today-is-a-good-day
17.6 C
Athens

Περί νηπίων και ενηλίκων – Γράφει ο Μάνος Τζιρίτας

Τα νήπια, λένε, ζουν σε έναν πολύ περιορισμένο κόσμο, τον κόσμο των αισθήσεών τους. Ξέρουν μόνο ό,τι μπορούν να δουν· γι’ αυτό τα τρομάζει η αποχώρηση της μητέρας απ’ το οπτικό τους πεδίο. Δεν έχουν την ικανότητα να αντιληφθούν την ύπαρξη αντικειμένων που δεν βλέπουν, δεν μπορούν να φανταστούν ένα διπλανό δωμάτιο, όπου βρίσκεται η μαμά τους. Ο κόσμος τους είναι ό,τι βλέπουν.

Το Μάνου Τζιρίτα *

Μεγαλώνοντας λίγο, αντιλαμβανόμαστε ότι οι γονείς μας δεν εξαφανίζονται όταν πηγαίνουν στη δουλειά, είναι απλώς σε κάποιο άλλο μέρος. Εξακολουθούμε όμως να ζούμε σε έναν κόσμο περιορισμένο από τις αισθητηριακές εμπειρίες μας· δεν μπορούμε να συλλάβουμε την απεραντοσύνη του κόσμου και της ανθρωπότητας. Ίσως τα παραμύθια παίζουν έναν ρόλο στην ψυχική μας ανάπτυξη ως προς αυτό: ασκούν τη διάνοιά μας στη σύλληψη άλλων κόσμων, άλλων ανθρώπων, άλλων πλασμάτων, πολύ διαφορετικών από ό,τι έχουμε γνωρίσει, μας βοηθούν να αντιληφθούμε ότι υπάρχει ένας κόσμος που δεν έχουμε δει ποτέ, που ίσως δεν θα δούμε ποτέ. Ότι ο κόσμος και ο κόσμος μας δεν ταυτίζονται.

Κάπως παρόμοια θα πρέπει να ήταν η νηπιακή ηλικία του ανθρώπου ως είδους. Οι πρώτοι άνθρωποι ασφαλώς δεν είχαν ιδέα για το τι υπήρχε στη γη πέρα από το κομμάτι της που μπορούσαν να επισκεφτούν, να κατοικήσουν. Ίσως μπορούσαν να φανταστούν άλλα μέρη, αλλά η αντίληψη της πραγματικότητας περιοριζόταν καθοριστικά από τις εμπειρίες τους. Αγνοούσαν τις εμπειρίες άλλων ανθρώπων που ζούσαν πολύ μακριά τους ή που είχαν ζήσει πολύ πριν από εκείνους.

Εκείνος ο πρώιμος άνθρωπος, όμως, είχε ήδη αναπτύξει την ακατανίκητη λαχτάρα του είδους μας να εξηγεί, να αιτιολογεί, να κατανοεί. Και μπροστά στα ανεξιχνίαστα φαινόμενα που συνέβαιναν γύρω του προσπάθησε με οδηγό τις εμπειρίες του να δώσει εξηγήσεις. Ήξερε ότι στον κόσμο τον δικό του, κάθε τι που γινόταν το έκανε κάποιος. Και έτσι άρχισε να αιτιολογεί τα φυσικά φαινόμενα και αργότερα να εξιστορεί το παρελθόν του.

Οι εξηγήσεις που έδωσε ήταν οι πρώτες θεωρίες συνωμοσίας. Πράγματι, αν μελετήσει κανείς την ελληνική μυθολογία (αλλά και άλλων λαών) βλέπει ότι τα πάντα ανάγονται σε συνωμοσίες, παιχνίδια εξουσίας και ανταγωνισμούς των θεών. Συναρπαστικές ιστορίες, γεννημένες από την άγνοια και την αδυναμία αποδοχής της.

Όταν όμως ο άνθρωπος ανακάλυψε και ανέπτυξε αυτό που λέμε σήμερα επιστημονική μέθοδο, διαπίστωσε ότι μπορούσε να γνωρίσει τον κόσμο με τρόπο που ήταν δυνατό να ελεγχθεί και να τεκμηριωθεί χωρίς τους θεούς και τις συνωμοσίες τους.

Γιατί όμως είναι ανώτερη η επιστήμη από άλλους τρόπους κατανόησης του κόσμου; Επειδή, ενώ δεν είναι αλάθητη, είναι, πέρα από κάθε σύγκριση, ο πιο αξιόπιστος τρόπος που έχει επινοήσει ο άνθρωπος για να γνωρίσει τον κόσμο. Και αυτό οφείλεται στη μέθοδό της.

Η ισχύς της σύγχρονης επιστήμης είναι ακριβώς το γεγονός ότι κανένας μεμονωμένος επιστήμονας δεν την εκφράζει. Την εκφράζει μόνο στον βαθμό που εκφράζει την παγκόσμια επιστημονική κοινότητα, και αυτή είναι η τεράστια επαναστατική μεθοδολογική καινοτομία της. Η επιστήμη δεν έχει διοικητικό κέντρο ή διευθυντήριο. Μπορεί να έχει αυθεντίες, αλλά δεν έχει τοτέμ. Ο Αϊνστάιν αμφισβητήθηκε από συναδέλφους του και ο ίδιος αμφισβήτησε μερικές από τις μεγαλύτερες μορφές της φυσικής επιστήμης. Η σύγχρονη επιστήμη είναι αποκεντρωμένη. Τίποτε δεν γίνεται αποδεκτό απλώς και μόνο επειδή το είπε ο τάδε. Κάθε άποψη που εκφράζεται από έναν επιστήμονα, κάθε μελέτη ή θεωρία που δημοσιεύεται, θα γίνει φύλλο και φτερό από χιλιάδες συναδέλφους του σε όλον τον κόσμο, οι οποίοι έχουν κάθε συμφέρον να επισημάνουν σφάλματα και αβλεψίες, έτσι χτίζονται οι επιστημονικές καριέρες. Και κάθε αντίρρηση θα ελεγχθεί επίσης, ώσπου κάποια στιγμή –συχνά, όχι πάντα– θα επέλθει μια ευρεία συναίνεση, με τη μεγάλη πλειοψηφία της επιστημονικής κοινότητας να συμφωνεί ότι η (α) αντίληψη των πραγμάτων εναρμονίζεται καλύτερα με τα δεδομένα που έχουμε στη διάθεσή μας.  Έτσι, μολονότι δεν έχουμε την ψευδαίσθηση ότι η επιστήμη δεν πέφτει ποτέ έξω, μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι δεν υπάρχει άλλη πηγή γνώσης που να μας δίνει ακριβέστερη και πιο αξιόπιστη γνώση του κόσμου με βάση τις δυνατότητες κατανόησης που διαθέτουμε συλλογικά τη δεδομένη χρονική στιγμή.

Η ατομική γνώση μας για τον κόσμο σήμερα είναι κατά κανόνα έμμεση. Γνωρίζουμε αυτά για τα οποία μας διαβεβαιώνει η επιστήμη, όποτε μπορεί να μας διαβεβαιώσει, επειδή δεν είναι δυνατόν οι ίδιοι να επιστάμεθα, να έχουμε γνώση επί παντός του επιστητού, και επειδή έχουμε τεκμηριωμένη την αξιοπιστία της. Και γι’ αυτό ενήλικο πρέπει να θεωρήσουμε τον άνθρωπο που δεν αξιώνει το δικαίωμα στη γνώμη για πράγματα που δεν είναι σε θέση να γνωρίζει με αξιόπιστο τρόπο· που δεν επιμένει να έχει (πολλώ δε μάλλον να διαδίδει) γνώμη εκεί που δεν έχει γνώση.

Η επιστήμη, αντίθετα με τις θεωρίες συνωμοσίας, δεν βασίζεται στην αρχή «αν δεν μπορείς να αποδείξεις ότι δεν ισχύει, ισχύει». Αν πιστεύαμε οτιδήποτε δεν μπορεί να αποδειχθεί πως ΔΕΝ ισχύει, θα πιστεύαμε άπειρα αντιφατικά πράγματα – ότι ο Μπιλ Γκέιτς μηχανεύεται τον έλεγχο της ανθρωπότητας, ότι είμαστε πειραματόζωα εξωγήινων, ότι μας τιμωρεί ο Θεός, κι αν δεν βαριόμουν θα μπορούσα να σκεφτώ χιλιάδες άλλες θεωρίες που θα ήταν πολύ δύσκολο να αποδείξει κανείς ότι δεν ισχύουν. Αλλά για έναν ενήλικο του 21ου αιώνα, αυτό δεν μπορεί να είναι επαρκής βάση για να πιστεύει κάτι. Το βάρος της απόδειξης το έχει πάντα εκείνος που προβάλλει έναν ισχυρισμό.

Ακόμη και οι αρχαίες θεωρίες συνωμοσίας ήταν πιο ευαίσθητες στην πραγματική ουσία του κόσμου από ό,τι είναι οι σημερινές, γιατί αναγνώριζαν τον θεμελιωδώς πρισματικό χαρακτήρα του: ακόμη και στον κόσμο των θεών υπάρχουν ανταγωνιστικά κέντρα εξουσίας που δεν επιτρέπουν σε κανέναν, ούτε καν στον πιο δυνατό από αυτούς, να κάνει πάντα το δικό του. Τίποτα στον πραγματικό κόσμο δεν μπορεί να ελεγχθεί απόλυτα από ένα και μόνο κέντρο· στον σημερινό κόσμο, μάλιστα, όπου οι συσχετισμοί δυνάμεων είναι πιο σύνθετοι και ρευστοί από ποτέ και μεταβάλλονται με ιλιγγιώδεις ρυθμούς, αυτό ισχύει κατ’ εξοχήν.

Όχι βέβαια ότι στον κόσμο μας δεν εξυφαίνονται συνωμοσίες, όχι ότι κάποιοι δεν προσπαθούν πάντα να στρέψουν την πορεία των πραγμάτων προς τα εκεί που θα εξυπηρετήσει τα συμφέροντά τους· όταν όμως προσπαθούμε να εξηγήσουμε με παρδαλές ιστορίες πράγματα που εντάσσονται στη φυσική ροή του κόσμου –που μπορεί να εξηγήσει τεκμηριωμένα και, κυρίως, ελέγξιμα, η επιστημονική γνώση– ή πράγματα για τα οποία δεν διαθέτουμε αξιόπιστα δεδομένα, τότε επιστρέφουμε στη νηπιακή ηλικία του ανθρώπου, ως ατόμου και ως είδους: στην εποχή που κατανοούσαμε τα πάντα μόνο μέσα στο πλαίσιο της απολύτως ασήμαντης προσωπικής μας εμπειρίας (αν λάβει κανείς υπόψη του το απέραντο εύρος της άγνωστης, στον ένα έκαστο από εμάς, ανθρώπινης εμπειρίας, στη συγχρονία της και στη διαχρονία της), και που επινοούσαμε συνωμότες θεούς για να εξηγήσουμε τον κόσμο.

* Ο Μάνος Τζιρίτας είναι μεταφραστής

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ