«Οι νέες αντικειμενικές αξίες ακινήτων που ανακοινώθηκαν σήμερα από την κυβέρνηση φέρνουν αυξήσεις κατά μέσο όρο 19,5% για το 55% των ζωνών στο σύνολο της επικράτειας, ενώ οι επιμέρους αυξήσεις που προκύπτουν είναι ακόμα μεγαλύτερες. Είναι προφανές ότι η αύξηση των αντικειμενικών αξιών θα επιβαρύνει σημαντικά τον ΕΝΦΙΑ σε χαμηλές και μεσαίες ιδιοκτησίες, καθώς και άλλους 20 φόρους και τέλη επί των ακινήτων», υπογραμμίζουν σε κοινή δήλωσή τους η τομεάρχης Οικονομικών, Έφη Αχτσιόγλου, και οι αναπληρωτές τομεάρχες, Κατερίνα Παπανάτσιου και Τρύφωνας Αλεξιάδης, της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία.
Όπως σημειώνουν, «η ασαφής τοποθέτηση της κυβέρνησης ότι η αλλαγή στον ΕΝΦΙΑ θα είναι δημοσιονομικά ουδέτερη, κάθε άλλο παρά διασφαλίζει ότι τα χαμηλά και μεσαία στρώματα δεν θα επιβαρυνθούν από τις φορολογικές αυξήσεις που συνεπάγεται η αύξηση των αντικειμενικών αξιών». «Μάλιστα, η χρονική στιγμή που επιλέγεται να γίνει η αύξηση των αντικειμενικών αξιών, εν μέσω πανδημίας και οικονομικής κρίσης, θα οδηγήσει σε μεγάλες επιβαρύνσεις εκατοντάδες χιλιάδες λαϊκά νοικοκυριά και τα μεσαία στρώματα», προσθέτουν, ενώ καταλογίζουν στην κυβέρνηση πως «η τελευταία παρέμβασή της στον ΕΝΦΙΑ έδειξε ότι κύριο μέλημά της είναι η ελάφρυνση των μεγάλων ιδιοκτησιών και των υψηλών εισοδημάτων».
«Αν, δε, η αύξηση των αντικειμενικών συνοδευτεί από κατάργηση μέρους του συμπληρωματικού ΕΝΦΙΑ, όπως αναφέρουν δημοσιεύματα, τούτο σημαίνει ότι οι κάτοικοι του κέντρου της Αθήνας, οι κάτοικοι της Δυτικής Αθήνας αλλά και όλων των ζωνών των οποίων οι τιμές αυξάνονται, ανεξαρτήτως της οικονομικής τους κατάστασης, θα πληρώσουν την κατάργηση του φόρου των πλουσίων κατοικιών», καταλήγουν.