today-is-a-good-day
16 C
Athens

Η πρωτοχριστιανική, βυζαντινή και οθωμανική Σμύρνη

Το οδοιπορικό στην πόλη που κάποτε ονομαζόταν «Μαργαριτάρι της Ανατολής» στην Σμύρνη, συνεχίζεται σήμερα, με αφορμή τα 100 χρόνια από τη μικρασιατική καταστροφή. Θα σταθούμε στη Σμύρνη των πρώτων Χριστιανών, όπως και των Βυζαντινών και θα δούμε τι έγινε ύστερα από την κατάκτησή της, και πώς πολέμησε κατά τον 13ο αιώνα τους σταυροφόρους και τον 15ο τον Ταμερλάνο, και τον Σουλτάνο Μουράτ Β’.

Η Σμύρνη υπήρξε από τις πρώτες χριστιανικές κοινότητες της Μικράς Ασίας σύμφωνα με την Τόνια Καφετζάκη. Η ίδρυση της εκκλησίας της, μίας από τις αρχαιότερες (αναφέρεται στις «επτά εκκλησίες της Ασίας» στην Αποκάλυψη του Ευαγγελιστή Ιωάννη), αποδίδεται στον Απόστολο Παύλο. Κατά την πρωτοχριστιανική περίοδο, επίσκοποι διετέλεσαν ο Αγιος Βουκόλος και ο Αγιος Πολύκαρπος. Ο τελευταίος (69-155 μ.Χ.), μαρτύρησε στο στάδιο του Πάγου. Αρχικά ήταν επισκοπή υπαγόμενη στη μητρόπολη της Εφέσου, αλλά σύντομα αποσπάστηκε για να αποτελέσει τη μητρόπολη Σμύρνης. Ο όρος “Καθολική Εκκλησία” χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά το 110 μ.Χ. σε επιστολή του Αγίου Ιγνατίου Αντιοχείας προς την Εκκλησία της Σμύρνης.

Ο Πέτρος Μεχτίδης τονίζει πως η Σμύρνη κατά τους βυζαντινούς χρόνους εξελίχτηκε στο σημαντικότερο λιμάνι των παραλίων της δυτικής Μ. Ασίας μετά την παρακμή της Εφέσου και της Μιλήτου από τις προσχώσεις του Κάυστρου και του Μαιάνδρου.

Παρά τις επισκευές των τειχών από τον Αρκάδιο και τον Ηράκλειο οι Άραβες με αρχηγό τον Muawiya λεηλάτησαν την πόλη το 654 και την κατέλαβαν το 672/3. Ο Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος την αναφέρει ως πόλη του θέματος Θρακησίων και πρωτεύουσα του θέματος Σάμου. Έως το 1097 την πόλη κατείχε ο Σελτζούκος Τζαχάς διενεργώντας επιδρομές στα γειτονικά παράλια και νησιά.

Προπύργιο των Βυζαντινών

Υπήρξε προπύργιο των Βυζαντινών εναντίον Περσών, Αράβων, Τούρκων. Μετά την άλωση του 1204 από τους Σταυροφόρους, η Σμύρνη περιήλθε στους Ναΐτες ιππότες. Ακολούθησαν προσπάθειες ανακατάληψής της από τους Βυζαντινούς, ενώ πολιορκήθηκε επανειλημμένως από Τούρκους. Στις αρχές του 15ου αι. η επίθεση του Ταμερλάνου επέφερε μεγάλη καταστροφή και εκτεταμένη σφαγή των κατοίκων της.

Η καταστροφή περιγράφηκε με τρόμο από τον Μιχαήλ Δούκα: “… Μόλις κατέλαβαν την ακρόπολη, συγκέντρωσαν σε ένα σημείο τους αιχμαλώτους, που μαζί με τις γυναίκες και τα παιδιά ξεπερνούσαν τους χίλιους και τους οδήγησαν εμπρός στον Τεμήρ ο οποίος έδωσε εντολή να αποκοπεί δια ξίφους το κεφάλι όλων. Μάλιστα έχτισε ένα πύργο, συναρμόζοντας μία πέτρα με ένα κεφάλι…έτσι που όλα τα πρόσωπα κοιτούσαν προς την εξωτερική επιφάνεια. Μάτια ανθρώπου δεν είχαν ποτέ ξαναδεί παρόμοιο φρικτό και κτηνώδες ανοσιούργημα”. Για να ανακάμψει από αυτόν τον τρόμο έπρεπε να περάσουν πολλά χρόνια.

Τελικά το 1425, επί σουλτάνου Μουράτ Β’, πέρασε στους Οθωμανούς και αποτέλεσε στο εξής ένα από τα σαντζάκια του βιλαετίου του Αϊδινίου.

Στη διάρκεια της οθωμανικής περιόδου αναδείχθηκε σε σημαντικό εμπορικό σταθμό, προσελκύοντας Τούρκους, Έλληνες, Αρμένιους, Δυτικοευρωπαίους, που σταδιακά εγκαταστάθηκαν σε αυτήν αυξάνοντας τον πληθυσμό της. Στις αρχές του 17ου αι. αριθμούσε περίπου 30.000 κατοίκους, ενώ στις αρχές του 19ου ξεπερνούσε τους 100.000. Από αυτούς το ένα τρίτο και πλέον ήταν Έλληνες, υπολογίζει η Τόνια Καφετζάκη.

Ο 18ος αι. ήταν ο αιώνας που την ανέδειξε στο πιο σημαντικό διεθνές λιμάνι της ανατολικής Μεσογείου. Ένας συνδυασμός παραγόντων έκαναν την πόλη κέντρο του εξαγωγικού και εισαγωγικού εμπορίου μεταξύ Οθωμανικής αυτοκρατορίας και Ευρώπης, μεταξύ της Δύσης, της Περσίας και της Άπω Ανατολής. Βρισκόταν σε συνεχή επαφή με τα μεγάλα κέντρα του Λονδίνου, της Μασσαλίας και του Άμστερνταμ. Ευρωπαίοι έμποροι εγκαταστάθηκαν στον λεγόμενο γαλλικό τομέα της Σμύρνης, συνεργαζόμενοι με Έλληνες και Αρμένιους εμπόρους για τις υποθέσεις τους στο εσωτερικό της Ανατολίας. Με άλλα λόγια η Σμύρνη είχε κεντρικό ρόλο στην ενσωμάτωση της ανατολικής Μεσογείου στη διεθνή αγορά.

Ακολούθως, στη διάρκεια του 19ου και τις αρχές του 20ού αι. η Σμύρνη γνώρισε εντυπωσιακή οικονομική ανάπτυξη και αναδείχθηκε σε πολυεθνική, κοσμοπολίτικη μεγαλούπολη. Η δημογραφική της ανάπτυξη, τα λιμενικά έργα (κατασκευή προκυμαίας), η αρμονική συνύπαρξη στοιχείων της Ανατολής και της Δύσης την κατέστησαν μία εύπορη, ευτυχισμένη, κοσμοπολίτικη πρωτεύουσα της ανατολικής Μεσογείου. Στις αρχές του 20ού αι. ήταν το δεύτερο, μετά την Κωνσταντινούπολη, εμπορικό και βιομηχανικό κέντρο της αυτοκρατορίας.

Το ελληνικό στοιχείο

Η Τόνια Καφετζάκη παρατηρεί πως το ελληνικό στοιχείο της πόλης, ενισχυμένο ιδιαίτερα και από μετανάστες από την κυρίως Ελλάδα, οι οποίοι από τα μέσα του αιώνα εγκαθίσταντο στη Σμύρνη, αναζητώντας μία καλύτερη τύχη, προόδευσε ιδιαίτερα. Οι Έλληνες διακρίθηκαν στις οικονομικές δραστηριότητες, ενώ αναπτύχθηκαν και πνευματικά. Η ελληνική κοινότητα διέθετε αξιόλογα σχολεία, εκδοτικούς οίκους, εφημερίδες, θέατρα, αθλητικούς ομίλους και άλλα. Η παρουσία τους ήταν τόσο έντονη, που η Σμύρνη πήρε το προσωνύμιο «Γκιαβούρ Ιζμίρ», δηλαδή «Άπιστη Σμύρνη» (σ.σ. στο θέμα αυτό έχουμε ήδη αναφερθεί).

Το 1919 η Σμύρνη βρέθηκε υπό προσωρινή ελληνική διοίκηση. Η Συνθήκη των Σεβρών (Ιούλιος 1920) καθόριζε ότι μία ζώνη γύρω από την περιοχή της Σμύρνης θα έμενε για πέντε χρόνια υπό ελληνική διοίκηση και στο τέλος της πενταετίας οι κάτοικοι με δημοψήφισμα θα αποφάσιζαν την ενσωμάτωσή τους ή μη στο ελληνικό κράτος. Στη διάρκεια της ελληνικής διοίκησης πολλά έργα έγιναν στη Σμύρνη, ανάμεσά τους και η ίδρυση πανεπιστημίου.

Η εγκατάλειψη της Ελλάδας από τους συμμάχους της, η κατάρρευση του μετώπου και η ήττα άλλαξαν την πορεία αυτή. Τον Σεπτέμβριο του 1922, τουρκικός στρατός και άτακτοι (Τσέτες) εισέβαλαν στην πόλη. Η Σμύρνη αποτεφρώθηκε στο μεγαλύτερο μέρος της από πυρκαγιά που ξεκίνησε από την αρμένικη συνοικία και κατέκαψε και την ελληνική, ενώ ο πληθυσμός της κατέφυγε στο λιμάνι ζητώντας απεγνωσμένα διαφυγή. Όσοι διεσώθησαν κατέφυγαν ως πρόσφυγες στην Ελλάδα. Τον ίδιο χρόνο αλλά και στη διάρκεια του 1923 και του 1924 κατέφθασαν στην Ελλάδα όλοι οι ελληνικοί πληθυσμοί της Τουρκίας, όπως όριζε η Συνθήκη της Ανταλλαγής, που υπογράφηκε στο πλαίσιο της Συνθήκης της Λωζάνης. Ο μικρασιατικός ελληνισμός εγκατέλειψε τις εστίες του. Οι χαμένες πατρίδες έγιναν οδυνηρή νοσταλγία για την πρώτη γενιά, ανάμνηση και ταυτότητα για τις επόμενες.

Η Σμύρνη του 19ου αι. και του 20ού αι. αναδείχθηκε σε σύμβολο του μικρασιατικού ελληνισμού, της οικονομικής και πολιτισμικής ακμής του. Πέρασε στη σφαίρα του μύθου. Το οδυνηρό της τέλος συμβόλισε τον αφανισμό του ελληνισμού από τη Μικρά Ασία και την τραγική κατάληξη της Μεγάλης Ιδέας. Επιβίωσε στη συλλογική εθνική μας συνείδηση, αλλά και στο συλλογικό μας ασυνείδητο, Μικρασιατών και μη, ως το απόλυτο σύμβολο του μείζονος ελληνισμού, ο χαμένος παράδεισος, η τραυματική εθνική απώλεια, η Καταστροφή.

Σφαγές των Χριστιανών

Ο χριστιανικός πληθυσμός της Σμύρνης είχε υποστεί σφαγές και πριν το 1922, σημειώνει η Caterina Ruscio στην Εγκυκλοπαίδεια του Ιδρύματος Μικρασιατικού Ελληνισμού (Μετάφραση, Αφροδίτη Καμάρα). Η πρώτη σημαντική περίπτωση ήταν κατά τα Ορλωφικά το 1770. Τότε είχαν συρρεύσει στη Σμύρνη περί τους 4.000 ενόπλους μουσουλμάνους από διάφορα μέρη με σκοπό να αντιμετωπίσουν τυχόν απόβαση των Ρώσων. Όταν  έγινε γνωστή η καταστροφή του Οθωμανικού στόλου στη ναυμαχία του Τσεσμέ, μουσουλμανικός όχλος επιδόθηκε για εκδίκηση σε σφαγή Ελλήνων και άλλων χριστιανών, ακόμα και Ευρωπαίων. Κατά την εκτίμηση του Γάλλου προξένου Πεϊσονέ σφαγιάστηκαν 1000-1500 άτομα. Τότε ο αριθμός των Ελλήνων στην πόλη ανερχόταν σε περίπου 20.000 άτομα.

Σφαγές εναντίον Ελλήνων και άλλων χριστιανών έγιναν επίσης το Μάρτιο του 1797, με αφορμή το φόνο ενός γενίτσαρου από χριστιανούς. Σε αντίποινα, γενίτσαροι και μουσουλμανικός όχλος σκότωσαν περί τους 1500 έως 2000 Έλληνες, σύμφωνα με εκτιμήσεις ξένων διπλωματών που ζούσαν στη Σμύρνη.

Πολλές βιαιότητες και σφαγές, υπήρξαν και κατά τους πρώτους μήνες της Επανάστασης του 1821. Η είδηση για την επανάσταση στη Βλαχία έφτασε στη Σμύρνη την 17/29 Μαρτίου οπότε άρχισαν μαζικοί διωγμοί και σφαγές χριστιανών, ακόμα και Δυτικών (“Φράγκων”).

Ένα άγνωστος Μικρασιάτης δωρητής αγόρασε μπαρούτι από τη Σμύρνη και το Αϊβαλί και το προσέφερε μυστικά στον Αγώνα στα μέσα Μαρτίου του 1821. Με το μπαρούτι αυτό έγινε η απελευθέρωση της Καλαμάτας. Συνολικά αγόρασε 270 βαρέλια μπαρούτι -12 οκάδων το ένα – και έξι καντάρια μολύβι (κάθε καντάρι ισούται με 57 κιλά) και τα προσέφερε ως δωρεά στον Αγώνα με προορισμό την Πελοπόννησο.

Σύμφωνα με την απογραφή του αγγλικού προξενείου που έγινε το 1891, η ευρύτερη περιοχή της Σμύρνης (βιλαέτι του Αϊδινίου) τότε είχε συνολικό πληθυσμό 207.000. Από αυτούς, οι Έλληνες ήταν 107.000, Τούρκοι 52.000, Εβραίοι 23.000, Αρμένιοι 12.000, Ιταλοί 6.500, Γάλλοι 2.500, Αυστριακοί 2.200 και Άγγλοι 1.500. Ενώ ο Γάλλος περιηγητής Ντεκάμ, που βρέθηκε στη Σμύρνη μεταξύ 1888-1889 αναφέρει ότι 80.000 Έλληνες κατοικούσαν μέσα στη πόλη.

Μέχρι πριν την καταστροφή του 1922 η Σμύρνη (μόνο η πόλη) αριθμούσε 370.000 κατοίκους, εκ των οποίων 165.000 ήταν Έλληνες, 80.000 Οθωμανοί Τούρκοι, 55.000 Εβραίοι, 40.000 Αρμένιοι, 6.000 Λεβαντίνοι και 30.000 διάφοροι άλλοι ξένοι. Σύμφωνα με τον Τζορτζ Χόρτον, Αμερικανό πρόξενο της πόλης, την εποχή εκείνη ξεπερνούσε τους 500.000 κατοίκους. Επικρατούσα γλώσσα ήταν η ελληνική.

Η παρουσία αυτή σημαδεύτηκε από τα διάφορα έργα που τους ανατέθηκαν, κυρίως από πλούσιους Έλληνες εμπόρους που είχαν επαφές με την Ευρώπη. Έτσι, το τελωνείο της Σμύρνης κατασκευάστηκε από τον Γουστάβ Άιφελ, αρχιτέκτονα του ομώνυμου Παρισινού Πύργου, το Και από Γαλλική εταιρεία με πλάκες από τη Νάπολη, ενώ το Ρολόι στην πλατεία Διοικητηρίου (Κονάκ) ήταν δώρο του Γουλιέλμου Β’. Η Ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική σε συνδυασμό με την τοπική έδωσε τον όρο “Σμυρναίικο σπίτι” ως κάτι ξεχωριστό στο είδος του. Ο πολυταξιδεμένος Αδαμάντιος Κοραής ανέφερε για την πατρίδα του, τη Σμύρνη, ότι η καλαισθησία των κατοικιών της συγκρίνεται με την αντίστοιχη του Παρισιού. Στην πόλη λειτουργούσαν ξένες και ελληνικές λέσχες που διοργάνωναν χορούς και άλλες δεξιώσεις για φιλανθρωπικούς, συνήθως, σκοπούς.

* Το λογότυπο είναι της Ομοσπονδίας Προσφυγικών Σωματείων Ελλάδος και έγινε για τα 100 χρόνια από την Μικρασιατική Καταστροφή

Αγγελική Κώττη

Διαβάστε επίσης

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ