Ηταν ένα υπέροχο κτήριο σε τρομακτική εγκατάλειψη, ένα κτήριο με ξεχωριστή ιστορία, το οποίο έφτασε κοντά στην ανυπαρξία, όταν ξέσπασε σε αυτό φωτιά. Κι όμως, το κτήριο επί της οδού Σταδίου 47 όπου, όταν ολοκληρωθεί, θα στεγαστεί το Θεατρικό Μουσείο, όχι μόνο επισκευάζεται, αλλά και θα αποτελέσει έναν εξαιρετικό χώρο μουσείου και μελέτης. Το έργο έχει προϋπολογισμό 1,3 εκατ ευρώ και χρηματοδοτείται από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ). Χθες εξετάστηκε από το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων η προμελέτη για τη στερέωση, αποκατάσταση και μετατροπή του σε Θεατρικό Μουσείο.
Το αρχικό κτήριο επί της οδού Σταδίου 47 έχει χαρακτηριστεί ως νεώτερο μνημείο, χωρίς τις μεταγενέστερες προσθήκες, διότι “διαθέτει αξιόλογα χαρακτηριστικά από αρχιτεκτονική και μορφολογική άποψη, χωροθετείται σε ιδιαίτερα σημαντική πολεοδομική θέση και διατηρεί την αρχική του τυπολογία χωρίς σημαντικές αλλοιώσεις. Επίσης, αποτελεί τεκμήριο της εξέλιξης του εμπορικού-ιστορικού κέντρου της πόλης των Αθηνών από αρχιτεκτονική, κοινωνική και οικονομική άποψη κατά το δεύτερο ήμισυ του 19ου και τις αρχές του 20ου αιώνα”.
Επιπλέον, με το από 4-4-1984 προεδρικό διάταγμα, είχαν χαρακτηριστεί από το τότε Υπουργείο Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος δεκαεπτά (17) κτήρια επί της οδού Σταδίου ως διατηρητέα, μεταξύ των οποίων και το εξεταζόμενο, και καθορίστηκαν όροι και περιορισμοί αποκατάστασής τους. Σαν διατηρητέο κτήριο ορίστηκε το αρχικό, καθώς και οι εναρμονιζόμενες με αυτό μεταγενέστερες προσθήκες που δεν αλλοιώνουν και δεν είναι ξένες προς το αρχικό κτήριο.
Στο άμεσο περιβάλλον του ακινήτου βρίσκονται και άλλα κτήρια, χαρακτηρισμένα επίσης ως μνημεία από το Υπουργείο Πολιτισμού
Το κτήριο αποτελεί ένα τυπικό παράδειγμα αστικού κτηρίου του όψιμου αθηναϊκού κλασικισμού. Το οικόπεδο στο οποίο έχει ανεγερθεί το κτήριο έχει ΒΑ προσανατολισμό, επιφάνεια 430τ.μ. και εφάπτεται στην οδό Σταδίου με 16μ. μήκος. Στην οδό Γ. Σταύρου καταλαμβάνει μόλις 3μ. Στο εσωτερικό του διασώζεται μέρος του αρχικού ζωγραφικού διακόσμου που περιλαμβάνει οροφογραφίες και τοιχογραφίες.
Σήμερα αποτελεί ιδιοκτησία του Κληροδοτήματος Αλέξανδρου Σούτσου που διαχειρίζεται η Εθνική Πινακοθήκη – Μουσείο Αλέξανδρου Σούτσου. Εχει κατασκευαστεί περί τα μέσα του 19ου αιώνα, μεταξύ των ετών 1842 και 1892. Σύμφωνα, με τους παλαιότερους γνωστούς τίτλους ιδιοκτησίας, το αρχικό κτήριο υφίστατο ήδη το 1892 οπότε και φέρεται να το αγόρασε ο ευεργέτης εικαστικών τεχνών, Αλέξανδρος Σούτσος, από τον Ιωάννη Π. Λάμπρου.
Εκμισθώνονταν έως τον Οκτώβριο του 2012 σε εμπορικές επιχειρήσεις καταστημάτων ρούχων και έκτοτε παρέμενε κενό. Στο εσωτερικό, είχαν διενεργηθεί πολλές επεμβάσεις, όπως καθαίρεση τοίχων και προσθήκες μεταλλικών παταριών, ώστε να δημιουργηθούν επιπλέον ενιαίοι αποθηκευτικοί χώροι των καταστημάτων.
Το πρωί της Παρασκευής, 1ης Μαΐου 2020, στο κτήριο εκδηλώθηκε πυρκαγιά που φέρεται να ξεκίνησε από τον Β΄ όροφο του αρχικού κτηρίου επί της οδού Σταδίου, όπου και περιορίστηκε, με αποτέλεσμα να έχει καταστραφεί μέρος του ξύλινου πατώματος του Β’ ορόφου, να έχει καταρρεύσει η δίρριχτη ξύλινη στέγη και να γίνουν περαιτέρω εκτεταμένες ζημιές στους υποκείμενους ορόφους.
Μετά την πυρκαγιά, έγιναν άμεσες ενέργειες από το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού που αφορούν στην τοποθέτηση εσωτερικής σκαλωσιάς υποστήριξης, τον καθαρισμό από τα πυρόπληκτα υλικά, την στήριξη και προστασία των εσωτερικών δομικών στοιχείων καθώς και των σωζόμενων τοιχογραφιών και οροφογραφιών και την τοποθέτηση εξωτερικής προστατευτικής σκαλωσιάς αντιστήριξης της εξωτερικής τοιχοποιίας με πρόβλεψη να μπορεί να φέρει προσωρινή στέγη προστασίας.
Εκεί θα στεγαστεί, ύστερα από την περάτωσή του, το προστατευόμενο αρχείο και η Θεατρική Βιβλιοθήκη του Θεατρικού Μουσείου, έτσι ώστε να αποτελέσουν αντικείμενα έκθεσης και έρευνας για το κοινό και τους μελετητές.
Τη συλλογή που προβλέπεται να ενταχθεί στη μόνιμη έκθεση του Θεατρικού Μουσείου διαχειριζόταν μέχρι πρόσφατα το σωματείο “Κέντρο Μελέτης και Έρευνας Ελληνικού Θεάτρου-Θεατρικό Μουσείο” (ΚΜΕΕΘ-ΘΜ), ωστόσο πλέον έχει περάσει στην κυριότητα του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού.
Αποτελεί την πλουσιότερη συλλογή θεατρικού υλικού στην Ελλάδα και ίσως τη μοναδική πηγή μελέτης και έρευνας όλων των αρχείων που αφορούν στο ελληνικό θέατρο. Περιλαμβάνει τη Θεατρική Βιβλιοθήκη, με χιλιάδες τόμους μελετών και θεατρικών έργων και την πληρέστερη συλλογή αποκομμάτων τύπου. Απαρτίζεται από εκδόσεις σχετικές με το ελληνικό και ξένο θέατρο, οι οποίες χρονολογούνται από το 1736, καθώς και από πλούσια συλλογή χειρογράφων από το 1860 και εξής. Ενδεικτικά, περιλαμβάνει θεατρικές εκδόσεις και ανέκδοτα θεατρικά έργα ή χειρόγραφα, ελληνικές και ξένες θεατρολογικές εκδόσεις και μελέτες, αρχείο αποκομμάτων Τύπου, θεατρολογικά και καλλιτεχνικά περιοδικά, λευκώματα, ποικίλες εκδόσεις γενικότερου καλλιτεχνικού ενδιαφέροντος κ.α.
Οι ψηφιοποιημένες συλλογές αποτελούνται από την ψηφιοποίηση όλου του πρωτογενούς υλικού του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα, καθώς και οπτικοακουστικών τεκμηρίων των νεότερων ετών. Η ψηφιακή βάση δεδομένων του ΚΜΕΕΘ-ΘΜ περιλαμβάνει 26.915 τεκμήρια και 1.000 ώρες οπτικοακουστικού υλικού.
Η Θεατρική Βιβλιοθήκη στεγαζόταν μέχρι πρόσφατα σε μισθωμένο χώρο στην οδό Καραμανλάκη στα Πατήσια και σήμερα φιλοξενείται σε χώρο της ΕΡΤ, επί της Λ. Μεσογείων, χωρίς ωστόσο να είναι προσβάσιμη στους μελετητές.
Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει, είναι: υγρασία από τα ανοίγματα της στέγης και των κουφωμάτων και ανιούσα υγρασία από τη βάση, σεισμικές καταπονήσεις, καθώς και προβλήματα που οφείλονται σε μεταγενέστερες επεμβάσεις στον φέροντα οργανισμό του κτηρίου με αποτέλεσμα την αλλαγή του στατικού συστήματος.
Η πυρκαγιά που ξέσπασε στο κτήριο, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την ολοσχερή καταστροφή της επικάλυψης και μέρους των πατωμάτων των ορόφων, καθώς και την καταστροφή ορισμένων εξωτερικών και εσωτερικών κουφωμάτων, επιδείνωσε περαιτέρω την κατάσταση προκαλώντας σημαντικές βλάβες στα φέροντα και μη δομικά του στοιχεία λόγω της ανεξέλεγκτης πλέον εισροής των όμβριων. Κατά τους μελετητές, διαπιστώνεται πλέον ακαταλληλότητα για την χρήση του φορέα των δαπέδων σε ποσοστό 80% περίπου.
Η εξωτερική όψη του κτηρίου επί της οδού σταδίου δεν έχει υποστεί μεγάλες φθορές, παρά μόνο σημειακή αποκόλληση του επιχρίσματος. Τα εξωτερικά κουφώματα του δευτέρου ορόφου έχουν καταστραφεί σε μεγάλο βαθμό λόγω της πυρκαγιάς.
Οι όψεις στην εσωτερική αυλή έχουν υποστεί σοβαρές ζημιές. Υπάρχουν μεγάλες διατμητικές ρωγμές στα ανώφλια και κατώφλια, ενώ σε πολλά σημεία έχει γίνει αποκόλληση του επιχρίσματος σε βαθμό που είναι πλήρως εμφανής η φέρουσα κατασκευή του κτηρίου.
Επιπλέον, παρατηρείται αποσάθρωση του κονιάματος των λιθοδομών, και τοπικές καταρρεύσεις της απόληξης της τοιχοποιίας και των διακοσμητικών στοιχείων.
Σημαντικές παθολογίες παρατηρούνται επίσης στο εσωτερικό του κτηρίου. Το κεντρικό ξύλινο κλιμακοστάσιο έχει υποστεί τοπικές φθορές κυρίως από την πυρκαγιά. Τα κλιμακοστάσια των παταριών έχουν επίσης αρκετές ζημιές.Τέλος, στο υπόγειο υπάρχει σε σημεία έντονη εισροή υγρασίας από τη μεριά της οδού Σταδίου.
Τα δάπεδα έχουν αποκτήσει βιογενή κρούστα και έχουν αλλοιωθεί.
Σύμφωνα με τα τεχνικά δεδομένα του έργου, η μελέτη θα πρέπει να προβλέπει τα εξής:
ένταξη της συλλογής της Θεατρικής Βιβλιοθήκης,
διαμόρφωση χώρου αναγνωστηρίου για 1-2 ερευνητές,
χώρους εκπαιδευτικών προγραμμάτων,
δημιουργία χώρων εργασίας για το προσωπικό του φορέα που θα έχει την ευθύνη της λειτουργίας του μουσείου, δηλαδή φύλακες, διοικητικοί υπάλληλοι και επιμελητές συλλογής και βιβλιοθήκης,
τους απαιτούμενους βοηθητικούς και η/μ χώρους.
Συνολικά κρίνεται ότι απαιτούνται οι παρακάτω λειτουργικοί και ωφέλιμοι χώροι:
Αίθουσες βιβλιοστασίων
Αίθουσα πολυμέσων, για την προβολή του ψηφιακού αποθετηρίου της συλλογής (αίθουσες ψηφιακών συλλογών)
Αίθουσα αναγνωστηρίου για 1-2 ερευνητές
Αίθουσες-Χώροι εκπαιδευτικών προγραμμάτων
Χώροι Διοικητικού προσωπικού
Χώροι υγιεινής – αποθήκευσης
Χώροι Η/Μ εγκαταστάσεων
του γλυπτικού διακόσμου των όψεων.
Το συνολικό εμβαδόν θα είναι 1.688,34τμ, με τις εξής επιφάνειες ανά επίπεδο: υπόγειο: 372,88τμ, ισόγειο: 387,21τμ, Πατάρι ισογείου: 120,00τμ, Α΄ όροφος : 345,47τμ, Β΄ όροφος :343,58τμ, Χώρος στέγης: 119,20τμ.