Η Ουγγαρία χρειάζεται να αυξήσει τον αριθμό των ανθρώπων που θα λαμβάνουν ενισχυτική δόση του εμβολίου κατά της COVID-19 προκειμένου να μειωθούν τα κρούσματα, όπως δήλωσε σήμερα στο κρατικό ραδιόφωνο ο πρωθυπουργός της χώρας Βίκτορ Ορμπάν.
Ο ίδιος είπε ότι η κυβέρνηση θα επεκτείνει μέχρι την επόμενη εβδομάδα την ειδική εκστρατεία που καθιστά τα εμβόλια προσβάσιμα σε όλους χωρίς να απαιτείται ραντεβού έπειτα από την έκρηξη νέων κρουσμάτων του κορονοϊού.
Ο πρωθυπουργός είπε ότι “δεν μπορεί να αποκλείσει τίποτα”, αλλά ότι αν η εξάπλωση του ιού μπορεί να περιοριστεί με τον εμβολιασμό τότε δεν θα προκύψει ανάγκη για να ληφθούν μέτρα lockdown.
Την Τετάρτη η γειτονική Σλοβακία ακολούθησε το παράδειγμα της Αυστρίας και επέβαλε λοκντάουν δύο εβδομάδων για να περιορίσει την ραγδαία αύξηση νέων κρουσμάτων.
Ο Ορμπάν δήλωσε ότι η κυβέρνηση θα καταστήσει τα εμβόλια διαθέσιμα στους γονείς που τυχόν επιθυμούν να εμβολιαστούν τα παιδιά τους ηλικίας 5 με 11 ετών και παρήγγειλε δύο εκατομμύρια δόσεις για τον λόγο αυτόν με την πρώτη παρτίδα να αναμένεται τον επόμενο μήνα.
Χθες Πέμπτη, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων (EMA) ενέκρινε την χρήση του εμβολίου της Pfizer για αυτή την ηλικιακή ομάδα.
Η Ουγγαρία, μια χώρα δέκα εκατομμυρίων κατοίκων το ποσοστό εμβολιασμού της οποίας υπολείπεται του μέσου όρου της ΕΕ, κατέγραψε την Τετάρτη 12.637 νέα κρούσματα, αριθμό ρεκόρ.
Η κυβέρνηση του Ορμπάν, η οποία αντιμετωπίζει εκλογές τον Απρίλιο του 2022 και αντιτίθεται σε περαιτέρω λοκντάουν για να μην πληγεί η οικονομία της, ξεκίνησε την περασμένη εβδομάδα εμβολιαστική εκστρατεία προσφέροντας εμβόλια χωρίς να χρειάζεται ραντεβού.
Τα χθεσινά δεδομένα έδειξαν ότι 5,81 εκατομμύρια άνθρωποι–ποσοστό λίγο κάτω από το 60% του πληθυσμού–είναι πλήρως εμβολιασμένοι, ενώ 2,15 εκατομμύρια έχουν εμβολιαστεί και με αναμνηστική δόση.
Η Ουγγαρία έχει καταστήσει τις ενισχυτικές δόσεις υποχρεωτικές για τους υγειονομικούς εργαζομένους και τη χρήση προστατευτικής μάσκας εκ νέου υποχρεωτική από το Σάββατο στους περισσότερους εσωτερικούς χώρους.
Αλλά οι αλλαγές αυτές δεν είναι τόσο αυστηρές όσο έχουν ζητήσει ούγγροι γιατροί καθώς τα νοσοκομεία αντιμετωπίζουν τεράστια πίεση.