«Το μεγαλύτερο πρόγραμμα ενεργειακής αναβάθμισης που σχεδιάστηκε και υλοποιήθηκε ποτέ στη χώρα» ξεκινά ο Δήμος Αθηναίων, όπως αναφέρει σε σχετική του ανακοίνωση. Με το πρόγραμμα αυτό, ύψους 53,6 εκατ. ευρώ, θα αντικατασταθεί ο «παραδοσιακός» τρόπος λειτουργίας του φωτισμού της πρωτεύουσας με τη χρήση νέων τεχνολογιών, που στόχο έχουν να βελτιώσουν και να ενισχύσουν τον δημόσιο φωτισμό σε κάθε σημείο της. Πρόκειται, τονίζει ο δήμος, για «το πρώτο μεγάλο βήμα για τη μετάβαση» της Αθήνας στην εποχή των smart cities, ενώ παράλληλα, σημειώνει, τα οφέλη θα είναι σημαντικά τόσο για το περιβάλλον όσο και για την οικονομία, καθώς η μείωση της ενέργειας που καταναλώνεται για τον φωτισμό της πόλης θα αποφέρει εξοικονόμηση πόρων για τον δήμο. Σύμφωνα με την ανακοίνωση του δήμου, συνολικά 43.678 σύγχρονα φωτιστικά σώματα νέας τεχνολογίας θα τοποθετηθούν στους κοινόχρηστους χώρους, σε αντικατάσταση των σημερινών και στα επτά δημοτικά διαμερίσματα της πόλης. Για τη χρηματοδότηση του προγράμματος εξασφαλίστηκαν πόροι από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων του υπουργείου Περιβάλλοντος, ενώ η υλοποίηση του θα γίνει σε τρία στάδια. Το πρώτο και δεύτερο στάδιο, αναφέρει ο δήμος, θα διαρκέσουν 24 μήνες και μέσα στην περίοδο αυτή θα ολοκληρωθεί η προμήθεια και εγκατάσταση του νέου εξοπλισμού. Παράλληλα, θα γίνουν οι απαραίτητες ρυθμίσεις και θα τεθεί σε πλήρη λειτουργία το νέο σύστημα. Στο τρίτο στάδιο θα γίνει η διαχείριση του δικτύου για το χρονικό διάστημα των δέκα ετών. Ήδη το έργο δημοπρατήθηκε και όπως εκτιμά ο δήμος, οι πρώτες εργασίες θα ξεκινήσουν το καλοκαίρι του 2022, όταν θα έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία που απαιτείται για τους διαγωνισμούς του Δημοσίου. Πλέον, θα γίνεται τηλεδιαχείριση κάθε φωτιστικού σώματος, μέσω ενός Κέντρου Ελέγχου, ο φωτισμός θα διαφοροποιείται σε τέσσερα χρονικά διαστήματα κατά τη διάρκεια της νύχτας και θα ρυθμίζεται αυτόματα ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες αλλά και αναλόγως της παρουσίας ή κίνησης των περαστικών κά. Με σκοπό την επίτευξη του καλύτερου δυνατού αποτελέσματος για αυτό το φιλόδοξο έργο, ο δήμος συνεργάστηκε με το Εργαστήριο Φωτοτεχνίας της Σχολής Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Ο καθηγητής της Σχολής και επικεφαλής του Εργαστηρίου Φραγκίσκος Τοπαλής, αναφερόμενος στη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας και του κόστους συντήρησης που θα επιτευχθεί, επισημαίνει ότι «το δίκτυο Φωτισμού Οδών και Πλατειών στην παρούσα μορφή του καταναλώνει περίπου 36 GWh ανά έτος. Το κόστος αυτής της κατανάλωσης είναι 5,3 εκατ. ευρώ ανά έτος. Μετά την εγκατάσταση του νέου δικτύου, η κατανάλωση θα μειωθεί στις 7,5 GWh ανά έτος, εφόσον εφαρμοστεί το πλέον αποδοτικό σενάριο. Αυτό σημαίνει ότι το κόστος κατανάλωσης ενέργειας θα μειωθεί στο 1,1 εκατ. ευρώ ανά έτος και επομένως θα επιτευχθεί εξοικονόμηση σε ποσοστό περίπου 80%. Αναλόγως θα μειωθεί το κόστος συντήρησης από τις 300.000 ευρώ ανά έτος σήμερα, στις 86.000 ευρώ».
Σε δηλώσεις του, ο δήμαρχος Αθηναίων Κώστας Μπακογιάννης, τόνισε ότι «η Αθήνα εξελίσσεται σύμφωνα με τις απαιτήσεις του 21ου αιώνα. Εργαστήκαμε, βάσει σχεδίου, για την ενεργειακή αναβάθμιση της πόλης, αξιοποιώντας τα τεχνολογικά μέσα που πλέον διαθέτουμε και εξασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο πολύτιμους πόρους για τον Δήμο Αθηναίων. Με την εφαρμογή αυτού του ολοκληρωμένου, καινοτόμου προγράμματος, επιτυγχάνουμε έναν φιλόδοξο στόχο: να αποκαταστήσουμε το αίσθημα της ασφάλειας για όλους τους κατοίκους και -ταυτόχρονα- να αναδείξουμε κάθε όμορφη γωνιά της πόλης, που εξαιτίας της έλλειψης φωτισμού σε αρκετά σημεία, παρέμενε κρυμμένη. Η Αθήνα αποκτά μετά από χρόνια τον φωτισμό που αρμόζει σε μία σύγχρονη, ευρωπαϊκή πρωτεύουσα».