Αυτή την εβδομάδα, πολλές εθνικές ομάδες παίζουν ξανά για την πρόκρισή τους στο Παγκόσμιο Κύπελλο 2022 που θα διοργανωθεί στο Κατάρ.
Το εξαιρετικά πλούσιο εμιράτο στον Κόλπο έχει επικριθεί επανειλημμένα μετά την ανάθεση του Παγκόσμιου Κυπέλλου – στα τέλη του 2010 – κυρίως λόγω της κατάστασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των συνθηκών διαβίωσης των ξένων εργαζομένων. Τώρα το ενδιαφέρον επικεντρώνεται και στην σχέση του Κατάρ με τους ακραίους ισλαμιστές Ταλιμπάν, οι οποίοι ανέλαβαν την εξουσία στο Αφγανιστάν και διατηρούν εδώ και χρόνια αυτό που είναι γνωστό ως το πολιτικό τους γραφείο στην πρωτεύουσα του Κατάρ, Ντόχα. Σημαίνει όμως αυτό ότι η διοργανώτρια χώρα του Παγκοσμίου Κυπέλλου υποστηρίζει τους Ταλιμπάν;
Λίγο μετά την κατάληψη της πρωτεύουσας Καμπούλ, αεροπλάνο του Εμιράτου μετέφερε στο Αφγανιστάν τον συνιδρυτή, δεύτερο στην ιεραρχία των Ταλιμπάν και επικεφαλής του πολιτικού τους γραφείου στο Κατάρ, μουλά Αμπντούλ Γάνι Μπαραντάρ. Στην Γερμανία, οι φωνές για μποϊκοτάζ του Παγκοσμίου Κυπέλλου δυνάμωσαν. Σε αυτές συμπεριλαμβάνεται και εκείνη της υποψήφιας καγκελαρίου των Πρασίνων Αναλένα Μπέρμποκ, ενώ και ο υποψήφιος καγκελάριος Χριστιανοδημοκρατών και Χριστιανοκοινωνιστών (CDU/CSU) Άρμιν Λάσετ επέκρινε επίσης την διοργανώτρια χώρα του Παγκοσμίου Κυπέλλου.
Το Κατάρ πράγματι έχει μια καλή σχέση με τους ισλαμιστές, κάτι που εξηγείται και από το κοινό τους δόγμα, αφού αμφότεροι είναι οπαδοί του σουνιτικού Ισλάμ. Η ανάγνωση του Ισλάμ από τους Ταλιμπάν ανατρέχει στο κίνημα Ντεομπάντι που δημιουργήθηκε στην Ινδία. Για χρόνια αυτό το κίνημα επηρεάστηκε έντονα από το σαουδαραβικό Ισλάμ, τον πουριτανικό και αυστηρά συντηρητικό ουαχαμπισμό, οι αρχές του οποίου εφαρμόζονται επίσης στο Κατάρ.
Αλλά η σχέση τους είναι πιο πολύπλοκη αν δει κανείς την εξέλιξή της στις λεπτομέρειές της.
Κατά την πρώτη διακυβέρνηση των Ταλιμπάν στην Καμπούλ μεταξύ 1996 και 2001, σε αντίθεση με τους γείτονές του στον Κόλπο, τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ), το Κατάρ δεν τους αναγνώρισε. Ταυτόχρονα όμως, το Εμιράτο διατηρούσε «φιλικές» σχέσεις, όπως τις χαρακτήριζαν τότε, με τους Ταλιμπάν.
Στη συνέχεια, το 2013 οι Ταλιμπάν άνοιξαν το πολιτικό γραφείο τους στην πρωτεύουσα Ντόχα. Ωστόσο, το Κατάρ επισημαίνει το γεγονός ότι αυτό έγινε κατόπιν αιτήματος της αμερικανικής κυβέρνησης υπό τον τότε πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα. Εκείνη την εποχή, οι Αμερικανοί αναζητούσαν ένα δίαυλο επικοινωνίας με τους Ταλιμπάν προκειμένου να διαπραγματευτούν την ανταλλαγή αιχμαλώτων.
Αργότερα, τα Κατάρ ανέλαβε επίσης κεντρικό διαμεσολαβητικό ρόλο στην επικοινωνία μεταξύ της Ουάσινγκτον και των Ταλιμπάν. Η Ντόχα φιλοξένησε τις ειρηνευτικές συνομιλίες μεταξύ των δύο πλευρών, οι οποίες ξεκίνησαν υπό τον διάδοχο του Ομπάμα, τον Ντόναλντ Τραμπ. Σύμφωνα με κύκλους του Εμιράτου, το Κατάρ ανταποκρίθηκε και πάλι στο αίτημα των Αμερικανών.
Τις τελευταίες ημέρες, στρατιωτικά αεροπλάνα του Κατάρ και των Ηνωμένων Πολιτειών μετέφεραν πάνω από 40.000 πολίτες από το Αφγανιστάν στην αεροπορική βάση Al-Udeid του Κατάρ, την μεγαλύτερη των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή, σύμφωνα με πληροφορίες από τη Ντόχα. Το Κατάρ αξιοποίησε τις επαφές του με τους Ταλιμπάν για να μεταφέρει με ασφάλεια εκείνους που χρειάζονταν προστασία στο αεροδρόμιο της Καμπούλ. Ανάμεσά τους υπήρχαν και Γερμανοί.