Κάτω από την ομπρέλα
Σχετικά τυχερή μέσα στην ατυχία της πανδημίας η Ελλάδα. Κάτω από την οικονομική ομπρέλα του ευρωπαϊκού ταμείο, ξεκινάει το 2021 η υλοποίηση του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης: Ειδικότερα, το προσχέδιο του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας προβλέπει επιχορηγήσεις της τάξεως των 19,4 δισ. ευρώ και δάνεια ύψους 12,7 δισ. ευρώ. Όλοι οι μετριοπαθείς – και ετερόκλητοι ακόμη ιδεολογικά μεταξύ μας- παραδεχόμαστε το εξής: πρόκειται για μια τονωτική ένεση επανεκκίνησης της οικονομίας, που η ίδια η χώρα δεν είχε την δυνατότητα να εξασφαλίσει για τον εαυτό της..
*Της Αντιγόνης Βαφείδου
Τώρα η πανδημία, πριν η χρεοκοπία…
Τα ευρωπαϊκά κονδύλια έρχονται να υπηρετήσουν την αναστήλωση της ελληνικής οικονομίας για πολλοστή φορά. Μιας οικονομίας που είτε βρίσκεται παρατεταμένα σε προπτωχευτική, πτωχευτική ή μεταπτωχευτική διαδικασία. Τώρα είναι η πανδημία, μια έκτακτη συνθήκη. Πριν ήταν η χρεοκοπία, μια συνθήκη απολύτως δική μας ευθύνης. Μήπως τελικά η πανδημία «μας διασώζει» και μας δίνει μια ακόμη ευκαιρία να συμφωνήσουμε σε ένα κοινό γλωσσάρι οικονομικού μοντέλου;
Η γνωστή συνταγή
Στην εποχή της ψηφιακής επικοινωνίας, της ταχύτητας, της καινοτομίας, που όλοι θέλουμε να απολαμβάνουμε την ποιότητα ζωής που συνεπάγονται οι γρήγορες κι εύκολες συναλλαγές, οι εκμηδενισμένες αποστάσεις κλ.π η οικονομία πρέπει να ενδυθεί τα ανάλογα χαρακτηριστικά. Και ένας βασικός πυλώνας της είναι ο δημόσιος τομέας, ο οποίος πρέπει να εξυγιανθεί και να εκσυγχρονιστεί υπηρετώντας τον σκοπό του ιδιωτικού: την ενθάρρυνση των επενδύσεων, δηλ. την παραγωγικότητα και τον υγιή ανταγωνισμό. Άλλωστε όπως σχολίασε και ο ίδιος ο κ. Πισσαρίδης: «Συχνά συναντάμε την άποψη ότι κάθε φορά που κάποιος γράφει για την οικονομία και για τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις πρέπει να πει κάτι νέο. Γιατί; Αν οι πολιτικές που χρειάζονται τώρα είναι ίδιες με αυτές που εφαρμόσαμε σε προηγούμενα χρόνια, δεν θα τις προτείνουμε και θα προσπαθήσουμε να σκεφτούμε καινούργιες; Πιστεύω ότι όσοι έχουν αυτή την άποψη δεν αντιλαμβάνονται τον ρόλο της άσκησης πολιτικής στην οικονομία.». Γνωστή η συνταγή λοιπόν. Και αυτό ακριβώς για να μπορούν οι δυνατότεροι να βοηθούν και να στηρίζουν τους πιο αδύναμους…. Για να μπορεί δηλαδή να υλοποιηθεί το «αριστερό δόγμα» (ο έχων δύο χιτώνες κλ.π) αναγκαστικά πρέπει να περάσουμε από την «δεξιά-νεοφιλελεύθερη οδό».
Τα λεφτόδεντρα
Γιατί το κράτος δεν είναι μια νωθρή κλώσα πάνω σε αυγά. Από κάπου πρέπει να γεμίσει τα ταμεία του για να δίνει επιδόματα σε ανέργους, οικονομική στήριξη σε ευπαθείς κοινωνικές ομάδες κλ.π. και φυσικά κίνητρα για επιχειρηματικότητα σε νέους επιστήμονες, σε καινοτομίες κλ.π. Εκτός αν υπάρχουν κάπου τα λεφτόδεντρα, για τα οποία ακούμε αλλά δεν βλέπουμε. Όλοι αυτοί που ψήφισαν με τόσο περήφανο θυμό το 2015 να φύγουμε από την Ευρώπη, κατάλαβαν άραγε ότι η όποια παρουσία του κοινωνικού κράτους στη ζωής μας, δεν προέρχεται -δυστυχώς-από τις δυνάμεις της εγχώριας οικονομίας μας;
Το κοινό μυστικό
Στην χώρα μας εδώ και χρόνια συμβαίνει το εξής: πληρώνουμε φόρους για την παιδεία. Αλλά όλοι ξέρουμε λίγο πολύ ότι οι μαθητές θα ενισχυθούν είτε από τα φροντιστήρια είτε από τα ιδιωτικά σχολεία (για όσους το αντέχουν οικονομικά). Πληρώνουμε φόρους για την υγεία. Αλλά όλοι ξέρουμε ότι για να είσαι πραγματικά καλυμμένος αν σου κάτσει «στραβή» πρέπει να έχεις ιδιωτική ασφάλιση. Πληρώνουμε -ακόμη και με μηδέν εισόδημα οι ελεύθεροι επαγγελματίες- τα ασφαλιστικά ταμεία για την σύνταξη. Όλοι όμως ξέρουμε ότι η πλειοψηφία των ικανών, παραγωγικών νέων επιστημόνων και επιχειρηματιών κλ.π φεύγουν από τη Χώρα. Οπότε δεν τροφοδοτούνται τα ασφαλιστικά ταμεία και δεν ξέρουμε πόση, πότε και αν θα πάρουν σύνταξη όσοι παρέμειναν να στηρίξουν αυτήν την ταλαίπωρη πατρίδα τους. Υπάρχει δηλ. το κοινό μυστικό του κατ’επίφαση κοινωνικό κράτος που αγκομαχώντας προσπαθεί να καλύψει όπως- όπως τις ανάγκες των πολιτών του.
Το κράτος και η φιλελεύθερη οικονομία «αγκαζέ»;
Με λίγα λόγια, είναι μάλλον ξεφτισμένη παντιέρα να μιλάμε για «σκληρό καπιταλισμό», όταν η κοινή λογική και μόνο υπαγορεύει ποιά είναι οι σωστά βήματα που πρέπει να γίνουν για να ξεμπλοκάρει η οικονομία. Η φιλελεύθερη οικονομία με τις όποιες παραλλαγές της είναι το οικονομικό μοντέλο που έχει επικρατήσει στο πλανήτη. Κι αυτό γιατί σύμφυτη με τη ψυχολογία του κινήτρου: θα προσπαθήσω π.χ θα σπουδάσω, θα επενδύσω, θα κοπιάσω για να βελτιώσω το βιοτικό μου επίπεδο. Το κράτος φυσικά και θα εξακολουθεί να έχει το ρυθμιστικό ρόλο. Να επαγρυπνεί για την τήρηση της εργασιακής νομοθεσίας, να διασφαλίζει ποιοτικές υπηρεσίες προς τους πολίτες ως προς τις κοινωνικές ανάγκες της παιδείας, της υγείας κλ.π. Αντιπολίτευση με γενικολογίες που ουσιαστικά καταδικάζει την οικονομική εξυγίανση των κρατικών δαπανών, που μπλοκάρει τις επενδύσεις κλ.π είναι τελείως άγονη αλλά και παραπλανητική. Όπως και στην πανδημία, έτσι και στην οικονομία πρέπει χωρίς περιστροφές να εξοικειωθούμε με την έννοια της ευθύνης. Αλλιώς και η οικονομία θα μπαινοβγαίνει για πάντα στην εντατική…Και εκεί κάποιοι θα κάνουν καριέρα με συνθήματα τύπου: «να φτωχύνεις κι άλλο κι εγώ θα σε διασώζω..».
«ναι σε όλα»
Κυβέρνηση και αντιπολίτευση άλλωστε, είναι οι «γονείς» που διαπαιδαγωγούν το εκλογικό ακροατήριο. Εκπαιδεύουν με την πολιτική αντιπαράθεση το αυτί του, το πολιτικό του ένστικτο και με την καλή ή κακή έννοια το εθίζουν σε μια βασική συνθηματολογία. «Το ταξικό αφήγημα», είχε ήδη ξεπουλήσει στο τέλος της θητείας της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και φαίνεται να μην αντέχει μέσα στην πανδημία. Η πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας, δηλ. η μικρομεσαία τάξη συμπιέζεται διαρκώς προς τα κάτω και οι διχαστικές γραφικότητες υποτιμούν προκλητικά τη νοημοσύνη της. Μόλις «κάνουμε ταμείο» και μετρήσουμε τις πληγές μας, θα πρέπει να εστιάσουμε στο μεγάλο ζητούμενο: Την νέα γενιά, η οποία καλείται μετά το λαβύρινθο της 10ετούς κρίσης να αναλάβει τα ηνία της οικονομίας. Δεν έχει εχθρό καμία «ταξική κοινωνική διαστρωμάτωση», αλλά την μη προοπτική της ίδιας της διαδρομής της… Στην μετά την πανδημία εποχή είναι απαραίτητες οι συναινέσεις στα μεγάλα, στα σημαντικά στα μακροπρόθεσμα πλάνα για την οικονομία. Δεν είπαμε να πουν «ναι σε όλα, με ένα νόμο κι ένα άρθρο» αλλά έστω σε κάποια, ώστε επιτέλους να βγάλουμε τον «αναπνευστήρα»…
*Η Αντιγόνη Βαφείδου είναι δικηγόρος Αθηνών, υπ. Διδάκτωρ Νομικής ΔΠΘ, με πρώτο μεταπτυχιακό τίτλο (MSc) από το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών στο τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών και δεύτερο μεταπτυχιακό τίτλο (LL.M-U.C.L) στο Πανεπιστημιακό Κολλέγιο του Λονδίνου. Έχει επίσης εξειδικευθεί σε ζητήματα Ανθρώπινου Δυναμικού στο London School of Economics και έχει εργαστεί στις Βρυξέλλες ως ειδικός σύμβουλος σε διαβουλεύσεις ευρωπαϊκών Οδηγιών και Κανονισμών. Αρθρογραφεί για ζητήματα πολιτικής και κοινωνικής επικαιρότητας.