Δεκτό, κατά πλειοψηφία, έγινε και στη δεύτερη ανάγνωσή του, από την αρμόδια επιτροπή της Βουλής, το νομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομικών, το οποίο προβλέπει 18μηνη παράταση του προγράμματος Ηρακλής και τροποποιήσεις στο πτωχευτικό κώδικα.
Υπέρ της αρχής του νομοσχεδίου, που ενσωματώνει στην ελληνική νομοθεσία ευρωπαϊκές οδηγίες, τάχθηκαν μόνο οι βουλευτές της ΝΔ. Από την πλευρά των κομμάτων της Αντιπολίτευσης, το καταψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ, ΚΙΝΑΛ, ΚΚΕ και ΕΛ.ΛΥ ενώ το ΜέΡΑ25 απείχε από τη διαδικασία της ψηφοφορίας.
Τα κόμματα της αντιπολίτευσης εστίασαν τη κριτική τους κυρίως στην προστασία των κοινωνικά ευάλωτων δανειοληπτών και της πρώτης κατοικίας τους, καθώς και στην ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, κατηγορώντας την κυβέρνηση ότι, αφήνει την συντριπτική τους πλειοψηφία εκτός του προγράμματος Ηρακλής 2 ενώ αντίθετα ενισχύει τις τράπεζες και τους μεγάλους δανειολήπτες σε βάρος των φορολογουμένων.
Τις αιτιάσεις αυτές, απέρριψε κατηγορηματικά ο υφυπουργός Οικονομικών, αρμόδιος για το χρηματοπιστωτικό σύστημα, Γιώργος Ζαβός, καταλογίζοντας στην Αντιπολίτευση απουσία σοβαρών, ρεαλιστικών και κοστολογημένων προτάσεων.
Ειδικότερα, ο υφυπουργός Οικονομικών, χαρακτήρισε «ιδιαίτερα σημαντική τη σημερινή μέρα», καθώς όπως είπε, «εγκρίνεται το σχέδιο που υπέβαλε έγκαιρα και αποφασιστικά η κυβέρνηση της ΝΔ, για να διασφαλίσει μια πραγματική ευκαιρία ανάπτυξης για τη χώρα, με την εκταμίευση πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης». Παράλληλα, υπεραμύνθηκε της επέκτασης του σχεδίου Ηρακλής τονίζοντας ότι, «ο ίδιος ο πρωθυπουργός υπογράμμισε τη στρατηγική σημασία του προγράμματος , ως μία από τις τρεις θεμελιακές συνθήκες για να μπορέσει η Ελλάδα να κάνει όχι απλά ένα βήμα στην ανάπτυξη αλλά ένα άλμα 10ετίας».
«Ικανοποιούνται όλοι οι βασικοί λόγοι για να είμαστε αισιόδοξοι για την επιτυχία του προγράμματος Ηρακλής. Σύμφωνα με όλα τα στοιχεία που υπάρχουν, ήδη μειώνονται τα «κόκκινα δάνεια» και μέχρι τέλη του 2022 θα είναι μονοψήφιος ο αριθμός τους» επανέλαβε για μια ακόμα φορά ο κ. Ζαβός και πρόσθεσε ότι «έχει έντονη κοινωνική διάσταση το σχέδιο Ηρακλής 2. «Το διάστημα της πρώτης περιόδου του προγράμματος Ηρακλή, τα κόκκινα δάνεια από 43% που τα παραλάβαμε από τη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, μειώθηκαν στο 27%, δηλαδή είχαμε μείωση περί τα 31με 32 δισ. ευρώ χωρίς να επιβαρυνθούν οι έλληνες φορολογούμενοι», σημείωσε και συμπλήρωσε: «Είναι σημαντική η εξυγίανση των τραπεζών και είναι απαραίτητη για να μπορέσουν να χρηματοδοτήσουν επενδύσεις που θα φέρουν την ανάπτυξη. Εξίσου σημαντικό είναι και να επιτελέσουν τον κοινωνικό τους ρόλο στηρίζοντας την πραγματική οικονομία και κυρίως τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά». Έμφαση έδωσε ο κ. Ζαβός, στην πιστοληπτική ικανότητα της χώρας, τονίζοντας ότι αυτή διαπιστώνεται:
πρώτον: από το γεγονός ότι μειώνονται δραστικά και σταθερά τα κόκκινα δάνεια που ήταν ένα από τα οξύτερα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας,
δεύτερον: από την εμπιστοσύνη των διεθνών αγορών οι οποίες έριξαν το κόστος άντλησης χρηματοδότησης και οι ελληνικές τράπεζες, έχουν πρόσβαση στη ρευστότητα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και
τρίτον: από το γεγονός ότι αυξάνονται κατά 23% οι καταθέσεις.
«Όλα αυτά σηματοδοτούν πολύ καλές εξελίξεις για την ελληνική οικονομία», τόνισε ο κ. Ζαβός ενώ κατηγόρησε το ΣΥΡΙΖΑ ότι «ακόμα και σήμερα δεν απέδειξε ότι έχει πρόγραμμα και κυρίως θέσεις στο θεμελιακό θέμα που αφορά το τραπεζικό σύστημα και την ελληνική οικονομία». «Ναι, υπάρχει μεταρρυθμιστική αποφασιστικότητα της κυβέρνησης της ΝΔ, και ναι, υπάρχει επιτυχία του σχεδίου της, την οποία αμφισβήτησε ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ, αφήνοντας υπόνοιες ότι ο υπουργός και υφυπουργός Οικονομικών, είναι μειωμένης ευθύνης και λογοδοσίας. Δεν έχει ακόμα κατανοήσει ο ΣΥΡΙΖΑ ποια είναι η ουσία του κράτους δικαίου. Και είναι λυπηρό γιατί η χώρα χρειάζεται μια σοβαρή και υπεύθυνη αντιπολίτευση για τα θέματα αυτά», υπογράμμισε ο αρμόδιος υφυπουργός για το χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Απαντώντας σε επικρίσεις της Αντιπολίτευσης, η οποία καταλόγισε σκόπιμες ασάφειες στη κυβέρνηση σε ότι αφορά το δημοσιονομικό κόστος του προγράμματος Ηρακλής, ο κ. Ζαβός αντέτεινε ότι αυτή τη στιγμή για τον έλληνα φορολογούμενο είναι μηδενικό.
Τέλος, διαβεβαίωσε ότι η πορεία των τιτλοποιήσεων βαίνει κανονικά και πρόσθεσε ότι η Τράπεζα Ελλάδος, ως εποπτική αρχή παρακολουθεί τους σέρβερς για την τήρηση των όρων ενώ επεσήμανε ότι «υπάρχουν ασφαλιστικές δικλείδες στη δομή του προγράμματος Ηρακλής, υπάρχει αποθεματικό για τις τιτλοποιήσεις αν χρειαστεί σε ακραία περίπτωση».
«Η ψήφιση του προγράμματος Ηρακλής 2 σηματοδοτεί τη συνέπεια και τη συνέχεια μιας μεγάλης μεταρρύθμισης, στόχος της οποίας είναι, όχι απλώς η εξυγίανση του χαρτοφυλακίου των τραπεζών αλλά κυρίως, αυτές, απαλλαγμένες από τα κόκκινα δάνεια, να μπορέσουν το αμέσως επόμενο διάστημα να διαδραματίσουν επικοδομητικά και αποτελεσματικά τον ρόλο τους και να αιμοδοτήσουν την πραγματική οικονομία. Χρειαζόμαστε το τραπεζικό σύστημα να είναι παρόν στο μεγάλο ραντεβού με την έλευση πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης, ώστε να προσφέρει ρευστότητα για τον αναγκαίο μετασχηματισμό της παραγωγικής βάσης της οικονομίας αλλά και για να έχουμε πολύ περισσότερες μικρομεσαίες επιχειρήσεις που θα είναι εξωστρεφείς και πιο ανταγωνιστικές», κατέληξε ο κ. Ζαβός.
Από την πλευρά του, ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ, Χαράλαμπος Μαμουλάκης, υποστήριξε ότι «είναι συνειδητή κυβερνητική επιλογή η μη ανανέωση της προστασίας της πρώτης κατοικίας ευάλωτων νοικοκυριών».
Παράλληλα, εξέφρασε την άποψη ότι «το σχέδιο Ηρακλής θα δυσκολευτεί να πετύχει τους στόχους του για μείωση των κόκκινων δανείων αλλά και για να ενισχυθούν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τα λαϊκά νοικοκυριά».
Απαντώντας στις κατηγορίες του υφυπουργού Οικονομικών ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει προτάσεις, ο κ. Μαμουλάκης αντέτεινε ότι «αντί να εκτοξεύει ανυπόστατες κατηγορίες καλά θα κάνει να τιμήσει τον θεσμικό του ρόλο και το κοινοβούλιο και να πει ξεκάθαρα πιο είναι το αναμενόμενο κόστος της πολιτικής που καλείται να ψηφίσει η Βουλή».
Ακόμα, χαρακτήρισε «αστεία την κυβερνητική επιχειρηματολογία για την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας», υποστηρίζοντας ότι «είναι καλή πρώτον, εξαιτίας του προγράμματος έκδοσης ομολόγων σε πανευρωπαϊκό επίπεδο και δεύτερον, εξαιτίας του δημοσιονομικού μαξιλαριού των 37 δισ που άφησε ο ΣΥΡΙΖΑ και που η ΝΔ λοιδορούσε διαρκώς μέχρι να βρεθεί στην εξουσία».
« Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι υπέρ του προγράμματος Ηρακλή υπό όρους αυστηρής εποπτείας του τραπεζικού συστήματος και των διαχειριστών. Δεν είναι όμως, όταν αυτός αφορά ευάλωτους δανειολήπτες και εφαρμόζεται χωρίς την προστασία της πρώτης κατοικίας», ανέφερε ο κ. Μαμουλάκης και κατέληξε:
«Υπό συνθήκες ύφεσης, στοχεύοντας σε δάνεια ευάλωτων δανειοληπτών, φτωχών νοικοκυριών και με οφειλές που έχουν ως υποθήκες πρώτες κατοικίες, ο Ηρακλής θα αποδειχθεί ένας εφιάλτης για την κοινωνική συνοχή, την μικρομεσαία επιχειρηματικότητα και για το δικαίωμα στη στέγαση των Ελλήνων πολιτών. Επειδή είναι αδύνατον να διαχωρίσουμε την επέκταση του προγράμματος από την συνολική αντικοινωνική πολιτική της κυβέρνηση στο πεδίο των μη-εξυπηρετούμενων δανείων, εμείς θα καταψηφίσουμε το παρόν νομοσχέδιο».
Ο ειδικός αγορητής του ΚΙΝΑΛ, Μιχάλης Κατρίνης, κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι «αφήνει εκτός του προγράμματος Ηρακλής 2, την συντριπτική πλειονότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, η πρόσβαση των οποίων στην ρευστότητα είναι προϋπόθεση για την επιβίωση τους». «Ο αποκλεισμός των μικρομεσαίων επιχειρήσεων από το τραπεζικό σύστημα αποτελεί το μεγαλύτερο πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας, στο οποίο η κυβέρνηση αδυνατεί να δώσει λύση», τόνισε ο κ. Κατρίνης. Ακόμα, υποστήριξε ότι «τα νούμερα διαψεύδουν οικτρά τους πανηγυρισμούς της κυβέρνησης «ενώ εκτίμησε ότι «η κατάσταση με τα μη εξυπηρετούμενα «κόκκινα δάνεια» θα επιδεινωθεί τραγικά, δημιουργώντας νέα γενιά «κόκκινων δάνείων».
«Η βασική φιλοσοφία του πτωχευτικού κώδικα οδηγεί σε κλείσιμο χιλιάδων μικρών και ατομικών επιχειρήσεων, τη μεταφορά ιδιοκτησίας και επιχειρήσεων σε ξένα χέρια και την απώλεια χιλιάδων θέσεων εργασίας», τόνισε ο κ. Κατρίνης και πρόσθεσε: «Το Κίνημα Αλλαγής διαφωνεί πολιτικά με τις επιλογές σας που εντείνουν το πρόβλημα του ιδιωτικού χρέους και διευρύνουν τις ανισότητες εις βάρος των πιο αδύναμων, γι’ αυτό και καταψηφίζουμε επί της αρχής το νομοσχέδιο».
«Στόχος της νέας νομοθετικής πρωτοβουλίας της κυβέρνησης, δεν είναι η ανακούφιση των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων ή των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων από τα τεράστια και δυσβάσταχτα βάρη των δανείων τους, αλλά το πως θα διευκολυνθούν οι πλειστηριασμοί, ακόμα και πρώτης κατοικίας, προς όφελος των αρπακτικών», υπογράμμισε ο ειδικός αγορητής του ΚΚΕ, Νίκος Καραθανασόπουλος. «Το πραγματικό σχέδιο είναι να επιταχυνθεί η διαδικασία των πλειστηριασμών. Πάνω από 250.000 σχεδιάζεται ότι θα είναι το επόμενο διάστημα. Επί της ουσίας το κυβερνητικό σχέδιο είναι να εξυπηρετήσει το χρηματοπιστωτικό σύστημα σε βάρος των λαϊκών αναγκών και των ελλήνων φορολογουμένων», κατέληξε ο κ. Καραθανασόπουλος.
Ο ειδικός αγορητής της Ελληνικής Λύσης, Βασίλης Βιλιάρδος, υπογράμμισε ότι «με το σχέδιο «Ηρακλής» δεν χάνονται τα «κόκκινα δάνεια» απλώς μεταβιβάζονται με ζημιές στο δημόσιο και εκτίμησε ότι η κυβέρνηση θα αναγκαστεί να φέρει ένα τρίτο ακόμα σχέδιο. Ο κ. Βιλιάρδος χαρακτήρισε, επίσης, «ντροπή τις τροποποιήσεις του πτωχευτικού κώδικα» και πρόσθεσε ότι, «είναι εντελώς απαράδεκτο να μην παρουσιάζεται καμία κοστολόγηση από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους για το πόσο θα επιβαρυνθεί το ήδη μη βιώσιμο χρέος της χώρας». «Εμείς καταψηφίζουμε μια ακόμα μνημονιακή δέσμευση της κυβέρνησης», κατέληξε ο κ. Βιλιάρδος.
Για «νομοσχέδιο που ρίχνει στον Καιάδα τους ευάλωτους δανειολήπτες που δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους», έκανε λόγο ο ειδικός αγορητής του ΜέΡΑ25, Κρίτων Αρσένης. «Το κόμμα μας δεν θα συμμετέχει και δεν θα νομιμοποιήσει με τη ψήφο του το νομοσχέδιο Καιάδα που δεν στηρίζει μικρομεσαίες επιχειρήσεις και νοικοκυριά και καταργεί την προστασία της πρώτης κατοικίας. Για αυτό και θα απέχουμε από όλες τις ψηφοφορίες στο επίπεδο της Επιτροπής», κατέληξε ο κ. Αρσένης.
Από την πλευρά του, ο εισηγητής της ΝΔ, Γιώργος Αμανατίδης υποστήριξε ότι «στόχος της νομοθετικής πρωτοβουλίας της κυβέρνησης με την 18μηνη επέκταση του προγράμματος Ηρακλής, είναι η ενίσχυση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας των τραπεζών, ο δραστικός περιορισμός των κόκκινων δανείων και η στήριξη της πραγματικής οικονομίας με κίνητρα για επενδύσεις».