Στο ντοκιμαντέρ «Παιδιά για δυο μπαμπάδες» που προβάλλεται στο 23ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης παρακολουθούμε την ιστορία ενός ζευγαριού ομοφυλόφιλων Ισραηλινών, οι οποίοι ετοιμάζονται να αποκτήσουν δίδυμα μέσω μιας παρένθετης μητέρας από τις ΗΠΑ. «Είναι ένα “ βαλς” μεταξύ συμμετοχής και παρατήρησης στην καθημερινότητά τους», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Γερμανός σκηνοθέτης Χέντρικ Σέφερ (Hendrik Schäfer).
Η ταινία εγείρει μια σειρά από ερωτήματα για τις κοινωνικές νόρμες και το πνεύμα της εποχής μας. Ο θεατής γίνεται μάρτυρας της καθημερινότητας του ζευγαριού στο Ισραήλ και του τρόπου με τον οποίο αντιμετωπίζουν τα οικονομικά, ιατρικά, κοινωνικά και θρησκευτικά εμπόδια που ορθώνει η ισραηλινή κοινωνία στην προσπάθειά τους να βιώσουν το συναίσθημα της πατρότητας.
Στο σημείωμα της ταινίας, ο σκηνοθέτης αναφέρει ότι δεν έχει συναντήσει ποτέ τόσους ομοφυλόφιλους με τη βαθιά επιθυμία να βιώσουν την πατρότητα όσους στο Ισραήλ, ενώ στη Γερμανία φαίνεται να υπάρχει ευρεία αποδοχή σχέσεων χωρίς παιδιά.
Ως παρατηρητής, ο Σέφερ βρήκε ότι στο Ισραήλ είναι βαθιά ενσωματωμένη στην εβραϊκή παράδοση, τον πολιτισμό, τη θρησκεία και την ιστορία η επιθυμία των ανθρώπων να γίνουν γονείς. «Οι φίλοι, η οικογένεια ακόμη και γείτονες θα σε ρωτήσουν ποιο είναι το σχέδιό σου σχετικά με τα παιδιά. Φαίνεται το πιο λογικό και φυσικό πράγμα μετά το σχολείο ή τη στρατιωτική θητεία. Και οι ομοφυλόφιλοι είναι μέρος αυτού όσο και τα ετερόφυλοι. Το Ισραήλ έχει το υψηλότερο ποσοστό γεννήσεων σε όλες τις βιομηχανικές χώρες, 3,2 παιδιά ανά γυναίκα».
«Στη Γερμανία, το ποσοστό είναι το μισό», λέει και υπογραμμίζει την ελευθερία της επιλογής στο Βερολίνο. «Εδώ δεν έχει μεγάλη σημασία, αν έχει κάποιος οικογένεια με παιδιά ή όχι. Γνωρίζω πολύ περισσότερους ανθρώπους που εκτιμούν άλλα πράγματα έναντι των παιδιών: τη σταδιοδρομία τους ή την ανεξαρτησία τους. Ποτέ δεν ένιωσα οικογενειακή πίεση. Είναι μια επιλογή. Ο πλανήτης είναι υπερπληθυσμένος. Οι φίλοι είναι η οικογένειά. Δεν νιώθεις η εξαίρεση αν δεν έχεις παιδιά στη Γερμανία», τονίζει, χωρίς να προτιμά απαραίτητα έναν από τους δύο τρόπους ζωής. «Είναι ωραίο να ξέρεις ότι η σεξουαλικότητά σου δεν σε σταματά από το να γίνεις γονιός, όπως και το ότι η επιλογή σου να γίνεις, είναι ελεύθερη από κριτική».
Προσποιείσαι ότι δεν είσαι εκεί
Ο σκηνοθέτης περιγράφει την αμηχανία της κινηματογράφησης προσωπικών στιγμών. «Είναι σαν ένα μικρό “ βαλς” ανάμεσα στη συμμετοχή και την παρατήρηση. Προσποιείσαι ότι δεν είσαι εκεί. Στην αρχή ένιωσα άβολα, να στέκομαι στο σαλόνι και να τραβάω στιγμές, όπως για παράδειγμα, όταν ο Άλον προσπαθεί να επεξεργαστεί τα συναισθήματά του σχετικά με την είδηση ενός προβλήματος με ένα από τα έμβρυά του. Δεν καταλάβαινα καν όλα αυτά που έλεγαν, τα εβραϊκά μου ήταν περιορισμένα», εξηγεί και προσθέτει ότι μόνο μετά τα γυρίσματα, όταν είδε το βίντεο κατάλαβε πόσο πραγματικά κοντά τους ήρθε και πόσο συγκινητικές είναι κάποιες σκηνές.
Η αλήθεια είναι ότι βλέποντας κάποιος την ταινία νιώθει έντονα την αλήθεια των συναισθημάτων των πρωταγωνιστών. «Ευχαριστώ πραγματικά τους Mότι και Άλον που μοιράστηκαν τις σκέψεις και τη ζωή τους τόσο ανοιχτά μαζί μου. Μου έδωσαν απίστευτη πρόσβαση, όπως και η Κρίστα, η παρένθετη μητέρα. Η αλήθεια είναι θεμελιώδης κατά τη δημιουργία μιας ταινίας. Αλήθεια απέναντι στους χαρακτήρες, αλλά και στην παρατήρηση. Είναι σημαντικό να καταλάβουμε γιατί ένας χαρακτήρας ενεργεί με κάποιο τρόπο, ανεξάρτητα από το αν συμφωνούμε μαζί του ή όχι».
Η καλή ιστορία είναι όπως ένα… κουλούρι!
Η θεματολογία του συνήθως κινείται γύρω από προσωπικά του ενδιαφέροντα και ερωτήματα, όπως το ποιος είναι, ποιοι είναι οι γονείς του -η έρευνα για τον βιολογικό του πατέρα είναι το νέο του πρότζεκτ- ή πως γίνεται κάποιος πατέρας. «Πρέπει όμως να βρίσκεις πρωταγωνιστές που θέλουν να δώσουν ζωή και προοπτική στην ιστορία σου», εξηγεί και παραλληλίζει τη δημιουργία μιας ιστορίας με ένα… κουλούρι. «Το κουλούρι είναι η καθημερινότητα που ζούμε ή η επικαιρότητα. Το γύρω-γύρω είναι το εξωτικό, το νέο, το σχετικά εύκολο να βρει κάποιος. Η τρύπα στο κουλούρι είναι όλα αυτά που προκαλούν συναισθήματα, δυνατές αντιδράσεις. Αυτά τα συναισθήματα είναι παγκόσμια. Ιδανικά μια ιστορία πηγάζει από αυτήν την τρύπα στο κουλούρι. Αν μπορώ να δω και να συνδεθώ με μία ή περισσότερες συναισθηματικές εμπειρίες, αυτό με οδηγεί στο να ξεκινήσω μια ταινία», σημειώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Στην εποχή της πανδημίας έμαθε να φοβάται λιγότερο μήπως χάσει το τι συμβαίνει στον κόσμο, (FOMO- Fear Of Missing Out) την τάση που έχουν γεννήσει κυρίως τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. «Έμαθα να κάνω περισσότερα πράγματα με τα χέρια μου, όπως κηπουρική και ξυλουργική», επισημαίνει, προσθέτει ωστόσο ότι του λείπει πολύ να βρίσκεται με άλλους για την παρουσίαση μιας ταινίας ή να ταξιδεύει σε διεθνή φεστιβάλ ντοκιμαντέρ. Τα αγαπημένα του είναι το DokLeipzig στη Γερμανία και το HotDocs στον Καναδά.
«Εκτός από την παρακολούθηση ταινιών, μου αρέσει όταν οι σκηνοθέτες, ιδίως οι νεότεροι, έχουν την ευκαιρία να συνδεθούν με τους χρηματοδοτικούς εταίρους τους και το κοινό τους μέσω εκδηλώσεων, εργαστηρίων ή προγραμμάτων προώθησης», τονίζει. Θεωρεί σπουδαίο το γεγονός ότι η ταινία του προβάλλεται φέτος στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης καθώς, όπως λέει, «είναι από τα καλύτερα της Ευρώπης» και λυπάται που δεν μπορεί να είναι εδώ.
Έχει επισκεφτεί την Ελλάδα μικρός με τη μητέρα του, λατρεύει το ελληνικό φαγητό -«χτυπάνε όλα τα καμπανάκια των διακοπών», λέει χαρακτηριστικά αναφερόμενος σε αυτό- και θα ήθελε να είχε την ευκαιρία να περάσει στην Ελλάδα περισσότερο χρόνο για μια λιγότερο τουριστική εμπειρία.