Η έξαρση της τουρκικής προκλητικότητας έχει ξεπεράσει κάθε προηγούμενο με ακραίες απειλές Τούρκων αξιωματούχων, ρεκόρ υπερπτήσεων και παραβιάσεων, αμφισβήτηση κυριαρχίας δεκάδων ελληνικών νησιών και εργαλειοποίηση προσφύγων και μεταναστών.
Ο εκνευρισμός και η επιθετική στάση της τουρκικής πλευράς αποδίδονται έως ένα βαθμό στα σοβαρά εσωτερικά προβλήματα της γείτονος, με κορυφαίο τη βαθιά οικονομική κρίση, που μαστίζει τα τουρκικά νοικοκυριά. Συνδέονται όμως και με την αλλαγή ισορροπιών υπέρ της Ελλάδας τόσο σε εξοπλιστικό όσο και σε γεωστρατηγικό επίπεδο.
Της Ελίζας Βόζεμπεργκ *
Μέσα σε μόλις τρία χρόνια η Ελλάδα πέτυχε πράγματα που δεν είχαν γίνει εδώ και αρκετές δεκαετίες. Μεταξύ πολλών άλλων, οριοθέτηση ΑΟΖ με Αίγυπτο και Ιταλία, σημαντικές αμυντικές συμφωνίες με Γαλλία και ΗΠΑ, προμήθεια υπερσύγχρονων Rafale και Belharra και ενίσχυση συνεργασίας με Ισραήλ, Μεγάλη Βρετανία, Σαουδική Αραβία και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Προφανώς δεν είναι τυχαίες οι ξεκάθαρες δηλώσεις στήριξης υπέρ των ελληνικών θέσεων από Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Γαλλία, αλλά εσχάτως και από την μέχρι πρόσφατα πολύ φειδωλή Γερμανία.
Ο εκνευρισμός του προέδρου Ερντογάν εντείνεται περαιτέρω με τις επιτυχίες της κυβέρνησης Μητσοτάκη σε στρατηγικό και διπλωματικό επίπεδο. Μετατροπή των ελληνοτουρκικών διαφορών σε ευρωτουρκικές, επιτυχής υπεράσπιση των συνόρων σε Έβρο και Αιγαίο και διεθνοποίηση της τουρκικής παραβατικότητας, με αποκορύφωμα την ιστορική ομιλία του Έλληνα Πρωθυπουργού στο Κογκρέσο.
Είναι αξιοσημείωτο ότι στην Ευρώπη όλο και περισσότεροι ενστερνίζονται τις ελληνικές θέσεις, αντιλαμβάνονται ότι η Τουρκία δεν σέβεται το διεθνές δίκαιο και παραδέχονται ότι ακολουθεί μία επικίνδυνη αναθεωρητική πολιτική.
Μάλιστα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ακόμη και ευρωβουλευτές που παλαιότερα διάκειντο ευμενώς έναντι της Τουρκίας, αναγνωρίζουν την προκλητική της συμπεριφορά και συμμετέχουν στα καταδικαστικά ψηφίσματα.
Σε αυτήν την κατεύθυνση βοήθησαν η ενεργητική διπλωματία και οι ισχυρές συμμαχίες της ελληνικής κυβέρνησης σε συνδυασμό με τις προσωπικές επαφές του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στο ανώτατο επίπεδο.
Η έξαρση της τουρκικής προκλητικότητας είναι εύλογο να μας ανησυχεί, όταν έχουμε να κάνουμε με έναν τόσο απρόβλεπτο γείτονα. Ιδίως όταν αυτός αντιμετωπίζει σοβαρά εσωτερικά προβλήματα και αναζητεί ως μόνη διέξοδο για το εσωτερικό του ακροατήριο το νεοοθωμανικό όραμα, με παραπομπές στο ένδοξο παρελθόν και συνεχείς απειλές κατά της Ελλάδας.
Είναι γνωστό ότι η υπερπροβολή εξωτερικών εχθρών χρησιμεύει παραδοσιακά ως μέσο συσπείρωσης εκλογικών ακροατηρίων, κατά μείζονα λόγο σε περιόδους κρίσης και ανασφάλειας.
Μάλιστα η Τουρκία έχει αναβαθμίσει τις απειλές, δοθέντος ότι ο ίδιος ο πρόεδρος Ερντογάν έφθασε στο σημείο να απειλεί την Ελλάδα με στρατιωτική επέμβαση, ενώ παράλληλα εμφανίζει τη χώρα μας ως δήθεν επιτιθέμενη.
Η εξέλιξη αυτή απαιτεί άμεση αντίδραση από την πλευρά της Ευρώπης όχι πλέον με καταδικαστικά κείμενα και εκθέσεις, τα οποία η Τουρκία επιδεικτικά αγνοεί, αλλά με πράξεις. Ωρίμασε ο καιρός για να αντιληφθεί η ΕΕ ότι η επιβολή αυστηρών κυρώσεων αποτελεί μονόδρομο.
Η Ελλάδα από την πλευρά της, έχει ενισχύσει σημαντικά το γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό της αποτύπωμα, δεν παρασύρεται από το παραληρηματικό αφήγημα της “γαλάζιας πατρίδας” και των “γκρίζων ζωνών” ούτε πέφτει στην παγίδα των Τούρκων, που επιδιώκουν στρατιωτικοποίηση της έντασης.
Είμαστε αμυντικά και διπλωματικά θωρακισμένοι, σεβόμαστε το διεθνές δίκαιο και λειτουργούμε ως παράγων ειρήνης και σταθερότητας στο Αιγαίο και τη Νοτιοανατολική Μεσόγειο. Όλα αυτά συνιστούν μια αδιαπέραστη ασπίδα προστασίας τόσο για τα εθνικά μας συμφέροντα όσο και για τα κυριαρχικά μας δικαιώματα.
* Η κα Ελίζα Βόζεμπεργκ είναι ευρωβουλευτής ΝΔ