«Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας αναίρεσε την απόφαση επιβολής ορίων για τα ανοίγματα των Ελληνικών τραπεζών έναντι του Ελληνικού Δημοσίου, η οποία είχε ληφθεί στις 23 Μαρτίου 2015, απομακρύνοντας έτσι μία ακόμα σκιά από τη σκοτεινή περίοδο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ», δήλωσε αρχικά ο Υπουργός Οικονομικών κ. Χρήστος Σταϊκούρας για την απόφαση της ΕΚΤ για τις ελληνικές τράπεζες.
Συνεχίζοντας είπε: «Θυμίζουμε ότι οι λόγοι που είχαν ωθήσει τότε την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σε αυτή την – πρωτοφανή για τα ευρωπαϊκά δεδομένα – απόφαση ήταν για να προστατεύσει τις ελληνικές τράπεζες από περαιτέρω αύξηση του ανοίγματος προς το Ελληνικό Δημόσιο, εν μέσω της σφοδρής επιδείνωσης των οικονομικών συνθηκών μετά τον Δεκέμβριο του 2014, και της πολιτικής αβεβαιότητας που προκλήθηκε από τις παλινωδίες της Κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ. Τότε, το 1ο εξάμηνο του 2015, η πρόσβαση των τραπεζών στις αγορές χρήματος είχε ήδη διακοπεί, οι τράπεζες βίωναν τη μεγαλύτερη ετήσια εκροή καταθέσεων από την αρχή της κρίσης και η ρευστότητα των ελληνικών τραπεζών είχε επιδεινωθεί δραματικά, ώστε να στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό στη χρηματοδότηση μέσω του Έκτακτου Μηχανισμού Παροχής Ρευστότητας (ELA).
Μετά τις εκλογές του Ιουλίου 2019, η εμπιστοσύνη επανήλθε στο τραπεζικό σύστημα. Οι καταθέσεις αυξάνονται, η πρόσβαση στις διεθνείς αγορές αποκαταστάθηκε, η χρηματοδότηση μέσω του Έκτακτου Μηχανισμού Παροχής Ρευστότητας αποπληρώθηκε. Ταυτόχρονα, το μακροοικονομικό περιβάλλον βελτιώθηκε αισθητά, άρθηκαν οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων (capital controls), ενώ η εμπιστοσύνη των αγορών προς την κυβέρνηση της Ν.Δ. αποτυπώνεται και στο κόστος χρηματοδότησης του Ελληνικού Δημοσίου, το οποίο έπεσε πρόσφατα, και πριν την ενίσχυση εξωγενών κινδύνων, σε χαμηλά επίπεδα ρεκόρ.
Ως αποτέλεσμα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αξιολόγησε ότι εκλείπουν πλέον οι λόγοι και οι συνθήκες που την οδήγησαν στην απόφαση του Μαρτίου του 2015. Απόφαση την οποία αναίρεσε σήμερα, δίνοντας ακόμα ένα σημάδι για την επιστροφή στην κανονικότητα και την ενίσχυση της ρευστότητας στην πραγματική οικονομία. Η εξέλιξη αυτή θα είναι επωφελής τόσο για τις τράπεζες όσο και για το Ελληνικό Δημόσιο».