Με τον αναπληρωτή υπουργό Ανάπτυξης Νίκο Παπαθανάση να κάνει λόγο για «μεταρρυθμιστική τομή με ένα νέο σύστημα, ευέλικτο, λειτουργικό και φιλικό για τους επενδυτές», και την αντιπολίτευση να αμφισβητεί την αποτελεσματικότητά του, κυρίως ως προς την ενίσχυση των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, ολοκληρώθηκε, από την επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής, η επεξεργασία του αναπτυξιακού νομοσχεδίου, «Ελλάδα Ισχυρή Ανάπτυξη».
Το νομοσχέδιο, μετά από τέσσερις πολύωρες συνεδριάσεις της Επιτροπής, ψηφίστηκε κατά πλειοψηφία επί της αρχής και επί των άρθρων του, μόνο από τη ΝΔ. Κατά του νομοσχεδίου, τόσο επί της αρχής όσο και επί των άρθρων, τάχθηκαν ΚΚΕ και ΜέΡΑ25 ενώ ΣΥΡΙΖΑ, ΚΙΝΑΛ και Ελληνική Λύση δήλωσαν ότι επιφυλάσσονται να τοποθετηθούν κατά τη συζήτηση και ψήφισή του από την Ολομέλεια, η οποία προσδιορίστηκε για την ερχόμενη Τρίτη 25 και Τετάρτη 26 Ιανουαρίου.
Την ανάγκη επιμέρους βελτιωτικών αλλαγών επισήμαναν και βουλευτές της ΝΔ, μεταξύ των οποίων οι Θεόφιλος Λιονταρίδης, Στράτος Σιμόπουλος, Γιώργος Καρασμάνης, Στέφανος Γκίκας, Χρήστος Κέλλας και Μανούσος Βολουδάκης.
Κλείνοντας τη συζήτηση στην Επιτροπή και απαντώντας στις επικρίσεις της αντιπολίτευσης, ο αναπληρωτής υπουργός, αρμόδιος για θέματα ιδιωτικών επενδύσεων, Νίκος Παπαθανάσης, επανέλαβε ότι «στην εξαντλητική διαβούλευση που διήρκησε ενάμιση χρόνο, με όλους ανεξαιρέτως τους εταίρους και τους αρμόδιους φορείς, λήφθηκαν υπόψη οι παρατηρήσεις και απόψεις που κατέθεσαν».
Ταυτόχρονα απέρριψε τις αιτιάσεις του ΣΥΡΙΖΑ περί απαξίωσης του αναπτυξιακού νόμου του 2016. «Ποτέ δεν απαξιώσαμε τον προηγούμενο αναπτυξιακό νόμο του ΣΥΡΙΖΑ, γιατί πιστεύουμε ότι πρέπει να βρούμε θέματα και ζητήματα που μας ενώνουν και μπορούν να λειτουργήσουν υπέρ της εθνικής οικονομίας και της ανάπτυξης της χώρας, μετά από μια δύσκολη δεκαετία που πέρασε», σημείωσε και προσέθεσε:
«Βασικός στόχος μας είναι να επιταχύνουμε τις επενδύσεις. Για παράδειγμα. Με τον αναπτυξιακό νόμο του ΣΥΡΙΖΑ μέχρι τον Ιούλιο του 2019 είχαν υπαχθεί 9 επενδυτικά έργα, και από τον Ιούλιο του 2019 και μέχρι τις 31/12/2021, εντάχθηκαν 131 επενδυτικά έργα. Αύξηση δηλαδή 780% των υπαγωγών, η οποία έδωσε μεγάλο αριθμό νέων θέσεων εργασίας».
Ο κ. Παπαθανάσης, μίλησε ακόμα για δύο διαφορετικές εποχές και ανάγκες μεταξύ του 2016 και του 2021 λέγοντας χαρακτηριστικά: «Ήρθαμε να φτιάξουμε ένα νέο νόμο γιατί το 2016 δεν έχει καμία σχέση με το 2022. Είναι δύο διαφορετικές εποχές με διαφορετικές ανάγκες. Είμαστε στο ξεκίνημα των διαρθρωτικών αλλαγών. Κατ ουσία, μετουσιώνουμε όλη την ευρωπαϊκή στρατηγική για την τέταρτη βιομηχανική επανάσταση, η οποία είναι απαραίτητο να συμπεριληφθεί στη δική μας στρατηγική. Ο προηγούμενος αναπτυξιακός νόμος ήταν ένα βήμα πράγματι, αλλά σε μια άλλη εποχή, γιατί σήμερα οι ανάγκες είναι τελείως διαφορετικές».
«Στόχος του νέου νόμου, είναι να έχει τη δυνατότητα να αντλήσει πόρους, να υπάρξει δικλείδα εκτόνωσης των πόρων γιατί η απορροφητικότητα ήταν πολύ μικρή. Χρειάζεται και για το ΕΣΠΑ και για το Ταμείο Ανάκαμψης να δημιουργήσουμε τους άξονες της πράσινης ανάπτυξης. Αυτή όλη η προσπάθεια διευρύνεται και έχει στόχο, πολύ γρήγορα να ξεκινάνε και να ολοκληρώνονται οι επενδύσεις χωρίς το μόρφωμα της γραφειοκρατίας που τους δημιουργεί θανάσιμο εναγκαλισμό», τόνισε.
Ο αρμόδιος για θέματα ιδιωτικών επενδύσεων αναπληρωτής υπουργός Ανάπτυξης, επέμεινε ότι «όλα τα σχέδια δίκαιης ανάπτυξης θα τύχουν ταχείας αδειοδότησης, με το νέο πληροφοριακό πρόγραμμα» απορρίπτοντας την κριτική της αντιπολίτευσης, ότι «ενισχύει παρά απλοποιεί την γραφειοκρατία».
«Ο νέος αναπτυξιακός νόμος επιταχύνει σημαντικά τις διαδικασίες, στηρίζει την καινοτομία και την μικρομεσαία επιχείρηση, που είναι και η ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας, και αγγίζει τους ευρωπαϊκούς στόχους για την πράσινη ψηφιακή μετάβαση. Έχουμε ένα εξαιρετικό εργατικό δυναμικό που πρέπει να το αξιοποιήσουμε. Και θέλουμε επίσης να ανέβει το τουριστικό μας προϊόν ενισχύοντας την μεταποίηση και την αγροδιατροφή», τόνισε.
Έμφαση έδωσε και στην ενίσχυση της περιφέρειας σημειώνοντας: «Ενισχύουμε όλα τα ειδικά καθεστώτα, κυρίως της περιφέρειας που έχει ισχυρή εξαγωγική δυνατότητα, δίνοντας της τα εργαλεία και διευκολύνοντας την να λύσει τα προβλήματα».
Όπως ανέφερε ο κ. Παπαθανάσης, τέσσερις είναι οι παρεμβάσεις που διαφοροποιούν τον νέο αναπτυξιακό νόμο από τον προηγούμενο:
1. εισάγει τα θεματικά καθεστώτα,
2. απλοποιεί την γραφειοκρατία και διευκολύνει τις χαμηλότερες επενδύσεις,
3. υπάγονται στον αναπτυξιακό νόμο και οι μη περιφερειακές ενισχύσεις, και
4. καθιερώνεται ένα πολύ ευέλικτο, γρήγορο πληροφοριακό σύστημα.
«Είναι πολύ σημαντικό ότι υπάρχουν 13 ειδικά καθεστώτα που δημιουργούν τον δικό τους κλάδο και κανείς δεν μπορεί να τους πάρει τα χρήματα που τους αντιστοιχούν. Εμείς προσθέσαμε τη χρηματοδότηση του επιχειρηματικού κινδύνου στο νέο επιχειρείν. Αυτό αφορά νέους που δεν έχουν ξαναεπενδύσει ή ξαναεπιχειρήσει ενώ παράλληλα με τον νέο νόμο, αντί του 38,5% της επένδυσής τους που θα έπαιρναν, τώρα θα καλύπτεται το 70% του επενδυτικού τους σχεδίου. Παράλληλα, στις απολιγνιτικές περιοχές δημιουργείται νέο ειδικό καθεστώς στήριξης τους, χωρίς περιορισμούς», υπογράμμισε.
«Ο νέος αναπτυξιακός νόμος είναι εμβληματικός και θα συνοδεύει την πατρίδα για πολλά χρόνια σηματοδοτώντας την ανάπτυξη που θέλουμε. Θα ανοίγει το παράθυρο, ώστε να λάβει πόρους και από άλλα διαρθρωτικά ταμεία, δίνοντας ένα κλίμα φιλοεπενδυτικού περιβάλλοντος», κατέληξε ο κ. Παπαθανάσης.
Αντιπολίτευση
Από την πλευρά του, ο γενικός εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Χαράλαμπος Μαμουλάκης αμφισβήτησε τα όσα υποστήριξε ο αναπληρωτής υπουργός Ανάπτυξης περί μεταρρυθμιστικής τομής, μείωση της γραφειοκρατίας και επιτάχυνση των διαδικασιών των επενδυτικών σχεδίων. «Οι στόχοι είναι αγαθοί του νομοσχεδίου. Όμως, κανένας από τους τρίτους στόχους του νομοσχεδίου δεν θα πετύχει» είπε, αντιτείνοντας παράλληλα ότι «δημιουργείται περισσότερη γραφειοκρατία με παράλογες αξιώσεις, που έγκειται κυρίως στο ρόλο των ελεγκτών».
«Αφήνει ανοιχτή την πόρτα στην αδιαφάνεια το μοντέλο αξιολόγησης που καθιερώνετε, και πρέπει να αλλάξει. Εντός των νέων ειδικών καθεστώτων υιοθετείτε τον αθέμιτο ανταγωνισμό μεταξύ των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων με τις μεγάλες επιχειρήσεις», ανέφερε ο κ. Μαμουλάκης.
«Η μόνη καινοτομία που θα μπορούσατε να λέτε ότι κάνατε, θα ήταν αν ενσωματώνατε στον νόμο τα κριτήρια των βιώσιμων στόχων των Ηνωμένων Εθνών στο σύστημα κρατικών ενισχύσεων», κατέληξε ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.
Επιφυλάξεις για την αποτελεσματικότητα των νέων διατάξεων, εξέφρασε ο ειδικός αγορητής του ΚΙΝΑΛ, Απόστολος Πάνας. «Δεν διαφωνούμε ως προς τη λογική για την ενίσχυση της ανάπτυξης, όμως η πρόταση σας αυξάνει τον όγκων των δικαιολογητικών που χρειάζονται οι επιχειρήσεις για την υπαγωγή τους στον αναπτυξιακό νόμο και θα υπάρχουν σημαντικές καθυστερήσεις καθώς οι τράπεζες δεν θα μπορούν να ανταποκριθούν στον όγκο αυτό», σημείωσε.
Παράλληλα, έδωσε έμφαση για την ένταξη στα επενδυτικά σχέδια, τόσο των μικρών επιχειρήσεων με ενοικιαζόμενα δωμάτια και καταλύματα όσο και των ξενοδοχείων πρώτης και δεύτερης κατηγορίας, τονίζοντας ότι «ο νέος νόμος αφήνει εκτός της ισχυρής ανάπτυξης το 48,3% των τουριστικών αυτών μονάδων που είναι και η βαριά βιομηχανία της χώρας».
«Εμείς λέμε ναι σε έναν ολοκληρωμένο νόμο, που θα στηρίξει την εξωστρέφεια και τις καινοτόμες επιχειρήσεις με σημαντική παροχή κινήτρων, γιατί μόνο έτσι θα αποτυπωθεί η ανάπτυξη», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Πάνας.
Κατά του νομοσχεδίου τάχθηκε η ειδική αγορήτρια του ΚΚΕ, Διαμάντω Μανωλάκου, υποστηρίζοντας ότι «φέρνει την ανάπτυξη και την κερδοφορία μόνο του κεφαλαίου και των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων αλλά όχι του λαού».
«Όπως και ο προηγούμενος αναπτυξιακός νόμος επί ΣΥΡΙΖΑ έτσι και ο σημερινός, με τους όρους και τις προϋποθέσεις που βάζει, μπαίνει φραγμός στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις για την ανάπτυξη τους. Στον προηγούμενο νόμο, μόλις 744 επενδυτικά σχέδια πολύ μικρών επιχειρήσεων εντάχθηκαν σε σύνολο 80.000. Αλλά και τώρα, η ένταξη τους δεν αφορά παρά ελάχιστες μικρές επιχειρήσεις», ανέφερε.
Από την Ελληνική Λύση, ο ειδικός αγορητής της Βασίλης Βιλιάρδος μίλησε για μεγάλο επενδυτικό κενό που υπερβαίνει τα 150 δισ. ευρώ αλλά και για αρκετή γραφειοκρατία στην αξιολόγηση και στον έλεγχο των επενδύσεων.
Σημείωσε ακόμα ότι, ο έλεγχος των επενδύσεων άνω των 700.000 ευρώ από ορκωτή λογιστή «δεν είναι εγγύηση διαφάνειας» ενώ ζήτησε περαιτέρω αποσαφηνίσεις σχετικά με τη δυνατότητα τροποποιήσεων των ενισχύσεων τους.
Ο ειδικός αγορητής του ΜέΡΑ25, Κρίτων Αρσένης, κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι στόχος της είναι το κλείσιμο των μικρών επιχειρήσεων, ενώ επεσήμανε ότι αποκλείει από τις ενισχύσεις, τους αυτοαπασχολούμενους, εξυπηρετώντας μόνο τους επιχειρηματικούς ομίλους.
Την ανάγκη να ενταχθούν περισσότερες μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις στους κλάδους ανάπτυξης, επισήμαναν από την πλευρά τους βουλευτές της ΝΔ μεταξύ των οποίων οι Θεόφιλος Λιονταρίδης, Στράτος Σιμόπουλος, Γιώργος Καρασμάνης, Στέφανος Γκίκας, Χρήστος Κέλλας και Μανούσος Βολουδάκης.
Οι βουλευτές της ΝΔ, εστίασαν κυρίως τις προτάσεις τους, στην περεταίρω ενίσχυση νησιωτικών ορεινών και απομακρυσμένων περιοχών αλλά και περιοχών που έχουν πληγεί από φυσικές καταστροφές ή έχουν υψηλή ανεργία.
Παράλληλα, ζήτησαν να επανεξεταστεί η αξιολόγηση βιωσιμότητας του επενδυτικού σχεδίου από τις τράπεζες, υποστηρίζοντας ότι θα είναι ένα επιπλέον γραφειοκρατικό εμπόδιο που θα βάζει μεγάλο φρένο στις επενδύσεις, κυρίως των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων.
«Πρέπει να υπάρξει παρέμβαση για να ανοίξουν οι τράπεζες την κάνουλα χρηματοδότησης και σε αυτές τις επιχειρήσεις», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Κέλλας.
Έμφαση έδωσαν και στο να συμπεριληφθεί η ένταξη, στα επενδυτικά σχέδια, των ξενοδοχείων πρώτης και δεύτερης κατηγορίας καθώς και οι ατομικές επιχειρήσεις ενοικιαζόμενων δωματίων και καταλυμάτων, ώστε να τους δοθεί η δυνατότητα να τα εκσυγχρονίσουν, όπως ανέφεραν.
Από την πλευρά του, ο γενικός εισηγητής της ΝΔ, Μάξιμος Συνετάκης, χαρακτήρισε τον νέο αναπτυξιακό νόμο ως «ένα θεσμικό εργαλείο για να εφαρμοστεί στην πράξη το νέο παραγωγικό μοντέλο και το στρατηγικό σχέδιο της κυβέρνησης για την ανάπτυξη».
«Οι αναπτυξιακές μας παρεμβάσεις συνιστούν ένα κοινωνικό συμβόλαιο για το ποια Ελλάδα θέλουμε. Καθιερώνουμε ένα στρατηγικό σχέδιο με το οποίο το κράτος έχει τον ελεγκτικό και εποπτικό του ρόλο για τη δημιουργία ενός φιλικού επενδυτικού κλίματος», ανέφερε και κατέληξε:
«Είναι ένα βήμα προς το μέλλον για το οποίο όλοι διεκδικούμε και αγωνιζόμαστε και αφορά όχι τους λίγους αλλά τους πολλούς».