Μία δημοσιογράφος της ανεξάρτητης εφημερίδας Novaya Gazeta, ειδικευμένη στα θέματα της Τσετσενίας, εγκατέλειψε τη Ρωσία έπειτα από απειλές του προέδρου της συγκεκριμένης δημοκρατίας του ρωσικού Καυκάσου, ανακοίνωσε σήμερα το μέσο ενημέρωσης στο οποίο εργάζεται.
“Λαμβανομένων υπόψη των πολυάριθμων προσωπικών απειλών που εκτοξεύθηκαν τις τελευταίες ημέρες εναντίον της δημοσιογράφου Ελένα Μιλάτσινα από υψηλόβαθμους αξιωματούχους της Τσετσενίας, η διεύθυνση σύνταξης αποφάσισε να τη στείλει εκτός Ρωσίας”, ανέφερε σχετικά η Novaya Gazeta.
Η Novaya Gazeta είναι ένα από ελάχιστα προπύργια του ελεύθερου Τύπου στη Ρωσία και ο διευθυντής της, ο Ντμίτρι Μουράτοφ, τιμήθηκε το 2020 με το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης. Η δέσμευση της εφημερίδας, ειδικότερα στην κάλυψη των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Τσετσενία, έχει κοστίσει τη ζωή σε πολλούς συνεργάτες της, με την Άννα Πολιτκόφσκαγια να είναι η πιο γνωστή από όσους δολοφονήθηκαν.
Η Ελένα Μιλάτσινα προκάλεσε την οργή των τσετσενικών αρχών κυρίως επειδή τεκμηρίωσε τη διάπραξη εκεί εξωδικαστικών εκτελέσεων.
Ο αυταρχικός ηγέτης της Τσετσενίας Ραμζάν Καντίροφ χαρακτήρισε τον Ιανουάριο στο Telegram τη Μιλάτσινα “τρομοκράτισσα”, με αποτέλεσμα η Novaya Gazeta να καταθέσει αγωγή για “υποκίνηση μίσους”.
“Οι πηγές μου, που οι περισσότερες βρίσκονται σε υψηλόβαθμες θέσεις, λένε πως η απειλή για την προσωπική μου ασφάλεια είναι πλέον αυξημένη, λοιπόν θα τις ακούσω, ακόμη κι αν δεν μου αρέσει καθόλου αυτό”, ανέφερε χθες, Πέμπτη, η δημοσιογράφος στο αντιπολιτευόμενο τηλεοπτικό δίκτυο Dojd.
Η υπόθεση αυτή προστίθεται σε εκείνην γύρω από τον Σαΐντι Γιανγκουλμπάγεφ, Ρώσο πρώην ομοσπονδιακό δικαστή τσετσενικής καταγωγής που έγινε αντίπαλος του Καντίροφ και η σύζυγος του οποίου, η Ζαρέμα Μουσάγεβα, συνελήφθη τον Ιανουάριο στη βόρεια Ρωσία από τις τσετσενικές δυνάμεις της τάξης και μεταφέρθηκε με τη βία στον Καύκασο.
Η σύλληψή της και οι διώξεις με στόχο τον πρώην δικαστή ήγειραν φόβους στη Ρωσία πως οι δυνάμεις του Ραμζάν Καντίροφ, που έχουν κακή φήμη, μπορεί να πραγματοποιούν επιχειρήσεις και εκτός Τσετσενίας.
Κατηγορούμενο για αδράνεια, το Κρεμλίνο αρνήθηκε χθες ότι έχει χάσει τον έλεγχο των αρχών της Τσετσενίας, μιας περιοχής όπου οι ρωσικές δυνάμεις αντιπαρατέθηκαν με αυτονομιστές και στη συνέχεια με ισλαμιστές σε δύο πολυαίμακτους πολέμους τα χρόνια του 1990 και του 2000.
Ο Πούτιν δέχθηκε χθες τον Καντίροφ στο Κρεμλίνο για να συζητήσουν “επείγοντα θέματα”, σύμφωνα με τον Τσετσένο ηγέτη, ο οποίος διαβεβαίωσε πως “ο πρόεδρος μας υποστηρίζει πάντα”.
Οι τσετσενικές αρχές αντιμετωπίζουν εδώ και χρόνια κατηγορίες ότι υποβάλλουν σε βασανιστήρια και κακομεταχειρίζονται κάθε φωνή που ασκεί κριτική καθώς και ομοφυλόφιλα άτομα. Τσετσένοι έχουν εμπλακεί επίσης σε πολλές δολοφονίες προσώπων, όπως ο αντιπολιτευόμενος Μπορίς Νεμτσόφ το 2015.