Η εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία και η παρατεταμένη, πλέον, κρίση εκεί ανέδειξε και θα συνεχίσει να αναδεικνύει όλο και πιο έντονα μια νέα πραγματικότητα, όχι και τόσο ευχάριστη για τις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά κυρίως για την Ευρώπη. Αυτή η νέα πραγματικότητα έχει να κάνει με το γεγονός ότι πλέον ο κόσμος δεν περιστρέφεται γύρω από τις επιθυμίες και τις απόψεις της Αμερικής και κυρίως δεν είναι ευρωκεντρικός. Αυτό είναι πλέον ξεκάθαρο και ισχύει σε ιδεολογικό επίπεδο, αλλά κυρίως σε επίπεδο συμφερόντων. Όσο πιο σύντομα αυτό γίνει κατανοητό στην Ουάσιγκτον αλλά και στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, τόσο πιο σύντομα θα επιλυθούν τα προβλήματα που έχουν προκύψει και θα συνεχίσουν να προκύπτουν για τη Δύση ευρύτερα, αλλά κυρίως για τους λαούς και την καθημερινότητα των δυτικών χωρών.
Του Δημήτρη Γ. Απόκη *
Επιφανειακά, οι σχέσεις ΗΠΑ και Ευρώπης, με δεδομένο ότι η Ευρώπη μέσα από την κρίση στην Ουκρανία επέλεξε να παίξει το ρόλο του απλού παραστάτη της Αμερικής, με μια σειρά χωρών στον υπόλοιπο κόσμο, μοιάζουν να κινούνται σε θετικά επίπεδα. Παρόλα αυτά υπάρχουν σαφείς ενδείξεις, ότι πέρα από τη Ρωσία που οι μάσκες, με αφορμή την Ουκρανία, έπεσαν, οι σχέσεις με την Κίνα, την Ινδία, σημαντικές χώρες του Περσικού Κόλπου, της Μέσης Ανατολής, της Βόρειας Αφρικής, την Ασίας, και να μην ξεχνάμε την Τουρκία, ουσιαστικά αντιμετωπίζουν πλέον συστημικά και σημαντικά προβλήματα.
Μπορεί με τις περισσότερες από αυτές τις χώρες Αμερική και Ευρώπη, να μοιράζονται αρκετά συμφέροντα, σε κάποιες περιπτώσεις, σε στρατηγικό, σε κάποιες άλλες, σε οικονομικό επίπεδο. Ταυτόχρονα όμως, αρχίζει να αποδεικνύεται ότι υπάρχει μεγάλο χάσμα με σημαντικές διαφορές στις αξίες και τις αντιλήψεις. Αν αυτό το γεγονός, στο νέο γεωπολιτικό σκηνικό που διαμορφώνεται, δεν αντιμετωπιστεί με τη δέουσα προσοχή, Αμερική και Ευρώπη, αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο να δουν κρίσιμες, στρατηγικά και οικονομικά, σχέσεις να εκτροχιάζονται.
Αμερική και Ευρώπη, όλο και πιο συχνά βλέπουν το ίδιο πρόβλημα με πολύ διαφορετικούς τρόπους. Για παράδειγμα, σχεδόν στο σύνολό τους οι χώρες που αναφέρονται πιο πάνω, δεν θεωρούν την επίθεση της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας απειλή για την παγκόσμια τάξη. Αμερικανοί και Ευρωπαίοι έχουν ενοχληθεί από τη συνεχή προθυμία αυτών των χωρών να αγοράζουν πετρέλαιο από τη Ρωσία, και να μην συμμετέχουν στην καταιγιστική επιβολή κυρώσεων εναντίον της Μόσχας.
Ένα πολύ μεγάλο πλέον, μέρος του υπόλοιπου κόσμου, δυσανασχετεί με την προσπάθεια Αμερικής και Ευρώπης, να συσπειρώσει την παγκόσμια υποστήριξη για αυτό που πολλοί θεωρούν ως ένα, σε μεγάλο βαθμό, δυτικό πρόβλημα στην Ουκρανία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η παρατήρηση του Ινδού Υπουργού Εξωτερικών, Subrahmanyam Jaishankar, σε συνέδριο την περασμένη εβδομάδα, στην Μπρατισλάβα της Σλοβακίας, ότι οι Ευρωπαίοι μόλις και μετά βίας παρατήρησαν τις επιθέσεις της Κίνας σε συνοριακούς σταθμούς το 2020. Είναι ενδεικτική, μάλιστα, η δήλωση του Ινδού ΥΠΕΞ, ότι “η Ευρώπη πρέπει να ξεκολλήσει από τη νοοτροπία, ότι τα προβλήματα της Ευρώπης είναι τα προβλήματα του κόσμου”.
Γενικότερα, ένα μεγάλο μέρος του πλανήτη, αισθάνεται και πλέον το δείχνει, ότι Αμερικανοί και Ευρωπαίοι, συνασπίζονται για να γράψουν τους παγκόσμιους κανόνες. Όσο περισσότερο οι Αμερικανοί Wilsonians μιλούν για μια διεθνή τάξη βασισμένη στις αξίες, τόσο περισσότερο ένα μεγάλο μέρος του υπόλοιπου κόσμου, ανησυχεί για τη δυτική αλαζονεία. Σημαντικές χώρες, στο διεθνές σύστημα, θέλουν μια ισχυρή Ρωσία και εντός ορίων, μια ισχυρή Κίνα ακριβώς για να βοηθήσει στην προστασία από το είδος της παγκόσμιας τάξης που ο Αμερικανός Πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν και πολλοί από τους συμβούλους του θέλουν να οικοδομήσουν.
Αυτή η πραγματικότητα, που ελάχιστοι, για να μην χαρακτηριστούν υποστηρικτές απολυταρχικών καθεστώτων και αντιδημοκράτες, τολμούν να βάλλουν στο τραπέζι, είναι κάτι που ξεπερνά κατά πολύ, τη μετααποικιακή καχυποψία για τις δυτικές προθέσεις.
Υπάρχει πλέον, ένας νέος δυναμισμός στην εξωτερική πολιτική πάρα πολλών χωρών, που αντιδρά και θα συνεχίσει να αντιδρά όλο και πιο έντονα στην επιβολή και επικράτηση, έναντι της εθνικής τους κυριαρχίας και των εθνικών τους συμφερόντων, των δυτικών διεθνών θεσμών και κανόνων.
Ουσιαστικές διαφορές σε κρίσιμα θέματα, όπως το μεταναστευτικό, οι θρησκευτικές ελευθερίες, οι εργασιακές σχέσεις, τα οικονομικά συμφέροντα, οι πολιτισμικές αντιλήψεις και άλλα πολλά, δεν μπαίνουν πλέον κάτω από το χαλί και δεν υποτάσσονται στις επιταγές και τις αντιλήψεις, Αμερικής και Ευρώπης. Είναι δεδομένο ότι θα προκαλέσουν και θα προκαλούν όλο και πιο πολύ, έντονες διαφωνίες, αντιπαραθέσεις και συγκρούσεις.
Αυτές οι συγκρούσεις δεν πρόκειται να εξαφανιστούν και πιθανότατα θα επιδεινωθούν με την πάροδο του χρόνου. Όλες αυτές οι διαφορές αντίληψης και συμφερόντων είναι εδώ για να μείνουν. Η πεποίθηση πολλών Αμερικανών και των Ευρωπαίων παραστατών τους, ότι έχουν επίσημο καθήκον να λένε στους ανθρώπους, σε άλλες χώρες και πολιτισμούς πώς να ζουν και να επιβάλλουν κυρώσεις, όταν δεν ακολουθείται η συμβουλή τους, έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί.
Από εδώ και στο εξής, για να ευημερούν οι μεταξύ των χωρών διμερείς σχέσεις, και να επικρατεί ισορροπία και σταθερότητα στο διεθνές σύστημα πρέπει Αμερική – Ευρώπη, να βρουν καλύτερους και πιο ευέλικτους τρόπους για να διαχειριστούν αυτά τα κρίσιμα ζητήματα.
Η εξωτερική πολιτική Αμερικής – Ευρώπης, στη νέα εποχή, δεν μπορεί πλέον να αγνοεί τις απόψεις, τα συμφέροντα και την κοινή γνώμη, άλλων χωρών. Η διαχείριση αυτού του κρίσιμου νέου σκηνικού, δεν θα είναι ποτέ εύκολη. Η κατανόηση των ανησυχιών, ο σεβασμός των κατά περίπτωση συμφερόντων και η οικοδόμηση βαθύτερων δεσμών μεταξύ των κοινωνιών θα βοηθήσει. Το ίδιο και οι ήσυχες, χαμηλών τόνων συζητήσεις που αποσκοπούν στην πρόληψη εκρήξεων πριν συμβούν.
Αμερική και Ευρώπη, είναι πλέον απαραίτητο, για το δικό τους συμφέρον, να κινηθούν υπό αυτό το πρίσμα και προς αυτή την κατεύθυνση, εάν θέλουν να επανέλθει μια ισορροπία και σταθερότητα στο διεθνές σύστημα. Και χρειάζονται και οι δυο κάτι τέτοιο. Διότι, όπως αποδεικνύουν οι τελευταίοι μήνες, η λεπίδα του μαχαιριού έχει δυο όψεις, που κόβουν το ίδιο βαθιά.
* Ο Δημήτρης Γ. Απόκης, είναι Διεθνολόγος και Δημοσιογράφος, ειδικός σε θέματα Αμερικανικής Πολιτικής. Απόφοιτος των πανεπιστημίων The American University, School of International Service, και του The Johns Hopkins University, The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies της Ουάσιγκτον, μέλος του The International Institute for Strategic Studies του Λονδίνου, και υπήρξε επί σειρά ετών διαπιστευμένος ανταποκριτής στο Λευκό Οίκο, στο Στέητ Ντιπάρτμεντ και στο Αμερικανικό Πεντάγωνο.