«Χρειαζόμαστε εργαλεία προκειμένου όλα τα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης να ξεπεράσουν τις συνέπειες της πανδημίας», τόνισε η Καγκελάριος Άγγελα Μέρκελ και δήλωσε ότι η Γερμανία είναι έτοιμη να συνεισφέρει περισσότερα στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό για ένα πρόγραμμα ανασυγκρότησης. Ταυτόχρονα άσκησε κριτική στις κυβερνήσεις των ομόσπονδων κρατιδίων για υπερβολική ταχύτητα και ένταση στην εφαρμογή της χαλάρωσης των μέτρων προστασίας και, με το βλέμμα στις ΗΠΑ, τόνισε ότι το εμβόλιο για τον κορωνοϊό πρέπει να είναι διαθέσιμο και προσιτό σε όλους, ενώ επανέλαβε την στήριξή της στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας.
«Η Ευρώπη δεν είναι Ευρώπη εάν δεν αντιλαμβάνεται τον εαυτό της ως Ευρώπη. Η Ευρώπη δεν είναι Ευρώπη αν δεν είναι ενωμένη σε καιρούς μεγάλου κινδύνου για τον οποίο δεν ευθύνεται κανείς. Είμαστε μια κοινότητα με κοινή μοίρα», δήλωσε η Καγκελάριος κατά την διάρκεια της καθιερωμένης ομιλίας της ενώπιον του Ομοσπονδιακού Κοινοβουλίου ενόψει της αποψινής Συνόδου Κορυφής και πρόσθεσε – «με μεγάλη ειλικρίνεια» – ότι η Γερμανία μπορεί να πηγαίνει καλά, μόνο εφόσον και η Ευρώπη πηγαίνει καλά και ότι τα εθνικά μέτρα μπορούν να λειτουργήσουν μόνο σε συνδυασμό με τα ευρωπαϊκά, προειδοποιώντας ταυτόχρονα για τον κίνδυνο ενίσχυσης των διασπαστικών δυνάμεων.
Αναφερόμενη στα μέτρα στήριξης της ΕΕ, η κυρία Μέρκελ τόνισε ότι τα χρήματα που έχουν αποφασιστεί θα πρέπει να είναι διαθέσιμα έως την 1η Ιουνίου, επισημαίνοντας ότι θα πρέπει να εξεταστεί το ποιοι κλάδοι της οικονομίας έχουν πληγεί περισσότερο, ενώ έκανε λόγο για ένα πρόγραμμα ανασυγκρότησης τα επόμενα χρόνια. «Γι’ αυτό θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι για μεγαλύτερη συνεισφορά στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό», δήλωσε και αναφέρθηκε σε ενδεχόμενες αλλαγές στις Συνθήκες της ΕΕ προκειμένου κάποιες διαδικασίες αποφάσεων να μπορούν να γίνονται σε επίπεδο Ένωσης. «Δεν πρόκειται για εύκολη, αλλά για απαραίτητη απόφαση», είπε χαρακτηριστικά και τόνισε ότι η ΕΕ θα πρέπει τώρα να εμβαθύνει την ένωση, ενισχύοντας τις πολιτικές για το κράτος δικαίου, τους πρόσφυγες και το κλίμα.
Η κυρία Μέρκελ δήλωσε ακόμη ότι η πανδημία θα σταματήσει μόνο με το εμβόλιο για την Covid-19. «Το εμβόλιο θα πρέπει να είναι διαθέσιμο σε όλον τον κόσμο και σε προσιτή τιμή», συνέχισε η Καγκελάριος, για να τονίσει: «Η επιστήμη υπάρχει για τον άνθρωπο» και να αναφερθεί στην σημασία του έργου του ΠΟΥ στην πανδημία, ειδικά σε ό,τι αφορά την κατάσταση στα κράτη της Αφρικής. «Ο ΠΟΥ είναι απαραίτητος εταίρος και στηρίζουμε ην εντολή του», δήλωσε σχετικά και για μια ακόμη φορά υπογράμμισε την ανάγκη η Γερμανία και η Ευρώπη να διαθέτουν αυτονομία σε υγειονομικό υλικό.
Αναφερόμενη στα μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση στο εσωτερικό της Γερμανίας, η Άγγελα Μέρκελ περιέγραψε την απόφαση για περιορισμό των ατομικών ελευθεριών ως «την δυσκολότερη της θητείας» της. Αυτή η πανδημία αποτελεί μεγάλη πρόκληση για την δημοκρατία, πρόσθεσε και ευχαρίστησε τόσο τους πολίτες όσο και το υγειονομικό προσωπικό της χώρας. Σε ό,τι αφορά την σταδιακή άρση των περιορισμών, τόνισε μεν ότι την στηρίζει πλήρως, αλλά παραδέχθηκε και ότι της προκαλεί ανησυχία το γεγονός ότι «γίνεται κάποιες φορές γρήγορα, για να μην πω υπερβολικά απότομα». Στεκόμαστε στον πιο λεπτό πάγο, είπε χαρακτηριστικά, αναφερόμενη στην εξέλιξη της πανδημίας στην Γερμανία και τόνισε την ανάγκη να μην χαθούν όσα έχει πετύχει η χώρα με την μέχρι τώρα στάση της. «Χρειάζεται η μέγιστη δυνατή πειθαρχία (…) Εάν πάμε πολύ γρήγορα σε μια απατηλή ασφάλεια, θα προκαλέσουμε νέα προβλήματα», προειδοποίησε, ενώ, με το βλέμμα στις τοπικές κυβερνήσεις, σημείωσε ότι το ομοσπονδιακό σύστημα λειτουργεί καλά, αλλά θα πρέπει και η Καγκελάριος να ζητάει κάποια πράγματα.
Η ‘Αγγελα Μέρκελ έκλεισε την ομιλία της τονίζοντας ότι η κατάσταση θα παραμείνει δύσκολη για αρκετό καιρό ακόμη και κάλεσε τους πολίτες να είναι προσεκτικοί και να εξακολουθήσουν να προστατεύουν τις ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού. « Μπορεί να ακούγεται παράδοξο, αλλά στις εβδομάδες, κατά τις οποίες είναι απαραίτητες οι αποστάσεις, μένουμε ενωμένοι. Καταφέραμε να επιβραδύνουμε την εξέλιξη του ιού. Αυτό καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να το διατάξει, αλλά μόνο να το ευχηθεί. Ελπίζω να συνεχίσουμε έτσι. Μαζί, ως κοινωνία, μπορούμε να ανταποκριθούμε στην πρόκληση», κατέληξε η Καγκελάριος.