Όποιος έχει περάσει από το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο, ξέρει πολύ καλά τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η τριτοβάθμια εκπαίδευση στη χώρα μας και τολμώ να πω πως δέκα διαφορετικοί άνθρωποι ίσως και να είχαν δέκα διαφορετικά ζητήματα να αναδείξουν ως ύψιστης σημασίας.
Το νέο σχέδιο νόμου για την αναβάθμιση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης φέρνει μια σειρά από καίριες, αλλά και τολμηρές παρεμβάσεις. Αποτελεί, όμως, φυσική συνέχεια και μιας από τις πρώτες κινήσεις της Κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη με υψηλό συμβολισμό, αλλά και τεράστια ουσία. Πρόκειται φυσικά για την εμβληματική κατάργηση του ασύλου ανομίας που μάστιζε τα ελληνικά πανεπιστήμια, ή για να είμαστε ακριβείς, για την αποκατάσταση της πραγματικής έννοιας του ασύλου ιδεών και ελεύθερης έκφρασης.
του Βασίλη Γακόπουλου*
Η ίδρυση της Ομάδας Προστασίας Πανεπιστημιακού Ιδρύματος (ΟΠΠΙ), η ελεγχόμενη είσοδος στους χώρους των Ιδρυμάτων, η καθιέρωση ελάχιστης βάσης εισαγωγής με τη συμμετοχή των πανεπιστημίων στη διαμόρφωσή της, ο εξορθολογισμός της διαδικασίας υποβολής μηχανογραφικού δελτίου, αλλά και η καθιέρωση ενός ανώτατου ορίου φοίτησης αποτελούν τομές που στα αλήθεια πηγαίνουν την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση ένα βήμα παραπέρα και μπορούν να φέρουν τα ελληνικά πανεπιστήμια στον 21ο αιώνα.
Αποτελούν και δικαίωση για τη συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας, αλλά και της ακαδημαϊκής κοινότητας που βλέπουν τα αυτονόητα -που όμως επί δεκαετίες δεν ήταν και τόσο αυτονόητα- να παίρνουν επιτέλους σάρκα και οστά. Για εμάς στην ΟΝΝΕΔ, είναι πηγή υπερηφάνειας, καθώς προτάσεις μας που συνδιαμορφώνονται από τα μέλη μας και που κατατίθενται στο δημόσιο διάλογο γίνονται σταδιακά νόμοι του κράτους.
Επομένως, από που προέρχονται πια οι φωνές που καταγγέλουν τις μεταρρυθμίσεις και υπόσχονται «αντίσταση» κατά της «αστυνομοκρατίας» και της υποτιθέμενης «υποβάθμισης» της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που μάλιστα ακούσαμε διά στόματος του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης;
Μα, είναι απλό. Προέρχονται από εκείνους που ως επί το πλείστον ευθύνονται για τη στασιμότητα της Παιδείας μας. Από τους ιδεόληπτους που σηκώνουν τη σημαία της αντίστασης σε οτιδήποτε ξεβολεύει την οπισθοδρόμηση που ονειρεύονται. Από εκείνους που ακόμη και εν μέσω πανδημίας δε διστάζουν να προαναγγέλουν κινητοποιήσεις κατά των μεταρρυθμίσεων.
Ποιοι δεν θέλουν την αναβάθμιση της Παιδείας; Αυτοί που μόνο από μια υποβαθμισμένη τριτοβάθμια εκπαίδευση μπορούν να αντλήσουν νέους οπαδούς του ισοπεδωτισμού και της νοοτροπίας της μόνιμης άρνησης. Δεν τη θέλουν επίσης αυτοί που αντιλαμβάνονταν τους ακαδημαϊκούς χώρους ως ορμητήρια για εγκληματικές ενέργειες. Δεν τη θέλουν, τέλος, εκείνοι που δεν ντρέπονται να απολαμβάνουν τα προνόμια μιας προηγμένης ακαδημαϊκής πραγματικότητας (λ.χ. της Οξφόρδης), αλλά συνεχίζουν τον «αγώνα» για τη διαιώνιση μιας θλιβερής εικόνας ανομίας στο ελληνικό πανεπιστήμιο και οι εγχώριοι χειροκροτητές τους.
Είναι αλήθεια πως και στο παρελθόν έγιναν τολμηρές μεταρρυθμιστικές προσπάθειες στο χώρο της Παιδείας. Τι άλλαξε όμως τώρα; Πέρα από μια Κυβέρνηση που δε διστάζει να νομοθετήσει για το συμφέρον των πολλών έναντι της οχλαγωγίας των λίγων, η ίδια Κυβέρνηση αυτή τη φορά μεριμνά και για την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεών της στην πράξη.
Με τους πολλούς, λοιπόν. Με τους φοιτητές που θέλουν σπουδάσουν σε ένα σύγχρονο, ευρωπαϊκό πανεπιστήμιο και αυτό να βρίσκεται στη χώρα τους. Με τους γονείς που δεν ανέχονται άλλοι μειοψηφίες να παίζουν με τις θυσίες που εκείνοι κάνουν για το μέλλον των παιδιών τους. Με τους διδάσκοντες που θέλουν να διδάξουν και να μπορέσουν να μετατρέψουν τα πανεπιστήμια σε χώρους όπου ανθίζει η γνώση, η έρευνα και η πραγματική πρόοδος.
Με την κοινωνία και τα πραγματικά αιτήματά της που βρίσκουν έδαφος στην κυβερνητική πολιτική. Τα πανεπιστήμια γύρισαν σελίδα και όσοι δεν θέλουν να ακολουθήσουν πλέον δεν πείθουν κανέναν πέραν του εαυτού τους.
*ο Βασίλης Γακόπουλος είναι δικηγόρος, υπεύθυνος πολιτικού σχεδιασμού ΟΝΝΕΔ