«Αναμφίβολα οι διμερείς μας σχέσεις έχουν αναβαθμιστεί τα τελευταία χρόνια, λόγω και της ενεργειακής συνεργασίας της Κυπριακής Δημοκρατίας με την ιταλική εταιρεία ΕΝΙ, η οποία δραστηριοποιείται στην κυπριακή ΑΟΖ. Θεωρώ ευτυχή σύμπτωση το γεγονός ότι η σημερινή μας συνάντηση πραγματοποιείται την ίδια μέρα με την Υπουργική Σύνοδο του EMGF (του ενεργειακού Φόρουμ στο Κάιρο), του οποίου, τόσο η Κύπρος όσο και η Ιταλία, μαζί με άλλα πέντε κράτη, αποτελούν τα ιδρυτικά μέλη, στέλνοντας μηνύματα συνεργασίας στην ευρύτερη περιοχή».
Αυτό δήλωσε ο υπουργός Εξωτερικών της Κύπρου, Νίκος Χριστοδουλίδης, μετά την ολοκλήρωση της συνάντησης που είχε με τον Ιταλό ομόλογό του, Λουίτζι Ντι Μάϊο, σήμερα το μεσημέρι, στη Λευκωσία.
«Είναι κοινή μας πεποίθηση» συνέχισε ο κ. Χριστοδουλίδης, «ότι η δυναμική των ενεργειακών συνεργειών που δημιουργεί το EMGF, είναι στρατηγικής σημασίας για την ευρύτερη περιοχή και όχι μόνο, ενώ συμφωνούμε επίσης ότι η συμμετοχή στο Φόρουμ είναι ανοικτή σε όλα τα κράτη της περιοχής, που είναι έτοιμα να συμμεριστούν το όραμα μας για περιφερειακή συνεργασία στη βάση του Διεθνούς Δικαίου, συμπεριλαμβανομένης της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας, και της βασικής αρχής για επικράτηση σχέσεων καλής γειτονιάς. Στόχος μας δεν είναι άλλος από την δημιουργία και ενίσχυση συνθηκών ειρήνης, συνεργασίας, σταθερότητας και ευημερίας στην ευρύτερη περιοχή».
Ο κ. Χριστοδουλίδης ανέφερε ότι κατά την διάρκεια της συνάντησής του με τον Ιταλό ομόλογό του συζητήθηκαν διμερή ζητήματα, αλλά και οι περιφερειακές εξελίξεις στην ευρύτερη νοτιοανατολική Μεσόγειο, «στην κοινή μας γειτονιά», όπως είπε, «με ιδιαίτερη έμφαση στη συνεργασία των χωρών μας στο σχηματισμό Med 7, τα τεκταινόμενα στη Λιβύη, και βεβαίως το μεταναστευτικό. Η Κύπρος προσδίδει μεγάλη σημασία στη σταθεροποίηση της κατάστασης στη Λιβύη και στηρίζει τις προσπάθειες των Ηνωμένων Εθνών και την πολιτική διαδικασία σχηματισμού μεταβατικής κυβέρνησης που θα οδηγήσει τη χώρα στις εκλογές του Δεκεμβρίου.
Σε ό,τι αφορά στο Μεταναστευτικό, θα ήθελα να επισημάνω τη θετική μας προσέγγιση έναντι του Κειμένου του Συμφώνου για τη Μετανάστευση και το ‘Ασυλο, και την έντονη επιθυμία μας, ως κράτος μέλος πρώτης γραμμής, που δέχεται υπέρμετρες πιέσεις, για ενίσχυση της αρχής της αλληλεγγύης και για τη δημιουργία ενός δεσμευτικού μηχανισμού ανακατανομής δικαιούχων διεθνούς προστασίας».
Σημείωσε ότι «όπως ήταν αναμενόμενο, οι συζητήσεις μας κάλυψαν και τις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο, υπό το φως της τουρκικής παραβατικότητας και των σχετικών, κοινών αποφάσεων και συμπερασμάτων της ΕΕ, και ενόψει του προσεχούς Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Μαρτίου. Η κυριαρχία της Ένωσης πηγάζει και είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την κυριαρχία των 27 κρατών μελών της και ως εκ τούτου, προασπίζοντας συλλογικά την κυριαρχία των κρατών μελών, διασφαλίζουμε και την κυριαρχία της ίδιας της Ένωσης».
Συνεχίζοντας ο κ. Χριστοδουλίδης τόνισε ότι «μέσα σε αυτό το πλαίσιο, και βάσει των σχετικών συμπερασμάτων της ΕΕ, αναμένεται από την Τουρκία να επιδείξει έμπρακτη και ειλικρινή βούληση για βελτίωση των σχέσεών της με την ΕΕ και όλα ανεξαρτήτως τα κράτη μέλη. Η όποια απόφαση για υιοθέτηση θετικής ατζέντας στις σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας, εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από την ‘Αγκυρα, που θα πρέπει, ανάμεσα σε άλλα, να τερματίσει τις οποίες παράνομες τις ενέργειες, τόσο επί εδάφους όσο και επί θαλάσσης, αλλά και να συμβάλει ουσιαστικά προς την επίλυση ενός κατεξοχήν ευρωπαϊκού προβλήματος όπως το Κυπριακό, στην βάση των σχετικών ψηφισμάτων των ΗΕ και των αρχών και αξιών της ΕΕ.
Μιας λύσης του Κυπριακού στη βάση της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας, που θα είναι βιώσιμη και λειτουργική. Η Κύπρος είναι και θα παραμείνει κράτος μέλος της ΕΕ και μετά την επανένωση, και λαμβάνοντας μάλιστα υπόψη την δημόσια διακηρυγμένη επιθυμία της Τουρκίας για ενίσχυση των ευρω-τουρκικών σχέσεων, ο ρόλος της ΕΕ στις διαπραγματεύσεις είναι -ενδεχομένως όσο ποτέ άλλοτε- κρίσιμης και καθοριστικής σημασίας», κατέληξε.