Την άποψη ότι «η λιτότητα είναι ντεμοντέ», αναπτύσσει ο γραμματέας του ΜέΡΑ 25 Γιάνης Βαρουφάκης σε άρθρο του στην ιστοσελίδα news247.gr και αναλύει την εικόνα που διαμορφώνεται διεθνώς στην προσπάθεια πολλών χωρών να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις της πανδημίας.
Ο κ. Βαρουφάκης επισημαίνει ότι «με τις κυβερνήσεις των ΗΠΑ, της Ιαπωνίας, της Βρετανίας και των κραταιών κρατών-μελών της ΕΕ να ξοδεύουν σαν να μην υπάρχει αύριο – ή, για την ακρίβεια, μπας και υπάρξει αύριο – οι περικοπές κρατικών δαπανών, ώστε να περιοριστεί το κρατικό χρέος, έχουν μπει στον πάγο». Προσθέτει ότι «η απρόσμενα μεγάλη τονωτική ένεση στην αμερικανική οικονομία από την κυβέρνηση Μπάιντεν έβγαλε, προς το παρόν, τη λιτότητα από την ημερήσια διάταξη του δημόσιου διαλόγου. Βέβαια, όπως ο μαζικός τουρισμός, έτσι κι η λιτότητα περιμένει στη γωνία να επιστρέψει δριμύτερη, ακόμα και σε χώρες υπό τον φόβο του πληθωρισμού και της ανόδου των επιτοκίων».
Το ενδιαφέρον, επισημαίνει ο Γραμματέας του ΜέΡΑ 25, είναι ότι «σε “κανονικές” χώρες, η λιτότητα δεν έχει καμία λογική βάση. Το σφάλμα στο οποίο θεμελιώνεται η λιτότητα σε “κανονικές” χώρες, όπως οι ΗΠΑ ή η Βρετανία ή η Γερμανία, είναι η αποτυχία κατανόησης του εξής απλού πράγματος: Πως, αντίθετα με εμάς ως άτομα, το κράτος δεν έχει την πολυτέλεια της ανεξαρτησίας των δαπανών από τα έσοδά του. Αν εσείς αποφασίσετε να μην αγοράσετε ένα ζευγάρι παπούτσια, τα χρήματα που δεν ξοδέψατε σας μένουν. Το κράτος, όμως, δεν έχει αυτή την πολυτέλεια. Αν, σε περίοδο μειωμένων ιδιωτικών δαπανών, το κράτος μειώσει κι αυτό τις δημόσιες δαπάνες του, τότε θα μειωθεί ακόμα γρηγορότερα το σύνολο ιδιωτικών και δημόσιων δαπανών. Ναι, αλλά το σύνολο ιδιωτικών και δημόσιων δαπανών ισούται, εξ ορισμού, με το εθνικό εισόδημα. Με άλλα λόγια, η λιτότητα μειώνει το συνολικό μας εισόδημα και, άρα, τα φορολογικά έσοδα του κράτους. Να γιατί, αντίθετα με εσάς κι εμένα, αν σε δύσκολους καιρούς η κυβέρνηση μειώσει τις δημόσιες δαπάνες θα περικόψει και τα έσοδά της».
Εκτιμήσεις για τις ΗΠΑ
Αναλύοντας την πολιτική Μπάιντεν που έχει προκαλέσει το διεθνές ενδιαφέρον, ο κ. Βαρουφάκης αναφέρει:
«Οι εργοδότες αναφέρουν ότι, τώρα που ανοίγει η οικονομία λόγω επιτυχημένου εμβολιαστικού προγράμματος, αδυνατούν να βρουν υπαλλήλους. Βέβαια, εκείνο που εννοούν είναι ότι δεν βρίσκουν υπαλλήλους διατεθειμένους να δουλέψουν για τα ψίχουλα που τους προσφέρουν! Η απόφαση της κυβέρνησης Μπάιντεν να επεκτείνει έως τον Σεπτέμβρη το επίδομα των 300 δολαρίων την εβδομάδα για τους φτωχότερους τους εξασφάλισε εισοδήματα διπλά από τον κατώτατο ωρομίσθιο – τον οποίο το Κογκρέσο αρνήθηκε να αυξήσει.
«Αν έχω δίκιο, ο κ. Μπάιντεν βρίσκεται αντιμέτωπος με δυσεπίλυτο πρόβλημα: Λόγω της, μετά το 2008, αποσύνδεσης των χρηματαγορών από την πραγματική καπιταλιστική παραγωγή, όποιο μέγεθος και να διαλέξει τονωτικής ένεσης στην οικονομία των ΗΠΑ θα αποδειχθεί ταυτόχρονα ανεπαρκές και υπερβολικό! Ανεπαρκές επειδή, όσο μεγάλη τονωτική ένεση και να κάνει, δεν θα καταφέρει να δημιουργήσει αρκετές καλές θέσεις εργασίας. Και υπερβολικό επειδή, δεδομένης της εξάρτησης πάμπολλων εταιρειών-ζόμπι από τα χαμηλά επιτόκια και το δυσβάστακτο χρέος τους, ακόμα και μια μικρή αύξηση των επιτοκίων θα πυροδοτήσει ακολουθία χρεοκοπιών στην πραγματική οικονομία και ασφυξία στις χρηματαγορές.
«Η μόνη πραγματική λύση, ώστε να εξισορροπηθούν και οι χρηματαγορές και η πραγματική οικονομία, είναι η ενίσχυση της αμερικανικής εργατικής τάξης με χρήμα και με κουρέματα των ιδιωτικών χρεών που την κρατούν δέσμια (π.χ. δανείων που πήραν ο νέοι άνθρωποι για να σπουδάσουν καταβάλλοντας τα γνωστά υπέρογκα δίδακτρα που ζητούν τα ΑΕΙ των ΗΠΑ). Όμως ακριβώς επειδή μια τέτοια ενίσχυση της πλειοψηφίας θα δυνάμωνε το φάντασμα του κ. Πηλ πλανιέται πάνω από τα κεφάλια τους, οι έχοντες και κατέχοντες προτιμούν την επιστροφή στην παλιά, καλή λιτότητα!
«Έτσι κι αλλιώς, αυτό που καίει τους ολιγάρχες δεν είναι η ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας αλλά η διατήρηση της δυνατότητάς τους να υποχρεώνουν τους πολλούς να εργάζονται για αυτούς».