today-is-a-good-day
16.4 C
Athens

Βαν Γκογκ του Μουσείου Γουλανδρή σε δικαστική διαμάχη

Ένα έργο που ανήκει στη συλλογή Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή, «Η συγκομιδή ελιάς» του Βαν Γκογκ, φαίνεται πως προέρχεται από Εβραίους και κατασχέθηκε από τους Ναζί το 1936. Οι κληρονόμοι της συλλέκτριας Hedwig Stern μήνυσαν το Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης και το Ιδρυμα Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή με έδρα την Αθήνα, προκειμένου να εξασφαλίσουν την επιστροφή ή  αποζημίωση για τον πίνακα.

Η μήνυση, που σύμφωνα με το Artnews.com κατατέθηκε την περασμένη εβδομάδα στο Περιφερειακό Δικαστήριο των ΗΠΑ για τη Βόρεια Καλιφόρνια στο Όκλαντ, απαριθμεί ως ενάγοντες εννέα κληρονόμους της,  Στερν, η οποία είχε εκπατριστεί από τη ναζιστική Γερμανία με τον σύζυγο και τα παιδιά της και  εγκαταστάθηκε στο Μπέρκλεϋ. Οι μηνυτές ισχυρίζονται ότι το Ίδρυμα Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή συνεχίζει να κρατά τον πίνακα παρά τα προβλήματα προέλευσής του και ότι το ΜΕΤ τον απέκτησε το 1956 και στη συνέχεια τον «πώλησε κρυφά» το 1972 για να αποφύγει  αξιώσεις αποκατάστασης.

Η καταγγελία αναφέρει την αξία του πίνακα σε «πάνω από 75.000 δολάρια», με βάση το ελάχιστο ποσό που οι ενάγοντες ισχυρίζονται ότι έλαβε το ΜΕΤ για αυτόν, αν και η πραγματική τιμή πώλησής του το 1972 και η αξία του σήμερα είναι σίγουρα πολύ υψηλότερες. Το έργο όπως όλα δείχνουν ίσως φτάνει το 1,5 εκατ δολάρια. Το Ιδρυμα Β και Ε Γουλανδρή το αγόρασε ύστερα από την πώλησή του από το ΜΕΤ, μέσω της γκαλερί Marlborough Fine Art.

Η καταγγελία ισχυρίζεται ότι ο πίνακας αποκτήθηκε, παραδόθηκε αθόρυβα και τελικά πουλήθηκε υπό τις οδηγίες του Theodore Rousseau, του επικεφαλής επιμελητή και υποδιευθυντή του μουσείου, ο οποίος ήταν μέλος των Monuments’ Men and Women, της ομάδας Αμερικανών και Βρετανών επιμελητών, ιστορικών  τέχνης και άλλων ειδικών που προσπάθησαν να εντοπίσουν έργα τέχνης λεηλατημένα από τους Ναζί κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ως εκ τούτου, ισχυρίζονται οι ενάγοντες, ο Rousseau είτε «γνώριζε είτε συνειδητά αγνόησε» τα προβλήματα προέλευσης γύρω από το La cueillette des olives (η ονομασία του πίνακα), Πάντως, η  Stern τον αναζητούσε μεταξύ 1948 και 1955, σύμφωνα με την καταγγελία, ώστε να της επιστραφεί.

«Η πώληση του πίνακα πληρούσε τα αυστηρά κριτήρια του μουσείου για πώληση – συγκεκριμένα, καταγράφηκε ότι το έργο θεωρήθηκε χαμηλότερης ποιότητας από άλλα έργα του ίδιου τύπου της συλλογής», λέει στο The Art Newspaper εκπρόσωπος του μουσείου. «Αν και το Μουσείο επιμένει με σεβασμό στη θέση του ότι αυτό το έργο μπήκε στη συλλογή και πωλήθηκε νόμιμα και σύμφωνα με όλες τις κατευθυντήριες γραμμές και πολιτικές, το μουσείο καλωσορίζει και θα εξετάσει κάθε νέα πληροφορία που έρχεται στο φως.»

Οι  εννέα απόγονοι της Hedwig Stern  ζουν στην Καλιφόρνια, στην πολιτεία της Ουάσιγκτον και το Ισραήλ. Σύμφωνα με την καταγγελία, έχουν έρθει σε επαφή με εκπροσώπους του Ιδρύματος Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή, αλλά δεν έχουν καταφέρει να καταλήξουν σε συμφωνία για την επιστροφή του.

Το ζεύγος Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή

Εκπρόσωπος του Ιδρύματος Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή λέει στην The Art Newspaper ότι «δεν έχει ενημερωθεί επίσημα για καμία ενέργεια» που σχετίζεται με αξιώσεις για επιστροφή του έργου και «επομένως δεν μπορούμε να το σχολιάσουμε».

Οι ενάγοντες λένε σε μια καταγγελία 13 σελίδων  ότι όταν η Hedwig Stern δραπέτευσε από τη Γερμανία τον Δεκέμβριο του 1936, η Γκεστάπο της απαγόρευσε να εξάγει Ζωγραφική και άλλα έργα τέχνης. Ο πρώην δικηγόρος της Kurt Mosbacher διορίστηκε ως διαχειριστής για να ρευστοποιήσει την περιουσία της γύρω στον Απρίλιο του 1938, πουλώντας τον πίνακα και έναν πίνακα του Ρενουάρ στον Γερμανό συλλέκτη Theodor Werner. Τον Ιανουάριο του 1939, η Γκεστάπο κατάσχεσε όλη την περιουσία των Φριτς και Χέντβιχ Στερν και τα χρήματα από τον Βέρνερ. Το 1955 ο Werner τελικά επέστρεψε ένα άλλο από τα έργα τέχνης της Stern, αλλά δεν επέστρεψε τον Βαν Γκογκ ή το έργο τέχνης του Renoir.

Ο Βαν Γκογκ έφτασε τελικά στη Νέα Υόρκη και το Μητροπολιτικό Μουσείο τον αγόρασε το 1956 από τον Βίνσεντ Άστορ.

Αυτός είναι ο δεύτερος ισχυρισμός για τα λάφυρα των Ναζί σχετικά με έναν πίνακα του Βαν Γκογκ που παρουσιάστηκε αυτόν τον μήνα. Στις 13 Δεκεμβρίου, οι απόγονοι του Γερμανοεβραίου τραπεζίτη Paul von Mendelssohn-Bartholdy υπέβαλαν μήνυση  κατά της ιαπωνικής ασφαλιστικής εταιρείας Sompo Holdings ζητώντας την επιστροφή των Sunflowers (Ηλιοτρόπια) (1888).

Μετά τον αυτοακρωτηριασμό μέρους του αριστερού του αυτιού λίγο πριν από τα Χριστούγεννα του 1888 ο Βίνσεντ Βαν Γκογκ μεταφέρεται στο νοσοκομείο της Αρλ. Στη συνέχεια πηγαίνει στην ψυχιατρική κλινική του Σαιν Ρεμί όπου που θα παραμείνει ένα χρόνο. Στο άσυλο «δουλεύει ακατάπαυστα μερικές φορές ακόμη και στη διάρκεια των κρίσεων του και είναι εκπληκτικό πώς αυτή η γαλήνη η ηρεμία διαφαίνεται στους πίνακες που ζωγράφισε εκεί» σημειώνει ο ιστότοπος του ελληνικού μουσείου.

«Αρχικά ζωγραφίζει το πρόσωπό του, το δωμάτιό του, τους διαδρόμους, κατόπιν τους κοντινούς του  κήπους. Οταν δίνεται άδεια να βγαίνει έξω στρέφει την προτίμησή του στα βουνά στα κυπαρίσσια και κυρίως στα χωράφια με τις ελιές. Τον Απρίλιο του 1989 γράφει στον αδερφό του ότι η ελιά είναι κάτι «τόσο ξεχωριστό και εξαιρετικό υπερβολικά όμορφο για να τολμήσω να το ζωγραφίσω ή να μπορέσω να το συλλάβω».

Τελικά τολμά, και τον Δεκέμβριο  κατορθώνει να αποτυπώσει 3 γυναίκες ενώ μαζεύουν ελιές. Ζωγραφίζει συνολικά 3 έργα, με το θέμα αυτό, ένα από τα οποία είναι το εν λόγω.

Αγγελική Κώττη

Διαβάστε επίσης

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ