Δυο τμήματα από ένα εντυπωσιακό επιτύμβιο ναόσχημο μνημείο του 4ου αι. π. Χ., που εικονίζουν με τρόπο εξαιρετικό και σχεδόν ολόγλυφα δυο γυναικείες μορφές, ανακαλύφθηκαν πρόσφατα στην Παιανία. Όπως πληροφόρησε το υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, η ανακάλυψη έγινε κατά την πρόσφατη αρχαιολογική σωστική έρευνα στο οικόπεδο ιδιοκτησίας του Δήμου Παιανίας, επί της οδού Παλαιοπαναγιάς, όπου πρόκειται να ανεγερθεί το Νέο Δημαρχείο Παιανίας- Γλυκών Νερών.
Η διάδοση της είδησης ήταν επίσης εντυπωσιακή. «Είναι πολύ μεγάλη η συγκίνηση και η χαρά όταν εντοπίζεις και ανασύρεις τις αρχαιότητες από το χώμα, πόσο μάλλον όταν αντικρίζεις κάτι τόσο σημαντικό. Αλλά είναι και πολύ μεγάλη ικανοποίηση όταν η ίδια αίσθηση μεταδίδεται στο κοινό», δηλώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Πένυ Ζούβελου, αρχαιολόγος της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ανατολικής Αττικής (Εφ.Α.Αν.Ατ.) που διενεργεί τη σωστική έρευνα. Σύμφωνα με την ίδια, παλαιότερες ανασκαφές στο ευρύτερο περιβάλλον του οικοπέδου, γεωμορφολογικό ανάγλυφο και επιγραφικές μαρτυρίες καθιστούσαν αρκετά πιθανή την αποκάλυψη αρχαιοτήτων στο οικόπεδο και ειδικότερα τη διέλευση αρχαίας οδού, ενδεχόμενο για το οποίο είχε προετοιμαστεί και η δημοτική αρχή. Δεν περίμενε, όμως, ένα τέτοιο εύρημα με την έναρξη του αρχαιολογικού ελέγχου.
«Βρέθηκε κατά τη διάνοιξη της πρώτης δοκιμαστικής τομής. Ήταν τελείως αναπάντεχο και συγκλονιστικό. Το μνημείο αυτό ήταν στημένο πάνω από τον τάφο μια εύπορης γυναίκας που έζησε τον 4ο αι. π.Χ. στον αρχαίο δήμο της Παιανίας Καθύπερθεν. Εικονίζονται δυο γυναικείες μορφές: στα αριστερά η νεκρή καθισμένη σε πολυτελή κάθισμα και απέναντι της η θεραπαινίδα της. Όπως προκύπτει και από την ανασκαφή, η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη, το μνημείο βρέθηκε πολύ κοντά στην αρχική του θέση. Ευχόμαστε να είμαστε τυχεροί και να βρούμε τα δυο κεφάλια που λείπουν», συμπληρώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Το εύρημα δεν είναι μοναδικό, είναι όμως πολύ σημαντικό. «Πρόκειται για υψηλής καλλιτεχνικής ποιότητας έργο. Είναι τόσο εξαιρετική η τέχνη με την οποία έχουν αποδοθεί οι μορφές, που αν και ακέφαλες, μεταφέρουν στον θεατή το συναίσθημα της θλίψης και του πένθους», διευκρινίζει η κ. Ζούβελου και συνεχίζει: «Δεν είναι η πρώτη φορά που εντοπίζεται παρόμοιο μνημείο στην Παιανία ή στα Μεσόγεια. Στην αρχαιολογική συλλογή του δημοτικού σχολείου της Παιανίας, η οποία βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Βραυρώνος, περιλαμβάνονται αρκετά επιτύμβια μνημεία, τα οποία έως τον 19ο και τις αρχές του 20ού αι. έρχονταν ακόμα στο φως κατά το όργωμα των αγρών και ήταν ορατά στα ξωκλήσια της περιοχής. Για τα περισσότερα από αυτά, όμως, δεν γνωρίζουμε την ακριβή προέλευση. Όσο σημαντικό και αν είναι ένα εύρημα, αν δεν γνωρίζεις την ακριβή θέση προέλευσής του, τότε έχει χαθεί ένα πολύ μεγάλο μέρος της πληροφορίας. Συνεπώς, η σημασία του επιτύμβιου μνημείου που εντοπίσαμε στο οικόπεδο του Δήμου Παιανίας, πέραν της καλλιτεχνικής του αξίας, έγκειται στο ότι γνωρίζουμε και την ακριβή θέση εντοπισμού του», μας επισημαίνει.
Το ευχάριστο, επίσης, είναι ότι υπάρχει συνεννόηση με τον Δήμο Παιανίας για την ανάδειξη των αρχαιοτήτων που θα προκύψουν από την ανασκαφή στον χώρο όπου θα ανεγερθεί και το νέο Δημαρχείο. Όσο για το ίδιο το εύρημα, προέχει η συντήρηση και η μελέτη του, ενώ η προσδοκία ότι θα βρεθούν κι άλλα μέρη του είναι μεγάλη. «Εκτός από τα κεφάλια των μορφών, είναι πολύ σημαντικό να εντοπίσουμε και την αρχιτεκτονική πλαισίωση του μνημείου, γιατί συνήθως εκεί είναι γραμμένο το όνομα της νεκρής ή και κάποιο επίγραμμα αφιερωμένο σε αυτήν», προσθέτει η αρχαιολόγος της Εφ.Α.Αν.Ατ.
Το μνημείο ενδεχομένως έφτανε σε ύψος τα 2 μ. Ανήκει στο είδος των μνημείων τα οποία παρουσιάζονταν ως προσόψεις ναΐσκων και ήταν στημένα σε βάσεις ή βάθρα πάνω από τον τάφο επιφανών και σε περίοπτες θέσεις, δίπλα σε σημαντικούς οδικούς άξονες, για να διαιωνιστεί η μνήμη των νεκρών. «Αυτό είναι κάτι που σταδιακά οδήγησε σε υπερβολές. Τα μεγάλα και υψηλής ποιότητας επιτύμβια γλυπτά είχαν υψηλό κόστος και οι παραγγελιοδότες τους ήταν εύποροι ιδιώτες, ενώ για να μπορέσει να παραγγείλει ένα παρόμοιο μνημείο ένας απλός πολίτης έπρεπε να ξοδέψει μισθούς χρόνων. Κάπως έτσι οδηγηθήκαμε και στην απαγόρευση δια νόμου από τον Δημήτριο Φαληρέα της κατασκευής πολυτελών ταφικών μνημείων το 317 π.Χ.», πληροφορεί η κ. Ζούβελου.
Όσο για το ποιο εργαστήριο ή γλύπτης θα μπορούσε να φιλοτεχνήσει έναν τέτοιο έργο, μας εξηγεί ότι αυτό είναι κάτι «που πρέπει να μελετηθεί». «Ξέρουμε ότι τον 4ο αι. π.Χ. δραστηριοποιήθηκαν πολύ σημαντικοί γλύπτες, το έργο των οποίων επηρέασε όλη την καλλιτεχνική παραγωγή. Ομοιότητες με άλλα επιτύμβια που έχουν εντοπισθεί στο παρελθόν στα Μεσόγεια, όπως για παράδειγμα η στήλη της Αρχεστράτης από τον Γέρακα, τα οποία χρονολογούνται στην ίδια περίοδο, ενδεχομένως υποδεικνύουν την ύπαρξη κάποιου τοπικού εργαστηρίου. Ό,τι και να πούμε τώρα θα είναι πολύ βεβιασμένο. Χρειάζεται συνολική και συγκριτική μελέτη», υπογραμμίζει.
Οι σωστικές ανασκαφές που διενεργήθηκαν τα προηγούμενα έτη από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Ανατολικής Αττικής εμπλούτισαν σε μεγάλο βαθμό τον αρχαιολογικό χάρτη της περιοχής της Παιανίας, παρέχοντας σημαντικές πληροφορίες για την χωροταξική ανάπτυξη των αρχαίων οικισμών διαχρονικά και σχεδόν αδιάλειπτα, από τη Νεολιθική εποχή (7η και η 6η χιλιετία π. Χ.) ως και τους μεταβυζαντινούς χρόνους. Τα πολυάριθμα ευρήματα των τελευταίων χρόνων ανακοινώθηκαν στο πρόσφατο συνέδριο «Ίδια η μνήμη γινάμενη παρόν», το οποίο διοργάνωσε το ΥΠΠΟΑ. Τα Πρακτικά του συνεδρίου βρίσκονται υπό έκδοση.