Τα τελευταία χρόνια οι σχέσεις της Τουρκίας με τη Δύση και ειδικότερα με τις Ηνωμένες Πολιτείες διέρχονται μια έντονα ταραγμένη περίοδο, με αφορμή κυρίως τη σχέση που έχει οικοδομήσει ο Ταγίπ Ερντογάν, με τη Ρωσία και τον Πρόεδρό της, Βλαντιμίρ Πούτιν. Παρόλα αυτά η στρατηγική ανοησία του Πούτιν με την παράνομη εισβολή στην Ουκρανία, δημιούργησε ένα άνοιγμα στον Ερντογάν και την Τουρκία, για επαναφορά στους κόλπους της Δύσης και γεφύρωσης του χάσματος που είχε δημιουργηθεί μεταξύ της Ουάσιγκτον και της Άγκυρας. Την ίδια στιγμή, αν και το παράθυρο της Δύσης έχει ανοίξει για την Τουρκία, η παρατεταμένη και αυξανόμενη σε ένταση κρίση της Ουκρανίας, κάνει το χρόνο να μετρά αντίστροφα για την Άγκυρα και τον Ερντογάν.
Του Δημήτρη Γ. Απόκη *
Ο Ερντογάν και η Τουρκία, πολύ πριν προχωρήσει ο Πούτιν στην στρατηγική ανοησία της παράνομης εισβολής στην Ουκρανία, είχε αρχίσει να πιέζεται έντονα και η στιγμή που θα έπρεπε να διαλέξει ανάμεσα σε Ουάσιγκτον και Μόσχα πλησίαζε. Η εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία, έδωσε την ευκαιρία στον Ερντογάν, να εκμεταλλευτεί αυτό το παιχνίδι που παίζει τα τελευταία χρόνια και να το παίξει ειρηνοποιός. Σε αυτό βοήθησε και το γεγονός ότι στην αμερικανική πρωτεύουσα οι άνθρωποι και τα συμφέροντα που διαχρονικά στηρίζουν την Τουρκία, περίμεναν μια αφορμή για να βγουν ξανά στο προσκήνιο και να προωθήσουν ξανά το ρόλο της Άγκυρας, ως χώρας κλειδί για τα συμφέροντα των ΗΠΑ και της Δύσης ευρύτερα.
Ο Πούτιν, είναι γεγονός, έδωσε, αρχικά, ένα άνοιγμα στον Ερντογάν, έτσι ώστε να πουλήσει αυτό το ρόλο του ειρηνοποιού. Στην πορεία όμως και καθώς η επιχείρηση στην Ουκρανία όχι μόνο δεν έχει τα αναμενόμενα αποτελέσματα για τη Ρωσία, αλλά εξελίσσεται σε μια κλιμακούμενη και αυξανόμενη σε ένταση παρατεταμένη σύγκρουση, με αποτέλεσμα ο Πούτιν να μη δείχνει κανένα ενδιαφέρον για τερματισμό του πολέμου. Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ της Ρωσίας και της Ουκρανίας έχουν σταματήσει και δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι υπάρχουν ή δημιουργούνται οι προϋποθέσεις να αρχίσουν και πάλι σύντομα, με αποτέλεσμα ο Τούρκος Πρόεδρος να πιέζεται και πολύ σύντομα να χρειαστεί να πράξει αυτό που αποφεύγει από την αρχή της κρίσης. Δηλαδή να πάρει θέση υπέρ της Δύσης ή να συνεχίσει να παίζει αυτό το παράδοξο δίπολο.
Ο τούρκος Πρόεδρος στην αρχή της σύγκρουσης πίστευε ότι θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τη φιλία του με τον Πούτιν ως μοχλό πίεσης προς τη Δύση. Την ίδια στιγμή το ΝΑΤΟ, εκτίμησε, ότι η συγκυρία και η σχέση του Πούτιν με τον Ερντογάν, θα μπορούσε να λειτουργήσει για μια επαναφορά της Τουρκίας στους κόλπους της Δύσης και ταυτόχρονα να λειτουργήσει ως κανάλι επικοινωνίας με το Κρεμλίνο στην κρίση της Ουκρανίας. Μάλιστα, είναι ξεκάθαρο ότι υπάρχει και διάθεση να ξεχαστούν οι προηγούμενες ατασθαλίες και προκλητικές, εναντίον της Δύσης, κινήσεις και πράξεις της Τουρκίας.
Το μέγεθος της οξύτητας που έχει λάβει πλέον η σύγκρουση της Ουάσιγκτον και της Δύσης με τον Πούτιν και τη Ρωσία, με αφορμή την παράνομη εισβολή στην Ουκρανία, και ειδικά η ενίσχυση της συνοχής της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας, εξαντλεί τη δυνατότητα του Ερντογάν και της Άγκυρας να μην συμπαραταχθεί με τη Δύση και να συνεχίσει να παίζει σε διπλό ταμπλό.
Στην περίπτωση που δεν το κάνει, κινδυνεύει να περιθωριοποιηθεί μια και καλή στο δυτικό στρατόπεδο και αυτό θα της στοιχίσει πολύ. Το κόστος μάλιστα θα είναι πολύ βαρύ με δεδομένη και την άθλια κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η τουρκική οικονομία.
Γίνεται όλο και πιο δύσκολο για τον Ερντογάν να κρατηθεί εκτός των κυρώσεων και έξω από το δυτικό μαντρί. Ακόμα και οι συμφωνίες που έχει με τη Ρωσία και τον Πούτιν, όσο σφίγγει ο κλοιός της Ουάσιγκτον και της Δύσης έναντι του Ρώσου Προέδρου και της Μόσχας, θα είναι δύσκολο να υλοποιηθούν και να είναι τόσο επικερδείς, όσο ήταν μέχρι σήμερα, για τον Ερντογάν και την Τουρκία.
Αυτό, σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει, ότι ο Ερντογάν και η Άγκυρα θα είναι οι χαμένοι του παιχνιδιού. Είναι σίγουρο ότι ο δαιμόνιος τούρκος Πρόεδρος και η αποδεδειγμένα έμπειρη και ικανή τουρκική διπλωματία, συνεπικουρούμενη από ένα σύστημα υποστήριξης στην Ουάσιγκτον, τις Βρυξέλλες και το ΝΑΤΟ, που δεν έπαψε ποτέ να πιστεύει ότι η Τουρκία είναι μια χώρα στρατηγικής σημασίας για τα συμφέροντα της Δύσης, θα αποκομίσουν σημαντικά κέρδη από την κωλοτούμπα και την επάνοδο στο μαντρί της Δύσης.
Είναι πλέον ζήτημα χρόνου, ο Ερντογάν να πάρει την απόφαση, για ολική επαναφορά στη Δύση με σημαντικά ανταλλάγματα και αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να προβληματίσει έντονα την Ελλάδα. Ο χρόνος πραγματικά λειτουργεί αντίστροφα τόσο για τον Ερντογάν και την Τουρκία, αλλά και για την Ελλάδα.
Η πίεση, λόγω της κλιμακούμενης σύγκρουσης της Δύσης με τη Ρωσία, έτσι ώστε να κλείσουν τα ανοικτά θέματα έντασης στην Ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο, θα αυξηθεί σημαντικά και όλοι μπορούμε να φανταστούμε τι σημαίνει αυτό για τα εθνικά μας συμφέροντα.
* Ο Δημήτρης Γ. Απόκης, είναι Διεθνολόγος και Δημοσιογράφος, ειδικός σε θέματα Αμερικανικής Πολιτικής. Απόφοιτος των πανεπιστημίων The American University, School of International Service, και τουThe Johns Hopkins University, The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies της Ουάσιγκτον, μέλος του The International Institute for Strategic Studies του Λονδίνου, και υπήρξε επί σειρά ετών διαπιστευμένος ανταποκριτής στο Λευκό Οίκο, στο Στέητ Ντιπάρτμεντ και στο Αμερικανικό Πεντάγωνο.