Σχεδόν 30 χρόνια μετά τη γερμανική ενοποίηση (3 Οκτωβρίου 1990), o απολογισμός είναι θετικός κατά την ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Αυτό προκύπτει από την ετήσια έκθεση για την κατάσταση της γερμανικής ενότητας, την οποία θα δημοσιεύσουν το Σάββατο οι εφημερίδες του «Δικτύου Συντακτών Γερμανίας» (Redaktionsnetzwerk Deutschland / RND).
Η μέση οικονομική ισχύς των νέων (ανατολικών) ομοσπονδιακών κρατών, μετρούμενη ως προς το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν ανά κάτοικο, έφτασε σε επίπεδο σχεδόν το 73% το 2019 (με το Βερολίνο 79,1%) του συνολικού γερμανικού μέσου όρου. «Τα νέα ομοσπονδιακά κράτη με και χωρίς το Βερολίνο συνεχίζουν να μειώνουν το χάσμα με τον εθνικό γερμανικό μέσο όρο, αν και με μικρά βήματα», αναφέρει η έκθεση. Σημαντικό για την αξιολόγηση είναι το χαμηλό επίπεδο εκκίνησης το 1990, οπότε ήταν 37%. Από την επανένωση, το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν ανά κάτοικο στα νέα ομοσπονδιακά κρατίδια (χωρίς το Βερολίνου) έχει τετραπλασιαστεί. «Αυτό είναι μια αξιοσημείωτη εξέλιξη», όπως επισημαίνεται.
Ωστόσο, η έκθεση παραδέχεται ότι η ανατολικογερμανική οικονομική δύναμη εξακολουθεί να είναι «πολύ κάτω από το συνολικό γερμανικό επίπεδο και εκείνη των ιδιαίτερα ανεπτυγμένων ευρωπαϊκών περιφερειών. Ακόμα και 30 χρόνια μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, κανένα από τα νέα ομοσπονδιακά κράτη δεν έχει φτάσει στο επίπεδο του δυτικογερμανικού κρατιδίου με τη χαμηλότερη οικονομική δύναμη», όπως αναφέρει.
«Ακόμη και το Βερολίνο δεν είχε επιτύχει το 2019 την οικονομική δύναμη των δυτικογερμανικών κρατιδίων. Υπεύθυνοι για αυτό είναι ορισμένοι, κυρίως διαρθρωτικοί, παράγοντες. Σε αυτούς περιλαμβάνονται η χαμηλότερη πυκνότητα οικισμών στα νέα ομοσπονδιακά κράτη και ο “κατακερματισμός” της οικονομίας της Ανατολικής Γερμανίας, δηλαδή η έλλειψη μεγάλων ομίλων και μεγάλων μεσαίων επιχειρήσεων».
Στον απολογισμό μετά από 30 χρόνια περιλαμβάνεται επίσης και το γεγονός «ότι παρά τις επιτυχίες αυτές, δεν είναι όλοι οι πολίτες εξίσου ικανοποιημένοι και υπάρχει μικρότερη υποστήριξη για τη δημοκρατία και τους θεσμούς της Γερμανίας στα νέα ομοσπονδιακά κράτη σήμερα από ό,τι στα δυτικογερμανικά», αναφέρει η έκθεση.
Οι πίστη στις πολιτικές αξίες στα νέα και τις παλαιά κρατίδια είναι ένας από τους λίγους τομείς στους οποίους υπάρχει μια διαφοροποιημένη εικόνα. «Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι υπάρχει μεγαλύτερος σκεπτικισμός απέναντι στην πολιτική στα νέα ομοσπονδιακά κρατίδια. Η δυσαρέσκεια σημαντικών τμημάτων του πληθυσμού, που μπορεί να αποδειχθεί παντού στη Γερμανία, είναι ακόμη πιο έντονη στα νέα ομοσπονδιακά κρατίδια», καταλήγει η έκθεση η οποία διαβιβάστηκε σήμερα στα άλλα υπουργεία από το ομοσπονδιακό Υπουργείο Οικονομίας και θα εγκριθεί από το υπουργικό συμβούλιο στις 16 Σεπτεμβρίου.