηρίζουν το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, αλλά ξενερώνουν από το στυλ και το χαρακτήρα του πρώην Προέδρου.
Ο Μάικ Πομπέο, έχει το πιο δυνατό βιογραφικό και τη μεγαλύτερη εμπειρία, αλλά και την καλύτερη σχέση με τον Τραμπ, αφού του έμεινε πιστός μέχρι το τέλος και μέχρι σήμερα. Αυτό όμως είναι και το μεγαλύτερο μειονέκτημα του. Εάν αποφασίσει να διεκδικήσει το χρίσμα, θα του είναι πολύ δύσκολο να προσφέρει κάτι διαφορετικό και εάν για να το καταφέρει αποφασίσει να τα σπάσει με τον πρώην Πρόεδρο, τότε θα χάσει ακόμη περισσότερο.
Συμπερασματικά, το μεγάλο πρόβλημα των Ρεπουμπλικάνων και ταυτόχρονα της Αμερικής, είναι ότι το κόμμα που έχει τη δυνατότητα να αναστρέψει την ακραία πορεία που έχουν επιλέξει σε πολλά μέτωπα οι Δημοκρατικοί, πρέπει να βρει τη χρυσή τομή ανατροπής του “βασιλιά” Τραμπ, χωρίς να σπάσει το μαγαζί.
Εξαιρετικά δύσκολο, εάν όχι ακατόρθωτο. Βέβαια στην Αμερική, πολιτικά και λίγα εικοσιτετράωρα, είναι αιώνας. Η κούρσα δεν βρίσκεται ούτε καν στην αρχή και το 2024 είναι πολύ μακριά. Το μόνο σίγουρο είναι, ότι θα είναι μια κούρσα συναρπαστική, που θα προσφέρει μεγάλες ανατροπές και συγκινήσεις.
*Ο Δημήτρης Γ. Απόκης, είναι Διεθνολόγος, με ειδίκευση στην Αμερικανική Εξωτερική Πολιτική, Γεωπολιτική και Διεθνή Οικονομία. Απόφοιτος των πανεπιστημίων The American University, School of International Service, και The Johns Hopkins University, The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies της Ουάσιγκτον. Είναι μέλος του The International Institute for Strategic Studies του Λονδίνου, και ως Δημοσιογράφος, υπήρξε επί σειρά ετών διαπιστευμένος ανταποκριτής στο Λευκό Οίκο, στο Στέητ Ντιπάρτμεντ και στο Αμερικανικό Πεντάγωνο.