Σκέψεις και συμπεράσματα με αφορμή την παγκόσμια τηλεδιάσκεψη που πραγματοποιήθηκε στις 2 Σεπτεμβρίου σε συνεργασία του Women Political Leaders και του Women 20 (W20) Saudi Arabia 2020.
Η υγειονομική διάσταση, αλλά και οι οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας είναι μία συζήτηση που έχει ξεκινήσει από την πρώτη στιγμή αυτής της πρωτόγνωρης κρίσης, με τα αντανακλαστικά των κυβερνήσεων αλλά και της επιστημονικής κοινότητας να λειτουργούν, σε παγκόσμιο επίπεδο, πολύ έγκαιρα. Ωστόσο, βρισκόμαστε ακόμα στη δίνη των εξελίξεων, και αυτό σημαίνει ότι κάθε προσπάθεια απολογισμού για τη συνολική έκταση των συνεπειών είναι σε στάδιο εκτιμήσεων.
*Της Όλγας Κεφαλογιάννη
Το σίγουρο είναι ότι αυτή η υγειονομική κρίση, πέραν από τις νέες, σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις που γεννά, διαμορφώνει, επίσης, ένα νέο κοινωνικό και πολιτιστικό τοπίο.
Ήδη έχουμε περάσει από τη διαχείριση του προσωπικού τραύματος από την πανδημία, όπου ο αυτοπεριορισμός ήταν και είναι η ασπίδα προστασίας για τους πολίτες, στην περίοδο αποτύπωσης του κοινωνικού και πολιτισμικού τραύματος, με σοβαρά πισωγυρίσματα σε εξαιρετικά σημαντικά ζητήματα κοινωνικής ισορροπίας, όπως είναι η όξυνση των έμφυλων διαφορών.
Στην παγκόσμια τηλεδιάσκεψη που πραγματοποιήθηκε στις 2 Σεπτεμβρίου, σε συνεργασία του Women Political Leaders και του Women 20 (W20) Saudi Arabia 2020, με θέμα «Ισότητα στην εξουσία: Προσεγγίζοντας μία νέα κανονικότητα στην πολιτική εκπροσώπηση», το ενδιαφέρον εστιάστηκε στο ζήτημα της καταγεγραμμένης πια αύξησης της ενδοοικογενειακής βίας. Μία θλιβερή πραγματικότητα, η οποία αποδίδεται ως συνέπεια των μέτρων για την πανδημία, όπως η καραντίνα, τα lockdown, οι νέες ευέλικτες μορφές εργασίας που κρατούν τους πολίτες στα σπίτια (τηλεργασία), και φυσικά ως συνέπεια των νέων οικονομικών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι κοινωνίες.
Είναι γνωστό τόσο από το σύνολο των κρατών – μελών της ΕΕ, όσο και από τη Χώρα μας ιδιαίτερα, μετά τη δεκαετή κρίση χρέους, ότι οι οικονομικές κρίσεις έχουν μεγαλύτερες επιπτώσεις για τις γυναίκες, σε επίπεδο ανεργίας, μείωσης αμοιβής/εισοδήματος, αύξησης ανασφάλιστης εργασίας, υποαπασχόλησης, αλλά και σε επίπεδο αύξησης ποσοστού φαινομένων κακοποίησης.
Με αυτά τα δεδομένα, το γεγονός ότι, η μετάβαση σε νέα εργασιακά μοντέλα, συνεπεία της πανδημίας, που ευνοούν τις συνθήκες αυτοπεριορισμού, έχουν αποτέλεσμα τη ραγδαία αύξηση της ενδοοικογενειακής βίας. Κάτι που αποτελεί μία νέα κοινωνική πραγματικότητα που οφείλουμε να αξιολογήσουμε σοβαρά και να λάβουμε, άμεσα, δραστικά μέτρα αντιμετώπισης. Δεδομένου ότι οι αλλαγές των εργασιακών συνθηκών δεν αποτελούν μία πρόσκαιρη κατάσταση λόγω πανδημίας, αλλά είναι ένα αναπόσπαστο κομμάτι μίας συνολικής αλλαγής στα εργασιακά και παραγωγικά μοντέλα, με αφορμή την πανδημία.
Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΕ, τα φαινόμενα ενδοοικογενειακής βίας έχουν αυξηθεί κατά ένα τρίτο σε κάποιες χώρες της ΕΕ μετά την επιβολή απαγόρευσης κυκλοφορίας. Σε αυτό το κοινωνικό πισωγύρισμα, η Ελλάδα πρέπει και μπορεί να πρωτοστατήσει στην αντιμετώπισή του με άμεσα μέτρα που θα παρέχουν στα θύματα ευέλικτα και ισχυρά εργαλεία για την καταγγελία περιστατικών κακοποίησης, αύξηση διαθέσιμων θέσεων σε εγκαταστάσεις και δομές για άτομα που έχουν δεχτεί ενδοοικογενειακή βία, αλλά και μέτρα κοινωνικά, οικονομικά και χρηματοδοτικά που θα ευνοούν/ενισχύουν τη γυναίκα, η οποία αναμένεται, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΕ να πληγεί δυσανάλογα από την οικονομική κρίση που θα ακολουθήσει την πανδημία του Κορωνοϊού.
Και παρά το γεγονός ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, το 70% του εργατικού δυναμικού στις υπηρεσίες υγείας είναι γυναίκες, ενώ ένα μεγάλο μέρος μη αμειβόμενων υπηρεσιών φροντίδας γίνεται από γυναίκες, αυτές εξακολουθούν να λείπουν από τα κέντρα λήψης αποφάσεων για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης. Το γεγονός αυτό συμπληρώνει το παζλ τη υποεκπροσώπησης της γυναίκας σε όλο το φάσμα της οικονομικής ζωής, του δημόσιου βίου και της πολιτικής. Το ζήτημα είναι πολυπαραγοντικό και δεν αντιμετωπίζεται αποσπασματικά. Χρειάζεται μία συνολική πολιτική, όπου το κράτος θα λύνει με κοινωνικές παροχές το πρόβλημα της εξισορρόπησης οικογενειακού και επαγγελματικού βίου, θα διασφαλίζει και με κυρωτικά μέτρα – όπως στην Ισλανδία – την ισότητα στις αμοιβές, μεταξύ ανδρών και γυναικών, θα εξασφαλίζει την ίση πρόσβαση στην εργασία, και την παραμονή σε αυτή όταν η γυναίκα θα αποκτήσει παιδία.
Η μεγάλη εικόνα είναι, και σε αυτό θα πρέπει να εστιάσουμε εγκαίρως, ότι η πανδημία έχει τεράστιες κοινωνικές διαστάσεις, και μία από τις σημαντικότερες είναι ότι οι γυναίκες δεν αισθάνονται ασφάλεια ούτε για την εργασία τους, αλλά ούτε και μέσα στο σπίτι τους. Η κατάσταση αυτή προστίθεται στο διαχρονικό πρόβλημα ότι η γυναίκα εξακολουθεί να βρίσκεται στο στόχαστρο της μη αμειβόμενης και μη αναγνωριζόμενης εργασίας στο σπίτι. Για τον λόγο αυτό, η ανάκαμψη από την πανδημία οφείλει να είναι άμεσα συνυφασμένη με νέες πολιτικές ενίσχυσης και ενθάρρυνσης της γυναικείας απασχόλησης, όπου η ενασχόληση της γυναίκας με την μη αμειβόμενη εργασία στο σπίτι, δεν θα αποτελεί τροχοπέδη στη δική της επαγγελματική και προσωπική εξέλιξη. Μόνο με τον τρόπο αυτό, μπορεί η γυναίκα να νιώσει ασφαλής για να στοχεύσει σε θέσεις συλλογικής εκπροσώπησης, αλλά και να αντιδρά σε κάθε έκφανση έμφυλης διάκρισης και, ακόμη περισσότερο, βίας.
*Η Όλγα Κεφαλογιάννη είναι Βουλευτής ΝΔ, Α’ Αθηνών