Η κυβέρνηση του Μαλί διέψευσε πως έγινε οποιαδήποτε ανάπτυξη μισθοφόρων του ομίλου Wagner της Ρωσίας στην επικράτειά της, την οποία ανακοίνωσαν και κατήγγειλαν κάπου δεκαπέντε δυτικές χώρες, οι οποίες συμμετέχουν στον αντιτζιχαντιστικό αγώνα στο κράτος του Σαχέλ.
Η κυβέρνηση στην Μπαμακό «διαψεύδει επίσημα τις κατηγορίες» περί της «υποτιθέμενης ανάπτυξης στοιχείων ιδιωτικής εταιρείας ασφαλείας στο Μαλί» , ανέφερε σε δελτίο Τύπου που δόθηκε στη δημοσιότητα χθες Παρασκευή το βράδυ.
Οι δεκαπέντε δυτικές κυβερνήσεις –Γαλλία, Βέλγιο, Βρετανία, Καναδάς, Τσεχία, Δανία, Εσθονία, Γερμανία, Ιταλία, Λιθουανία, Ολλανδία, Νορβηγία, Πορτογαλία, Ρουμανία και Σουηδία– αναφέρθηκαν προχθές Πέμπτη σε ανάπτυξη στο Μαλί, με τη βοήθεια της Μόσχας, μελών του ομίλου Βάγκνερ, καταγγέλλοντας την εμπλοκή των μισθοφόρων αυτών, που έχουν επέμβει στην Ουκρανία, στη Συρία, στη Λιβύη και σε αρκετές άλλες χώρες της υποσαχάριας Αφρικής.
Η κυβέρνηση του Μαλί «απαιτεί να παρουσιαστούν αποδείξεις από ανεξάρτητες πηγές» για την παρουσία ανδρών του ομίλου Βάγκνερ, σύμφωνα με την ανακοίνωση που υπογράφεται από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο, τον συνταγματάρχη Αμπντουλαγέ Μαϊγκά, που είναι επίσης υπουργός.
Διευκρίνισε πως «όπως και η ευρωπαϊκή εκπαιδευτική αποστολή (EUTM), ρώσοι εκπαιδευτές είναι παρόντες στο Μαλί για την ενίσχυση των επιχειρησιακών δυνατοτήτων των δυνάμεων άμυνας και ασφάλειας».
Το Μπαμακό ζητεί «να κριθεί μάλλον από τις πράξεις της παρά στη βάση φημών» και θέλει «να υπενθυμίσει πως το κράτος του Μαλί δεν έχει συνάψει παρά μια εταιρική διακρατική σχέση με τη Ρωσική Ομοσπονδία, ιστορικό της σύμμαχο».
Αρκετές δυτικές χώρες, ανάμεσά τους η Γαλλία, η Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο και ο Καναδάς, «καταδίκασαν σθεναρά την ανάπτυξη μισθοφόρων στο Μαλί» την Πέμπτη και κατήγγειλαν την «ανάμιξη της κυβέρνησης της Ρωσικής Ομοσπονδίας στην παροχή υλικής υποστήριξης στον όμιλο Βάγκνερ στο Μαλί».
«Καλούμε τη Ρωσία να συμπεριφέρεται υπεύθυνα και εποικοδομητικά στην περιοχή», σημείωσαν οι δυτικές χώρες σε ανακοίνωσή τους, που συνυπέγραψαν το Βέλγιο, η Δανία, η Εσθονία, η Ιταλία, η Λιθουανία, η Νορβηγία, η Ολλανδία, η Πορτογαλία, η Τσεχία, η Ρουμανία και η Σουηδία.
Τα κράτη αυτά συμμετέχουν, στο πλευρό της Γαλλίας, στην Τακούμπα, νέα ευρωπαϊκή αποστολή, αποτελούμενη από ομάδες των ειδικών δυνάμεων, που θα συνοδεύει τον στρατό του Μαλί στις μάχες.
Ως τώρα, η πιθανολογούμενη ανάπτυξη ρώσων μισθοφόρων ισοδυναμούσε με την παραβίαση κόκκινης γραμμής για το Παρίσι. Ωστόσο, οι δυτικές χώρες δεν έφθασαν στο σημείο να απειλήσουν το Μπαμακό με αποχώρηση των δυνάμεών τους, απεναντίας εξέφρασαν την «αποφασιστικότητά τους να συνεχίσουν τη δράση (τους) για να προστατεύσουν τους αμάχους, να υποστηρίξουν τον αγώνα εναντίον της τρομοκρατίας στο Σαχέλ και να συμβάλουν στην αποκατάσταση της σταθερότητας μακροπρόθεσμα».
Την Τετάρτη, ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, ο Άντονι Μπλίνκεν, προειδοποίησε το Μαλί εναντίον των οικονομικών συνεπειών και της αποσταθεροποίησης της χώρας εάν η κυβέρνηση προσλάμβανε τον όμιλο Βάγκνερ.
Οι ΗΠΑ, ακολουθούμενες από την ΕΕ τη Δευτέρα, επέβαλαν κυρώσεις σε βάρος του Βάγκνερ, που πιστεύεται ότι συνδέεται με τον πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν.
Από το 2012, το Μαλί έχει μετατραπεί σε θέατρο επιχειρήσεων τζιχαντιστών οι οποίοι συνδέονται με την Αλ Κάιντα και με το Ισλαμικό Κράτος, καθώς και της βίας «παραστρατιωτικών οργανώσεων άμυνας» και κακοποιών. Ο τακτικός στρατός κατηγορείται επίσης για ωμότητες.
Η βία, που ξέσπασε αρχικά στο βόρειο Μαλί το 2012, εξαπλώθηκε στο κεντρικό τμήμα της χώρας, κατόπιν σε γειτονικές χώρες, στην Μπουρκίνα Φάσο και στον Νίγηρα. Έχει στοιχίσει τη ζωή σε χιλιάδες άμαχους και στρατιωτικούς, ενώ έχει εκτοπίσει εκατοντάδες χιλιάδες κατοίκους, παρά την ανάπτυξη στρατευμάτων από τη Γαλλία, χώρες της Αφρικής και τον ΟΗΕ.
Η κατάληψη της εξουσίας στην Μπαμακό από τους στρατιωτικούς με το πραξικόπημα του 2020 δεν ανέκοψε την κλιμάκωσή της.