Το παλιό καλό BCG θα μπορούσε να προστατεύσει το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό από τον κορωνοϊό; Την ώρα που η παρασκευή εμβολίου ειδικά για τον νέο κορωνοϊό θα χρειασθεί ακόμη μήνες, πολλές μελέτες δείχνουν ότι το εμβόλιο κατά της φυματίωσης μπορεί να έχει προστατευτική δράση.
«Γνωρίζουμε εδώ και δεκάδες χρόνια ότι το BCG μπορεί να αναπτύξει προστατευτική δράση και απέναντι σε άλλες ασθένειες από αυτήν για την οποία δημιουργήθηκε, εξηγεί στο AFP η, διευθύντρια έρευνας Inserm* στο Ινστιτούτο Παστέρ της Λιλ.
Τα παιδιά που εμβολιάζονται με το BCG υποφέρουν λιγότερο από άλλες αναπνευστικές νόσους. Χρησιμοποιείται επίσης ως αγωγή για ορισμένους καρκίνους της ουροδόχου κύστεως και θα μπορούσε να προστατεύσει από το άσθμα και αυτοάνοσες νόσους όπως ο διαβήτης τύπου 1.
Η υπόθεση είναι ότι το εμβόλιο κατά της φυματίωσης θα μπορούσε να έχει αντίστοιχα αποτελέσματα και στον κορωνοϊό, δηλαδή είτε μειώνοντας τον κίνδυνο μόλυνσης είτε περιορίζοντας την σοβαρότητα των συμπτωμάτων.
Το υγειονομικό προσωπικό είναι «η πρώτη ομάδα που μπορεί να επωφεληθεί από την προσέγγιση αυτή”, λέει η Camille Locht, που ολοκληρώνει το πρωτόκολλο κλινικής δοκιμής για την Γαλλία, διότι είναι η ομάδα υψηλότερου κινδύνου για να προσβληθεί από την νόσο και πρέπει να προστατευθεί κατά προτεραιότητα.
Ωστόσο, οι ερευνητές παραμένουν επιφυλακτικοί πριν πουν ότι το BCG παίζει ρόλο ασπίδας στον νέο κορωνοϊό.
Στρατιωτική άσκηση
«Αυτός είναι ο λόγος που κάνουμε έρευνα», επιμένει ο Μιχάι Νετέα, καθηγητής Πειραματικής Ιατρικής στον Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου Radboud (Ναϊμέχεν, Ολλανδία)), που ανακοίνωσε εδώ και δύο εβδομάδες την έναρξη κλινικών δοκιμών σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο της Ουτρέχτης σε 1.000 επαγγελματίες της υγείας (500 θα λάβουν το εμβόλιο και 500 ψευδοφάρμακο).
«Αν μειωθεί ο αριθμός των ανθρώπων από την ομάδα που θα λάβει το εμβόλιο που θα αναγκασθεί να σταματήσει την εργασία εξαιτίας της ασθένειας, θα είναι ένα ενθαρρυντικό αποτέλεσμα», λέει ο Μιχάι Νετέα, ειδικευμένος στην επίκτητη ανοσία.
Η έννοια αυτή πηγάζει από την ανακάλυψη ότι το σύμφυτο ανοσοποιητικό μας σύστημα (αυτό που αναπτύσσει αντισώματα) δεν είναι το μόνο που διαθέτει μνήμη. Το εγγενές ανοσοποιητικό μας σύστημα μπορεί επίσης να προετοιμασθεί για να αντιμετωπίσει τις επιθέσεις χάρη κυρίως σε ζώντα εξασθενημένα εμβόλια, όπως το BCG ή της ιλαράς.
Στην περίπτωση του Covid-19, εκτός της μόλυνσης από τον ιό, αναπτύσσεται στις σοβαρές περιπτώσεις υπερβολική ανοσολογική απόκριση, με την ανεξέλεγκτη παραγωγή προφλεγμονωδών πρωτεϊνών, των κυτοκινών.
«Ο εμβολιασμός με BCG θα μπορούσε να βοηθήσει στην καλύτερη ενορχήστρωση αυτής της φλεγμονώδους ανοσολογικής απόκρισης», εξηγεί ο Laurent Lagrost, διευθυντής έρευνας στο Inserm που εργάζεται επί των σχέσεων ανάμεσα στην φλεγμονή και το ανοσοποιητικό σύστημα.
Το εμβόλιο λειτουργεί σαν «στρατιωτική άσκηση σε καιρό ειρήνης» για την «αποτελεσματική αντιμετώπιση του εχθρού κατά την διάρκεια του πολέμου», δήλωσε στο BFMTV.
Στην Αυστραλία, ομάδα ερευνητών του Murdoch Institute ξεκίνησε επίσης μεγάλη κλινική δοκιμή με την συμμετοχή 4.000 επαγγελματιών της υγείας από τα νοσοκομεία της Αυστραλίας.
«Ελπίζουμε να δούμε μείωση της συχνότητας και της σοβαρότητας των συμπτωμάτων της Covid-19 στο ιατρονοσηλυτικό προσωπικό που έχει εμβολιασθεί με το BCG», εξηγεί ο Nigel Curtis, επικεφαλής της έρευνας.
Στην Γαλλία, όπου το εμβόλιο ήταν υποχρεωτικό μέχρι το 2007, «οι περισσότεροι συμμετέχοντες στην έρευνα θα έχουν στο ιστορικό τους ήδη έναν πρώτο εμβολιασμό», όμως ο βαθμός προστασίας μειώνεται με το πέρασμα του χρόνου, παρατηρεί η Camille Locht, η οποία θέλει να εναρμονίσει τα κριτήρια της γαλλικής έρευνας με την έρευνα που διεξάγεται σε τέσσερα ισπανικά νοσοκομεία για να γίνει δυνατή η σύγκριση των αποτελεσμάτων.
Στην Ισπανία, οι ερευνητές ήθελαν να χρησιμοποιήσουν όχι το BCG, αλλά ένα νέο εμβόλιο που αναπτύχθηκε από την εταιρεία βιοτεχνολογίας Biofabri.
Το υποψήφιο εμβόλιο αυτό, το οποίο έχει αποδειχθεί αβλαβές, αναμένεται να προσφέρει «μεγαλύτερη προστασία», εξηγεί ο Κάρλος Μαρτίν, καθηγητής Μικροβιολογίας του Πανεπιστήμιο της Σαραγόσα, διότι «αναπτύχθηκε με βάση ένα απομονωμένο στους ανθρώπους στέλεχος», ενώ το BCG έχει παρασκευασθεί με βάση ένα στέλεχος του βακτηρίου που προσβάλλει τα βοοειδή» και διότι δύο πολύ σημαντικά γονίδια για την ένταση της φυματίωσης έχουν απενεργοποιηθεί, γεγονός αυξάνει την προστατευτική του δράση.
Άλλο πλεονέκτημα: παρασκευασμένο στην Ευρώπη, θα είναι γρήγορα διαθέσιμο, ενώ το BCG έχει πρόβλημα τροφοδοσίας και η χρήση του στους ενήλικες που έχουν προσβληθεί από την Covid-19 θα μπορούσε να στερήσει το εμβόλιο από παιδιά σε χώρες όπου η φυματίωση είναι ακόμη ενδημική.
Στην Γερμανία, το Ινστιτούτο Max-Planck ετοιμάζει επίσης δοκιμή με υποψήφιο-εμβόλιο γενετικά τροποποιημένο, που έχει αναπτυχθεί στο εργαστήριο Serum Institute της Ινδίας.
Παράλληλα, υπάρχουν σκέψεις για την πραγματοποίηση συγκρίσιμων κλινικών δοκιμών στην Αφρική, ανακοίνωσε χθες το l’Inserm.
«Αυτό θα γίνει στο πλαίσιο της πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος που έγινε από την Εθνική Υπηρεσία Έρευνας για τους ιούς HIV και της ηπατίτιδας «για την επείγουσα υποστήριξη της έρευνας για την COVID-19 στις χώρες με περιορισμένους πόρους», διευκρίνισε η Camille Locht.
* Inserm , Institut National de la Sante et de la Recherche Medicale, Γαλλία