«Η όλη συζήτηση δεν φώτισε ιδιαίτερα το θέμα. Το μόνο που έγινε ήτανε απόπειρα συγκάλυψης πολλών πλευρών, δικαιολόγησης αντιδραστικών και άθλιων πολιτικών σε βάρος των ελευθεριών και δικαιωμάτων του ελληνικού λαού», σημείωσε εισαγωγικώς στη δευτερολογία του ο γενικός γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ Δημήτρης Κουτσούμπας.
Για το ΚΚΕ, πάντως, συνέχισε, «εξακολουθεί να υπάρχει ένα κρίσιμο ερώτημα: τα όσα δυσώδη έχουν αποκαλυφθεί για τη δράση της ΕΥΠ και για την πολιτική ευθύνη του πρωθυπουργικού γραφείου -την υποκειμενική λέμε εμείς και όχι την αντικειμενική ευθύνη που έτσι και αλλιώς υπάρχει- αποτελούν κεραυνό εν αιθρία; Συντελούνται εν κενώ; Είναι αποτέλεσμα κάποιων κακών χειρισμών σε ένα -κατά τα άλλα- ειδυλλιακό τοπίο λειτουργίας και δράσης της ΕΥΠ, όπως περίπου είπε ο κ. Μητσοτάκης σε εκείνο το ανεκδιήγητο καλοκαιρινό διάγγελμά του;», διερωτήθηκε απαντώντας αμέσως μετά:
«Φυσικά και όχι. Θεωρούμε δεδομένο ότι όλα αυτά συνδέονται άμεσα με τη δράση κέντρων και παράκεντρων, εντός και εκτός Ελλάδας. Κι αυτό αποφύγατε να το πείτε ‘σαν ο διάολος το λιβάνι’, όλοι σας», τόνισε ο γενικός γραμματέας του ΚΚΕ. Και τούτο γιατί, όπως επιχειρηματολόγησε, «συνδέονται όλα αυτά τα ζητήματα με την όξυνση των αντιθέσεων σε πανευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο, με τα σχέδια που διακινούνται ένθεν κακείθεν για την περιβόητη μεγαλύτερη θωράκιση του συστήματος. Εν όψει μάλιστα ενός πολύ δύσκολου χειμώνα, για όλες τις χώρες της Ευρώπης, για όλον τον κόσμο και την Ελλάδα, μπροστά σε μια νέα κρίση, με τεράστιες ανατιμήσεις, με μεγάλη ακρίβεια, με ενεργειακά προβλήματα και πολλές ακόμα άλλες απρόβλεπτες εξελίξεις».
Κάλεσε δε, τους επικεφαλής των άλλων κομμάτων να αφήσουν «αυτά τα περί τέλους των μνημονίων, όλοι σας. Μετά την ενισχυμένη εποπτεία, που τέλειωσε τυπικά προχθές, έχουμε το μεγάλο υπερμνημόνιο πλέον, τα εξάμηνα, τους ελέγχους, τα μέτρα που υποχρεωτικά θα παίρνει η κυβέρνηση αυτή εδώ, είτε η επόμενη. Με νέα αντιλαϊκά μέτρα, που θα τα πληρώνει πάλι μόνο ο ελληνικός λαός. Σε κάθε περίπτωση ένα είναι σίγουρο. Ότι πραγματικός στόχος των σχεδιασμών που εξυφαίνονται, είτε μέσω των παρακολουθήσεων, είτε με αφορμή αυτές, είναι ο ίδιος ο λαός», συμπέρανε και πρόσθεσε:
«Για αυτό άλλωστε το θεσμικό πλαίσιο, οι κρατικές υπηρεσίες συνολικά, είναι δομημένα για να καταστέλλουν το εργατικό λαϊκό κίνημα, τα δικαιώματα του λαού και ιδιαίτερα με στόχο το κομμουνιστικό κίνημα. Ακριβώς γιατί αμφισβητεί, συγκρούεται με συνέπεια με τα μεγάλα καπιταλιστικά συμφέροντα, με τα καπιταλιστικά κέρδη που είναι βγαλμένα από το αίμα και τον ιδρώτα των εργαζομένων».
Κατά τον Δ. Κουτσούμπα, «ο ελληνικός λαός και το κίνημά του θα πρέπει να έχουν υπόψη επίσης, ότι μια σταθερή ‘αντίφαση’ που υπάρχει στις αστικές – κυρίως κοινοβουλευτικές- δημοκρατίες, είναι η ταύτιση του φερόμενου “προστάτη” των λαϊκών δικαιωμάτων- με βάση τις διακηρύξεις και τα συντάγματα, με τον καταπατητή και τον βιαστή τους, το αστικό κράτος και τους μηχανισμούς του φυσικά. Και σε αυτό ήταν μέσα μέχρι σήμερα όλες οι κυβερνήσεις και της ΝΔ πριν, και τώρα και του ΣΥΡΙΖΑ, και του ΠΑΣΟΚ παλιότερα», υποστήριξε.
Υπό αυτό το πρίσμα επανατίθεται «το πρόβλημα του σεβασμού των ατομικών, πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων -κατά την αστική διάκριση πάντα- το κλασικό ερώτημα ‘ποιος θα μας προστατεύσει από τους προστάτες μας’. Φυσικά, η απάντηση στο ερώτημα αυτό έχει δοθεί, ‘προστάτης είναι ο λαός’, τα είπαμε στην πρωτολογία μας, ‘μόνο ο λαός μπορεί να σώσει το λαό’, όπως λένε και τα συνθήματα των εργαζομένων στους δρόμους του αγώνα».
Όμως, συμπλήρωσε, τα λαϊκά δικαιώματα δεν κινδυνεύουν σήμερα μόνο από τους μηχανισμούς του αστικού κράτους, αλλά και τους ιδιοκτήτες μέσων παραγωγής, εφοπλιστές, χρηματοπιστωτικό σύστημα κ.α.
Στο πλαίσιο αυτό, σε επόμενο σημείο της δευτερολογίας του ο γ.γ επανήλθε στο θέμα των παρακολουθήσεων: «τα βαλιτσάκια παρακολούθησης, στα χέρια μεγαλοσχημόνων, ποιος θα τα ελέγξει;», διερωτήθηκε ενώ έθεσε και τη διάσταση των σύγχρονων μέσων επικοινωνίας ως βραχίονα παρακολουθήσεων.
«Η αστική τάξη, εξάλλου, πρόβλεψε με διάταξη στο άρθρο 19 του ισχύοντος Συντάγματος της Ελλάδας, να ‘ροκανίζει’ ως λαϊκό δικαίωμα το απόρρητο των επιστολών και της ελεύθερης ανταπόκρισης ή επικοινωνίας. Η δικαστική αρχή, η οποία είναι λειτουργία του αστικού κράτους, δεν δεσμεύεται από το απόρρητο της επικοινωνίας για λόγους εθνικής ασφάλειας ή για διακρίβωση ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων. Πρόκειται ουσιαστικά για τη νομική συνέχεια των χουντικών νόμων που αφορούσαν το απόρρητο των επικοινωνιών που αναδεικνύει και τη συνέχεια του κράτους με την όποια του μορφή του, είτε της στυγνής δικτατορίας, είτε της λεγόμενης αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, της δικτατορίας δηλαδή του κεφαλαίου», υποστήριξε ο Δ. Κουτσούμπας.
Έθεσε, συγχρόνως όμως, ένα ακόμη ερώτημα: Αν δεχτούμε πως εθνική ασφάλεια είναι η αντιμετώπιση απειλών (ακόμη και ‘υβριδικών’) κατά του κράτους από εξωτερικούς εχθρούς, κατασκόπους, διεθνείς τρομοκράτες, πώς δικαιολογείται η χρήση τους για την παρακολούθηση και την υποκλοπή των επικοινωνιών χιλιάδων Ελλήνων πολιτών κάθε έτος;». Η απάντηση βρίσκεται, σύμφωνα με το ΚΚΕ, στο ότι η έννοια ‘εθνική ασφάλεια’ γίνεται λάστιχο «από τους μηχανισμούς του αστικού κράτους, για να εξυπηρετηθούν οι στόχοι των αντιλαϊκών επιλογών του».
Τοποθετώντας δε, το θέμα στο διεθνές του πλαίσιο, ο Δ. Κουτσούμπας παρατήρησε πως «το ζήτημα της παραβίασης του απορρήτου των επικοινωνιών στη χώρα μας, πρέπει να αντιμετωπίζεται σε συνάρτηση με τις κατευθυντήριες οδηγίες και τις πρακτικές των ‘συμμάχων’, όπως των ΗΠΑ, της ΕΕ, του ΝΑΤΟ στο ζήτημα αυτό, που έχουν μια μακρά παράδοση στις υποκλοπές, μέσα από τις δράσεις των υπηρεσιών πληροφοριών τους , όπως η CIA, η MI6, η Mossad κ.λ.π. Το σημερινό νομικό πλαίσιο της χώρας είναι προσαρμοσμένο σε αυτό της Ε.Ε., των κρατών-μελών της και οι μηχανισμοί παρακολούθησης στη χώρα ακολουθούν τη μεθοδολογία και τις εξελίξεις σε τεχνολογικές υποδομές των οργανισμών της Ε.Ε.».
Απευθυνόμενος, στο σημείο αυτό μάλιστα, στα έδρανα της αξιωματικής αντιπολίτευσης είπε: «Γι’ αυτό και δεν μπορείτε να ξεκολλήσετε κύριοι του ΣΥΡΙΖΑ και άλλοι εδώ μέσα, από αυτήν τη λογική και υπηρετείτε, όπως και η ΝΔ αυτό το κράτος, αυτούς τους μηχανισμούς, αυτήν την παραβίαση λαϊκών δικαιωμάτων και ελευθεριών».
Κλείνοντας επανέλαβε την θέση του ΚΚΕ για συγκρότηση εξεταστικής επιτροπής που «θα διερευνήσει την υπόθεση του προέδρου του ΠΑΣΟΚ και την παρακολούθηση του τηλεφωνικού κέντρου ενός πολιτικού κόμματος, του ΚΚΕ, καθώς και των δημοσιογράφων». Εν κατακλείδι, «η πρότασή μας και η συμμετοχή μας σε αυτή, έχει κυρίως το χαρακτήρα της αποκάλυψης, της ενδυνάμωσης ταυτόχρονα της θέλησης και της δράσης με την λαϊκή αντεπίθεση», κατέληξε ο Δ. Κουτσούμπας.