Με το που εισήλθε στο Οβάλ Γραφείο, ο σημερινός Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Τζο Μπάιντεν, και παρά την βόλτα που πραγματοποίησε στην Ευρώπη, έγινε σαφές ότι η στρατηγική της Ουάσιγκτον, γεωπολιτικά και γεωστρατηγικά, είχε αρχίσει να στρέφεται προς την Ασία και τον Ειρηνικό Ωκεανό. Άλλωστε, επρόκειτο για μια στρατηγική η οποία είχε τις ρίζες της στη κυβέρνηση Ομπάμα, και ενισχύθηκε κατά της διάρκεια της προεδρίας του, Ντόναλντ Τράμπ.
Του Δημήτρη Απόκη *
Παρόλα αυτά, οι διεθνείς σχέσεις έχουν ιστορικά αποδείξει, ότι έχουν μια δική τους δυναμική, η οποία παρακάμπτει, πολλές φορές βίαια, τις προθέσεις και τους σχεδιασμούς των μεγάλων δυνάμεων και των υπερδυνάμεων.
Αυτή την πραγματικότητα βιώνει πλέον και η κυβέρνηση Μπάιντεν. Η πολιτική του “Asia First”, ξεπερνιέται από τις διεθνείς εξελίξεις, και ο Αμερικανός Πρόεδρος και η κυβέρνησή του, παίρνουν, όχι εθελοντικά, ένα μάθημα της σκληρής πραγματικότητας των διεθνών σχέσεων.
Στην Ευρώπη, η αμερικανική διπλωματία τρέχει και δεν φτάνει να αντιμετωπίσει τον ωμό εκβιασμό και στην ουσία την απειλή της Λευκορωσίας, με όπλο το μεταναστευτικό, στα σύνορα με την Πολωνία. Την ένταση στην Ουκρανία, με την απειλή εισβολής της Ρωσίας, αλλά και την εκτόνωση της εκκολαπτόμενης κρίσης στα Δυτικά Βαλκάνια.
Στη Μέση Ανατολή, από όπου, σημειωτέων, η Ουάσιγκτον, προσπαθεί να αποχωρήσει από την εποχή της κυβέρνησης Ομπάμα, το Αμερικανικό Πεντάγωνο, προσπαθεί να καθησυχάσει τους συμμάχους των ΗΠΑ, στην περιοχή, όσο αφορά τη δέσμευση για την ασφάλεια τους. Δυνάμεις του Αμερικανικού Πολεμικού Ναυτικού, συμμετείχαν με το Ισραήλ, και Αραβικές χώρες, σε πρωτόγνωρες για τα ιστορικά δεδομένα ασκήσεις, στην Ερυθρά Θάλασσα.
Πολύ απλά η Ουάσιγκτον, πιέζεται, από τις διεθνείς εξελίξεις, γεωπολιτικά, να αλλάξει ρότα και να επιστρέψει σε μια διεθνή πολιτική, “Παγκόσμιας Δέσμευσης”, και σίγουρα δεν είναι κάτι που κάνει εθελοντικά. Πρόκειται για ένα γεγονός το οποίο επιβάλλεται από τις ενέργειες των αντιπάλων της Ουάσιγκτον, στη διεθνή σκακιέρα, οι οποίοι έχουν ως στόχο να οδηγήσουν την υπερδύναμη σε μια παρακμή, το συντομότερο δυνατό.
Για τον Πρόεδρο Μπάιντεν και την κυβέρνησή του, το σχέδιο στροφής προς την Ασία και τον Ειρηνικό, είχε και πολιτικό νόημα εσωτερικά, αφού η αποκαλούμενη “προοδευτική” πτέρυγα, που αυτή τη στιγμή κυριαρχούν στο Δημοκρατικό Κόμμα, είναι εναντίον των στρατιωτικών δαπανών που απαιτούνται για μια παγκόσμια δέσμευση της Αμερικής. Προτιμούν ο Αμερικανός Πρόεδρος και η κυβέρνησή του, να επικεντρωθούν σε θέματα όπως η κλιματική αλλαγή, και το “cancel culture”.
Άλλωστε το θέμα της κούρασης των Αμερικανών, με τους συνεχείς πολέμους και την παγκόσμια δέσμευση των ΗΠΑ, είναι κάτι που δεν περιορίζεται στους Δημοκρατικούς. Εκφράστηκε έντονα, και στο κίνημα “America First”, που οδήγησε στην προεδρία Τράμπ, και την πολιτική που εξέφρασε ο πρώην Αμερικανός Πρόεδρος, στη διάρκεια της θητείας του.
Από αυτούς ακριβώς τους λόγους προκύπτει και η αγωνιώδης προσπάθεια της σημερινής Αμερικανικής κυβέρνησης, να επαναφέρει τη διεθνή συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν, από την οποία είχε αποχωρήσει ο Πρόεδρος Τράμπ, όπως και η προσπάθεια να υπάρξει μια κάποιου είδους συμφωνία, με τη Ρωσία σε κάποια ζητήματα, έτσι ώστε μια μειωμένη παρουσία στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή, να ανοίξει το δρόμο για την έμφαση στον πραγματικό στρατηγικό αντίπαλο την Κίνα.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο συλλογισμός και ο σχεδιασμός της κυβέρνησης Μπάιντεν, έχει βάση, παρόλα αυτά είναι ένα σχέδιο το οποίο έχει γίνει ξεκάθαρα αντιληπτό στο Πεκίνο, τη Μόσχα, και την Τεχεράνη, με αποτέλεσμα να κάνουν ότι είναι δυνατό για να αποτρέψουν την επιτυχία αυτής της στρατηγικής της Ουάσιγκτον.
Η σκληροπυρηνική πτέρυγα στο Ιράν, συνεπικουρούμενη από τη Ρωσία και την Κίνα, κάνει τα αδύνατα δυνατά για να αποτύχουν οι προσπάθειες επαναφοράς της συμφωνίας για τα πυρηνικά, δημιουργώντας συνεχώς προβλήματα στη Μέση Ανατολή.
Η Ρωσία και ο Βλαντιμίρ Πούτιν, που η Ουάσιγκτον ήλπιζε ότι λόγω των οικονομικών και άλλων προβλημάτων, θα υποχωρούσε γεωπολιτικά, έτσι ώστε να επιτρέψει την στροφή της Ουάσιγκτον στην Κίνα, στηρίζει και υποδαυλίζει την κρίση με την Λευκορωσία στην Ευρώπη, και κρατά το ΝΑΤΟ και τη Δύση, σε νευρική κρίση με την απειλή εισβολής στην Ουκρανία.
Και για να μην ξεχνάμε έχει γονατίσει την Ευρώπη με την ενεργειακή κρίση, και ενισχύει την παρουσία της στην Νοτιοανατολική Ασία, στην Υποσαχάρια Αφρική, και τη Λατινική Αμερική.
Πολιτικά η ζωή του Αμερικανού Προέδρου και της κυβέρνησή τους, έχει γίνει εξαιρετικά δύσκολη, με δεδομένο ότι οι αποκαλούμενες “προοδευτικές” δυνάμεις στο εσωτερικό των ΗΠΑ, και όχι μόνο, πιστεύουν ότι μια Αμερική που θα παραμείνει δεσμευμένη σε παγκόσμια κλίμακα, είναι καταδικασμένη σε παρακμή και υποχώρηση.
Η πλειοψηφία του αμερικανικού πολιτικού κατεστημένου, και κατά πάσα πιθανότητα η πλειοψηφία της κοινής γνώμης στις ΗΠΑ, δεν φαίνεται να έχει κατανοήσει τη σοβαρότητα της απειλής για την Αμερική και τη Δύση ευρύτερα, της συντονισμένης στρατηγικής αποδυνάμωσης της Ουάσιγκτον, από το Πεκίνο και τη Μόσχα.
Σε αντίθεση με το τι πιστεύουν πολλοί, η Κίνα είναι ένας εξαιρετικά πιο εξελιγμένος και ισχυρός αντίπαλος, από ότι υπήρξε η Σοβιετική Ένωση. Επίσης, παρά την αποδυνάμωση που έχει υποστεί η Ρωσία, η παρουσία του εξαιρετικού γεωστρατηγικού παίκτη που ακούει στο όνομα, Βλαντιμίρ Πούτιν, στο τιμόνι της, με δεδομένο ότι κανείς στη Δύση δεν τον πλησιάζει σε ικανότητες και σχεδιασμό, καθιστά τη Μόσχα σοβαρά υπολογίσιμη απειλή.
Είναι δεδομένο, ότι Πεκίνο και Μόσχα, δεν είναι και οι καλύτεροι φίλοι, και στην περίπτωση που καταφέρουν να οδηγήσουν την Ουάσιγκτον σε παρακμή, άμεσα, θα στρέψουν τα πυρά τους ο ένας εναντίον του άλλου. Παρόλα αυτά στην παρούσα φάση, και οι δύο είναι προσηλωμένοι στη φθορά των ΗΠΑ, και στην αποκόμιση κερδών που θα τους αποβούν χρήσιμα την επόμενη ημέρα.
Ενώ η Δύση και ο ηγέτης της περνά νευρική κρίση και αναζητά στρατηγική πυξίδα, ο Πούτιν, προκαλεί στην Ουκρανία, και το κάνει εκμεταλλευόμενος το στρατηγικό κενό και προετοιμαζόμενος για την ημέρα που θα βρεθεί αντιμέτωπος με το Πεκίνο.
Πρέπει να γίνει αντιληπτό στην Ουάσιγκτον, και στη Δύση ευρύτερα, πως ο σχεδιασμός για στροφή της αμερικανικής στρατηγικής στη διεθνή σκακιέρα προς την Ασία και τον Ειρηνικό Ωκεανό, δεν λειτουργεί επειδή οι στρατηγικοί αντίπαλοι, Κίνα και Ρωσία, έχουν σχέδιο και είναι ικανοί να τον διαταράξουν.
Όσο και να ακούγεται σκληρό και εκτός γραμμής για την εποχή, βρισκόμαστε σε μια κομβική στιγμή στη διεθνή σκακιέρα. Πρέπει άμεσα η ηγεσία της Δύσης, να αναγνωρίσει την πραγματικότητα που επικρατεί και να υπάρξει άμεσα σχεδιασμός αντιμετώπισής της.
Δυστυχώς, οι ηγεσίες στην Ουάσιγκτον και τη Δύση ευρύτερα, φαίνεται να είναι κατώτερες των περιστάσεων, με δεδομένο ότι η στιγμή απαιτεί ένα είδος ηγεσίας στη διεθνή πολιτική, το οποίο δεν έχουμε δει εδώ και δεκαετίες.
Ένα καλό, ιστορικά, παράδειγμα τέτοιας ηγεσίας, είναι η προεδρία του, Χάρι Τρούμαν, ο οποίος αμέσως με το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και την ήττα των δυνάμεων του Άξονα, αν και αντιμετώπιζε παρόμοιες συνθήκες, μια εξαιρετικά πολωμένη Αμερική στο εσωτερικό, μια παρόμοια με τη σημερινή κατάσταση στο Δημοκρατικό Κόμμα, ανέλαβε το κόστος και προετοίμασε τις ΗΠΑ και τη Δύση ευρύτερα για τον Ψυχρό Πόλεμο, που ακολούθησε.
Το πραγματικά σκληρό ερώτημα που τίθεται είναι το ακόλουθο. Μπορεί ο Τζο Μπάιντεν, να γίνει, Χάρι Τρούμαν. Τα γεγονότα μέχρι στιγμής δείχνουν πως κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό. Και αυτό είναι κάτι που πρέπει να μας τρομάζει και ταυτόχρονα, να μας προετοιμάζει, για μια πολύ περίπλοκη και ταραγμένη περίοδο στις διεθνείς σχέσεις.
* Ο Δημήτρης Γ. Απόκης είναι Αναλυτής Διεθνών Σχέσεων, Διεθνολόγος και Δημοσιογράφος, Απόφοιτος του The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies, The Johns Hopkins University, Μέλος του The International Institute for Strategic Studies, και επί σειρά ετών Ανταποκριτής στην Washington DC, διαπιστευμένος στο Λευκό Οίκο, το Στέητ Ντιπάρτμεντ και το Πεντάγωνο