today-is-a-good-day
15.4 C
Athens

Από τη φαντασία στην πραγματικότητα έχουν περάσει οι μεταμοσχεύσεις κερατοειδούς

Από τη φαντασία στην πραγματικότητα έχουν περάσει οι μεταμοσχεύσεις κερατοειδούς καθώς δεν υπάρχει θέμα συμβατότητας, ενώ το ποσοστό απόρριψης του μοσχεύματος είναι πολύ χαμηλό, της τάξης του 10%, με διάρκεια ζωής 30 χρόνων. Μάλιστα, με την πρόοδο που έχει γίνει σε αυτές τις επεμβάσεις και τις καινούργιες τεχνικές που έχουν υιοθετηθεί, από τους δύο κερατοειδείς ενός δωρητή μπορούν να εξυπηρετηθούν έως και έξι ασθενείς.

Τα παραπάνω επισήμανε ο καθηγητής Οφθαλμολογίας, διευθυντής Β’ Οφθαλμολογικής Κλινικής ΑΠΘ και της Μονάδας Μεταμοσχεύσεων Κερατοειδούς Νικόλαος Ζιάκας, στο πλαίσιο της ενημερωτικής συζήτησης με τίτλο #δωρι_ΖΩ, που διοργάνωσε ο Ιατρικός Σύλλογος Θεσσαλονίκης (ΙΣΘ), στο πλαίσιο της 86ηςΔΕΘ. Ανέφερε ότι τα μοσχεύματα αξιοποιούνται ανάλογα με τις ηλικίες: οι νέοι θα πάρουν από νέους και οι μεγαλύτεροι από μεγαλύτερους. «Αυτό στο παρελθόν ήταν φαντασία», σημείωσε ο κ. Ζιάκας.

Παράλληλα, όμως, επισήμανε ότι παρά πολλοί δότες δεν αξιοποιούνται και χάνονται πολύτιμα μοσχεύματα γιατί δεν υπάρχει ούτε χρόνος, ούτε το κατάλληλο προσωπικό. «Δεν γίνεται η Θεσσαλονίκη να διαθέτει μόνο τέσσερις συντονιστές μεταμοσχεύσεων. Στο εξωτερικό κάθε νοσοκομείο έχει συντονιστές. Στη χώρα μας, και μάλιστα στην εποχή της πανδημίας, οι εντατικολόγοι μέσα στις ΜΕΘ δεν μπορούν να “καίγονται” να σώσουν ασθενείς και την ίδια ώρα να συντονίζουν μεταμοσχεύσεις, να μιλούν με συγγενείς, με συναδέλφους άλλων ειδικοτήτων, εργαστήρια, διοικήσεις νοσοκομείων κ.λπ.», τόνισε ο καθηγητής Οφθαλμολογίας.

Η έλλειψη αναισθησιολόγων και οι μεταμοσχεύσεις στο Ιπποκράτειο

Η έλλειψη αναισθησιολόγων αποτελεί το μεγαλύτερο πρόβλημα στην πραγματοποίηση μεταμοσχεύσεων στο Ιπποκράτειο, επισήμαναν, μιλώντας στην ίδια εκδήλωση, τόσο η καθηγήτρια Νεφρολογίας ΑΠΘ Αικατερίνη Παπαγιάννη, όσο και ο αναπληρωτής καθηγητής ΑΠΘ στη Χειρουργική Κλινική Μεταμοσχεύσεων Νίκος Αντωνιάδης. «Το μεγαλύτερο πρόβλημά μας είναι η έλλειψη αναισθησιολόγων», υπογράμμισε η κ. Παπαγιάννη και πρόσθεσε: «Οι μεταμοσχεύσεις νεφρού από ζώντα δότη έχουν την εξής ιδιαιτερότητα: δεν γίνονται σε κανένα άλλο νοσοκομείο, παρά μόνο στο Ιπποκράτειο, που δεν έχει αναισθησιολόγους. Και να πω ότι αυτή τη στιγμή έχουμε 35 ζευγάρια έτοιμα, που περιμένουν ημερομηνία από χρόνια, ότι 4 εντάχθηκαν στην αιμοκάθαρση τον Ιούνιο του 2022 επειδή δεν άντεχαν άλλο να περιμένουν να γίνει η μεταμόσχευση. Μέσα σε αυτούς, είναι τρία παιδιά: δύο 13 χρόνων και ένα πέντε».

Κάνοντας μια αναδρομή στην ιστορία των μεταμοσχεύσεων στη Θεσσαλονίκη, η κ. Παπαγιάννη ανέφερε ότι η πρώτη μεταμόσχευση νεφρού από πτωματικό δότη έγινε το ’68, από ζώντα συγγενή δότη το ’69, και η πρώτη μεταμόσχευση στην Αθήνα δυόμισι χρόνια αργότερα. «Το 1980 ιδρύθηκε και εγκαταστάθηκε στο Ιπποκράτειο η χειρουργική κλινική μεταμοσχεύσεων, όπου έγινε και η πρώτη παιδιατρική μεταμόσχευση νεφρού, από ζώντα δότη, το 1980. Το 2016 έγιναν τα εγκαίνια παιδιατρικής μονάδας τεχνικού νεφρού. Μέχρι τότε είχαν γίνει 197 μεταμοσχεύσεις παιδιατρικές νεφρού, με την υποστήριξη της μονάδων τεχνικού νεφρού ενηλίκων. Και το 2016 που επιτέλους έγιναν τα εγκαίνια της παιδιατρικής μονάδας τεχνικού νεφρού στο Ιπποκράτειο… σταμάτησαν, λίγο ή πολύ, οι μεταμοσχεύσεις νεφρού από παιδιά στο Ιπποκράτειο. Το Λαϊκό Νοσοκομείο Αττικής αδειοδοτήθηκε το 2019 και έκανε την πρώτη παιδιατρική μεταμόσχευση τον Φεβρουάριο του 2020. Φυσικά ήταν απολύτως απαραίτητο να αδειοδοτηθεί το Λαϊκό γιατί μέχρι τότε όλα τα παιδιά, από όλη την Ελλάδα… ξεσπιτώνονταν και μετακινούνταν με τις οικογένειες τους για μεταμόσχευση στη Θεσσαλονίκη. Αλλά για τους ίδιους λόγους δεν πρέπει να κλείσει και η μεταμόσχευση παιδιατρικής στη Θεσσαλονίκη», πρόσθεσε η κ. Παπαγιάννη.

Ο αναπληρωτής καθηγητής ΑΠΘ στη Χειρουργική Κλινική Μεταμοσχεύσεων, Νίκος Αντωνιάδης, τόνισε ότι οι Έλληνες είναι υπέρ της δωρεάς ιστών και οργάνων και σημείωσε: «Αυτό που χρειάζεται δεν είναι τόσο η ευαισθητοποίηση όσο ο καλύτερος συντονισμός δυνάμεων και η ενημέρωση από την Πολιτεία ώστε αυτή η προσφορά να αξιοποιηθεί με τον καλύτερο τρόπο. Επίσης να δημιουργηθεί ένα κλίμα εμπιστοσύνης στο σύστημα υγείας, όπως έγινε με την αντιμετώπιση της Covid-19. Αν υπάρξει οργάνωση θα υπάρξει και εμπιστοσύνη παρά την όποια συνωμοσιολογία, όπως ακριβώς έχει γίνει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Το θέμα είναι, δυστυχώς, οι “ζωντανές μεταμοσχεύσεις” όσον αφορά το Ιπποκράτειο. Έχουμε πρόβλημα με τα χειρουργεία και την έλλειψη αναισθησιολόγων και δεν μπορούμε να τα προγραμματίσουμε. Τώρα ειδικά, από την Covid-19 και μετά, έχει επιδεινωθεί σε ένα μεγάλο νοσοκομείο που “τρέχει” πολλά κάτω από δύσκολες συνθήκες και περιμένουμε κάτι να γίνει ώστε να αντιστραφεί η κατάσταση».

Η συντονίστρια διευθύντρια του Αιματολογικού Τμήματος του νοσοκομείου Παπανικολάου, Ιωάννα Σακελλάρη, επισήμανε ότι η Θεσσαλονίκη είναι η πόλη της μεταμόσχευσης καθώς σε αυτήν έγιναν οι πρωτιές στις μεταμοσχεύσεις αλλά και η πρώτη μεταμόσχευση αιμοποιητικού ιστού (μυελού των οστών). «Τώρα κάνουμε αιμοποιητικά κύτταρα, τα παίρνουμε με έναν ειδικό τρόπο και δεν χρειάζεται ο δότης/δωρητής να επιβληθεί σε γενική αναισθησία, οπότε υπάρχουν πάρα πολλοί εθελοντές δότες στα 2 registries που υπάρχουν, και στο “Όραμα ζωής” και στο Νοσοκομείο της Πάτρας, όπου έχουμε σήμερα 140.000 εθελοντές δότες μυελού των οστών και αιμοποιητικών κυττάρων», ανέφερε χαρακτηριστικά η κ. Σακελλάρη.

«Οι μεταμοσχεύσεις ιστών πηγαίνουν εξαιρετικά κάτι που δεν μπορούμε να πούμε -ακόμη- για αυτές των οργάνων», επισήμανε ο πρόεδρος του Εθνικού Οργανισμού Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ) Γεώργιος Παπαθεοδωρίδης και πρόσθεσε: «Σήμερα είμαστε σε μία καλή συγκυρία γιατί έχουμε Εθνικό Σχέδιο Μεταμοσχεύσεων και διαβεβαιώσεις για ρεαλιστική υλοποίησή του τόσο από τον Πρωθυπουργό όσο και από την ηγεσία του Υπουργείου Υγείας».

Η δωρεά ιστών και οργάνων πρέπει να οργανωθεί καλύτερα και αποτελεσματικότερα από την Πολιτεία, επισήμανε ο πρόεδρος του ΙΣΘ Νίκος Νίτσας. «Όταν ακούμε για μεταμοσχεύσεις, το μυαλό μας πρώτα πηγαίνει στη Θεσσαλονίκη -σε ό,τι αφορά τουλάχιστον τους νεφρούς, το μυελό των οστών και το ήπαρ- και στους συναδέλφους των πολλών ειδικοτήτων που είναι απαραίτητοι. Οι προσπάθειες, λοιπόν, τόσων και τόσων χρόνων δεν θα πρέπει να υπονομεύονται από συνεχή προβλήματα και γραφειοκρατικές αγκυλώσεις παρά το Εθνικό Σχέδιο Μεταμοσχεύσεων, που θεσπίστηκε για πρώτη φορά», είπε ο κ. Νίτσας.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ