Εάν επιτευχθεί συμφωνία ανάμεσα στην ελληνική και τη βρετανική κυβέρνηση για την επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα, τα γλυπτά ίσως έρθουν στην Αθήνα τις αρχές του 2023, ώστε να εκτεθούν στο Μουσείο Ακρόπολης. Αυτό αναφέρει η βρετανική The Art Νewspaper, η οποία προσθέτει πως ο δανεισμός θα ήταν δυνατόν να διαρκέσει 10 χρόνια. Από την άλλη, η βρετανική πλευρά βρίσκεται σε θέση άμυνας, προσπαθώντας να δείξει ότι υπάρχει ένα μπρα-ντε-φεε. Νέες τοποθετήσεις τόσο της κυβέρνησης όσο και του Βρετανικού Μουσείου, δείχνουν ότι προσπαθούν να κρύψουν το γεγονός της διεξαγωγής συνομιλιών ανάμεσα στις δύο χώρες. Όμως, δεν είναι δυνατόν να αποκρυβεί ούτε και να υποβαθμιστεί το ζήτημα, εφόσον υπάρχει τόσο έντονη κινητικότητα. Πλέον, με το δημοσίευμα του The Art Newspaper, του Artnews και άλλων ιστοσελίδων, φαίνεται πως βγαίνει πολύς καπνός… Αν αυτός θα είναι κάποια στιγμή λευκός, μένει να το δούμε.
«Εάν ολοκληρωθεί η συμφωνία, τα μάρμαρα αναμένεται να επιστραφούν στην Ελλάδα στις αρχές του 2023 και θα εκτεθούν στο Μουσείο της Ακρόπολης μαζί με άλλα αντικείμενα από τον Παρθενώνα» αναφέρει το Theartnewspaper.com. «Προηγουμένως, το Βρετανικό Μουσείο βρισκόταν σε διαπραγματεύσεις για να δανείσει τα μάρμαρα στο νέο Μουσείο της Ακρόπολης στην Αθήνα για περίοδο 10 ετών.»
«Οι υποστηρικτές της επιστροφής των μαρμάρων στην Ελλάδα υποστηρίζουν ότι το Βρετανικό Μουσείο δεν διαθέτει τις κατάλληλες συνθήκες για να φροντίσει και να διατηρήσει κατάλληλα τα μάρμαρα, τα οποία θα μπορούσαν να καταστραφούν από την έκθεση στο φως, την υγρασία και άλλους περιβαλλοντικούς παράγοντες.
Το Βρετανικό Μουσείο μαστίζεται από κατασκευαστικά προβλήματα τα τελευταία χρόνια και πρόκειται σύντομα να υποβληθεί σε σημαντική αναστήλωση. Αλλά οι υποστηρικτές της μεταφοράς των μαρμάρων πίσω στην Ελλάδα πιστεύουν ότι θα προστατευθούν και θα διατηρηθούν καλύτερα στο νέο και ειδικά κατασκευασμένο Μουσείο της Ακρόπολης στην Αθήνα.»
Η βρετανική πλευρά, ήταν πολύ πιο «μαγκωμένη». Οι διαχειριστές του Βρετανικού Μουσείου είναι ελεύθεροι να μιλούν με όποιον θέλουν, σχολίασε χθες ο εκπρόσωπος του Βρετανού πρωθυπουργού Ρίσι Σούνακ, μιλώντας σε δημοσιογράφους. Όμως «δεν είναι στα σχέδιά μας να αλλάξουμε τον νόμο που εμποδίζει την απομάκρυνση αντικειμένων από τις συλλογές του μουσείου, εκτός από ορισμένες περιπτώσεις», είπε. «Η θέση μας στο θέμα αυτό δεν έχει αλλάξει», πρόσθεσε.
Με βάση έναν νόμο του 1963, δεν επιτρέπεται στους επιτρόπους (Trustees) του Βρετανικού Μουσείου να μεταβιβάζουν, να δωρίζουν ή να πωλούν εκθέματά του. Αυτή τη στιγμή γίνεται συζήτηση στη χώρα, υπό τον Λόρδο Βέιζι, για την αλλαγή μεταγενέστερου νόμου, που προβλέπει τα ίδια για όλα τα μουσεία. Όμως, ο «διάβολος» κρύβεται στη λεπτομέρεια. Αν δεν αντικατασταθεί με νέο νόμο ο παλιός, του 1963, τα χέρια του Μουσείου δεν λύνονται.
Εκεί ερείδονται οι απόψεις πως το θέμα δεν αφορά μόνο το Βρετανικό Μουσείο, αφορά την κυβέρνηση και είναι πολιτικό. Διότι, αν η κυβέρνηση θελήσει να αλλάξει ή να τροποποιήσει τον νόμο British Museum Act του 1963, κάτι που μόνο αυτή μπορεί να κάνει, αλλάζει και η βάση των συζητήσεων.
Η UNESCO έχει επιμείνει σε αυτό ακριβώς. Ότι πρόκειται για ένα θέμα που μπορεί να λυθεί ανάμεσα στις χώρες και όχι ανάμεσα στα μουσεία. Το ψήφισμα που Σεπτεμβρίου 2021, που επιτύχαμε με πολλή προσπάθεια, σε αυτό ακριβώς άλλαζε τη θέση του διεθνούς οργανισμού σε σχέση με πριν. Αναγνωριζόταν ο πολιτικός χαρακτήρας.
Αλλά και το Βρετανικό Μουσείο εμφανίζεται σε θέση άμυνας. Εξέδωσε ανακοίνωση στην οποία διαβεβαιώνει ότι θέλει «μια νέα συνεργασία με την Ελλάδα για τον Παρθενώνα» και ότι είναι διατεθειμένο να συζητήσει με την Αθήνα, χωρίς να δώσει άλλες διευκρινίσεις. Ωστόσο, «ενεργούμε στο πλαίσιο του νόμου και δεν θα διαλύσουμε τη μεγάλη συλλογή μας που αφηγείται μια μοναδική ιστορία για την ανθρωπότητά μας», προσθέτει η ανακοίνωση του περασμένου Σαββάτου.
Επί του πραγματικού, το Βρετανικό Μουσείο αντιμετωπίζει πολλά οικονομικά προβλήματα, αναζητά τεράστιες χορηγίες για την ανακαίνιση της πτέρυγας ελληνικών και ρωμαϊκών αρχαιοτήτων και προβληματίζεται για το διάστημα που τα παρθενώνεια γλυπτά πρέπει να μετακινηθούν όσο θα κρατά η ανακαίνιση.
«Εχει σημασία οι θησαυροί μας να είναι προσβάσιμοι» λέει ο Τζορτζ Οσμπορν, ο επικεφαλής των Trustees (επιτρόπων) στο The critic. Ωστόσο, ο Χένρι Ολιβερ, που έκανε τη συζήτηση μαζί του, αναφέρει πως αυτές τις μέρες «είναι πολύ πιθανό να βρείτε μερικές από τις γκαλερί κλειστές σε σύντομο χρονικό διάστημα λόγω ελλείψεων προσωπικού.»
Όλα αυτά, χωρίς προειδοποίηση στην ιστοσελίδα του Μουσείου. Χωρίς ενημερωτικές πινακίδες στην είσοδο. Και κάθε υπομονή, εξαντλείται.
«Μπορείτε να φανταστείτε αν άρχιζαν να κλείνουν οι αίθουσες των Μαρμάρων του σε σύντομο χρονικό διάστημα;» ρωτά ο συντάκτης του κειμένου. «Αυτό θα ήταν ένα καρφί στο φέρετρο ως προς το ότι θα έπρεπε να μείνουν στη Βρετανία. Είναι πραγματικά πιο αποδεκτό να κλείνουμε έργα από άλλους πολιτισμούς που δεν τραβούν το ίδιο είδος της προσοχής του Τύπου; Για να δικαιολογήσουμε την κατοχή αυτών των αντικειμένων, πρέπει να τα διατηρούμε προσβάσιμα»
Και μια και μιλάμε για νόμους, το The critic υπενθυμίζει πως το Βρετανικό Μουσείο έχει έναν απλό σκοπό, από καταστατικό του 1753. Τα αντικείμενα που αποθηκεύονται εκεί θα «διατίθενται» όταν « χρειάζονται για θέαση από το κοινό ». Κάτι που σημαίνει πως είναι και αντικαταστατικό να κλείνουν αίθουσες. Οι τόσο «τυπικοί» Εγγλέζοι, δυστυχώς αποδεικνύονται αδιάφοροι μπροστά σε μια τόσο μεγάλη παραβίαση.