Οι ελληνικές εξαγωγές παραμένουν ανοδικές, με στήριξη από κλάδους υψηλής και μέσης τεχνολογίας, ενισχύοντας οριακά τα μερίδιά τους έναντι των ευρωπαίων ανταγωνιστών παρά την επιβράδυνση του τελευταίου τριμήνου σε αποπληθωρισμένους όρους, σύμφωνα με μελέτη της διεύθυνσης οικονομικής ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας.
Αναλυτικότερα, όπως επισημαίνεται στην μελέτη της Εθνικής Τράπεζας, σημαντική άνοδο της τάξης του 7% ετησίως σημείωσαν οι ελληνικές εξαγωγές αγαθών σε αποπληθωρισμένους όρους κατά το πρώτο δεκάμηνο του 2022 – ποσοστό σχεδόν διπλάσιο από το μέσο όρο της προηγούμενης δεκαετίας. Σημειώνεται ότι η αντίστοιχη ονομαστική άνοδος ήταν της τάξης του 22%, με τα 2/3 να είναι αποτέλεσμα ανοδικών τιμών (αντικατοπτρίζοντας σε μεγάλο βαθμό «εισαγόμενες» πληθωριστικές πιέσεις στο κόστος πρώτων υλών). Εστιάζοντας στο τελευταίο τρίμηνο Αυγούστου-Οκτωβρίου διαπιστώνεται μια σταδιακή κόπωση, με το ρυθμό ανάπτυξης των αποπληθωρισμένων εξαγωγών να επιβραδύνει, παραμένοντας ανοδικός στο 4,6% έναντι του Αυγούστου-Οκτωβρίου 2021 (από 7,5% ετησίως κατά το πρώτο επτάμηνο του έτους), πορεία συμβατή με εκείνη της βιομηχανικής παραγωγής. Ωστόσο, παρά την ήπια επιβράδυνση δυναμικής, το μερίδιο των ελληνικών εξαγωγών το τελευταίο τρίμηνο αυξήθηκε οριακά έναντι των Ευρωπαίων ανταγωνιστών σε αποπληθωρισμένους όρους στο 0,54% (από 0,53% την αντίστοιχη περίοδο του 2021 και 0,45% κατά μέσο όρο την προηγούμενη δεκαετία).
Εμβαθύνοντας περισσότερο στη δομή των εξαγωγικών ροών, παρατηρείται ότι:
Ανοδική ήταν η πορεία εξαγωγών σε όλες σχεδόν τις γεωγραφικές περιφέρειες προορισμού. Ειδικότερα, αυξημένη διείσδυση εντοπίζεται σε αγορές εκτός Ευρώπης όπως Μέση Ανατολή (κυρίως λόγω ανοδικών εξαγωγών μετάλλων στη Σαουδική Αραβία, αλλά και με μεγάλο εύρος ανοδικών κλάδων), ενώ ο βασικός προορισμός της Δυτικής Ευρώπης (απορροφά άνω του 50% των ελληνικών εξαγωγών) συνεχίζει – αν και με μειωμένη δυναμική – την ανοδική του πορεία σε μεγάλο αριθμό κλάδων, επιβεβαιώνοντας την ευρεία βάση της εξαγωγικής μας ανόδου. Σε αναλυτικό επίπεδο χωρών προορισμού, ανοδικά κινήθηκαν 54 από τις 101 εξεταζόμενες χώρες, μεταξύ αυτών και 9 στις 10 κύριες χώρες προορισμού (με κάλυψη σχεδόν 2/3 των ελληνικών εξαγωγών), με ΗΠΑ και Ην. Βασίλειο να σημειώνουν τη μεγαλύτερη πραγματική αύξηση (της τάξης του 16%),
Βασικοί πυλώνες της εξαγωγικής ανόδου ήταν i) κλάδοι υψηλής τεχνολογίας (μηχανήματα και φάρμακα) με υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης του 14% – 20% (οι οποίοι ουσιαστικά ακολούθησαν την ευρωπαϊκή τάση διατηρώντας σταθερά μερίδια) καθώς και ii) κλάδοι μέσης τεχνολογίας όπως χημικά και μέταλλα (κυρίως σωλήνες σιδήρου), σημείωσαν ηπιότερες αυξήσεις της τάξης του 4% – 9% (στην πλειοψηφία των γεωγραφικών περιοχών), ενώ κατάφεραν να αυξήσουν το μερίδιό τους στις ευρωπαϊκές εξαγωγές. Αντίθετα, ασθενέστερες επιδόσεις (σε μεγάλο βαθμό πτωτικές) σημειώθηκαν σε κλάδους χαμηλής τεχνολογίας όπως τρόφιμα, υφάσματα (κυρίως βαμβάκι), ένδυση και ορυκτά (κυρίως μάρμαρο). Σημειώνεται ότι τα τρόφιμα παραμένουν ένας από τους κλάδους με το υψηλότερο μερίδιο στην Ευρώπη (1,3%), αξιοποιώντας ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα σε όρους κλιματολογικών συνθηκών (με ψάρια, κομπόστα και φέτα να ξεχωρίζουν θετικά με σχετικά υψηλά και ανοδικά μερίδια το τελευταίο τρίμηνο). Αξίζει να σημειωθεί ότι συνολικά, σε αναλυτικό επίπεδο 129 προϊόντων (με κάλυψη του 85% των συνολικών εξαγωγών), πάνω από το 50% πέτυχαν ανοδικό μερίδιο έναντι ευρωπαίων ανταγωνιστών, με το 20% να το επιτυγχάνει με παράλληλη αύξηση σχετικών τιμών (ποσοστό παρόμοιο με τον μεσοπρόθεσμο μέσο όρο). Όσον αφορά την επεκτατική στρατηγική, εντοπίζουμε ότι η πλειοψηφία των κλάδων (τόσο υψηλής-μέσης όσο και χαμηλής τεχνολογίας) στοχεύει στη διεκδίκηση όγκων διεθνούς αγοράς (έστω και με μειωμένη σχετική τιμή).
Συνεκτιμώντας τις συγκρατημένες προσδοκίες εξαγωγικών παραγγελιών (παραμένοντας ωστόσο υψηλότερες του μακροπρόθεσμου μέσου όρου) και την συνεχιζόμενη πίεση της ενεργειακής κρίσης στο ΑΕΠ βασικών ευρωπαϊκών αγορών προορισμού (με υψηλή συσχέτιση με την πορεία ελληνικών εξαγωγών), οι ελληνικές εξαγωγές εκτιμάται ότι θα συνεχίσουν να κινούνται σε ήπια ανοδικούς ρυθμούς κατά τη διάρκεια του 2023. Για την επόμενη πενταετία, βάσει υποδείγματός μας για τις ελληνικές εξαγωγές, εκτιμάμε μέση ετήσια αύξηση της τάξης του 5% – 6%, με προοπτική επιπλέον ώθησης της τάξης του 3% ετησίως σε περίπτωση που η Ελλάδα βελτιώσει τις επιδόσεις της σε έρευνα και ανάπτυξη (προσεγγίζοντας τον ευρωπαϊκό μέσο όρο) στηρίζοντας έτσι περαιτέρω την εξαγωγική δυναμική προϊόντων υψηλής τεχνολογίας.