Tο 40% των ερωτηθέντων ψηφοφόρων του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Γερμανίας (SPD) δεν είχε αποφασίσει μέχρι την παραμονή της λήξης της εσωκομματικής ψηφοφορίας ποιος είναι ο καταλληλότερος για την ηγεσία του, σύμφωνα με δημοσκόπηση του τηλεοπτικού δικτύου ZDF, η οποία διεξήχθη μεταξύ 26 και 28 Νοεμβρίου και δημοσιοποιήθηκε χτες. Το 38% θεωρεί καταλληλότερο το δίδυμο του νυν υπουργού Οικονομικών και Αντικαγκελαρίου Όλαφ Σολτς και της βουλευτή του κρατιδίου του Βρανδεμβούργου Κλάρα Γκέιβιτς, ενώ το 22% το δίδυμο του πρώην Υπουργού Οικονομικών του κρατιδίου της Βόρειας Ρηνανίας–Βεστφαλίας Νόρμπερτ Βάλτερ-Μπόργιανς και της βουλευτή της Ομοσπονδιακής Βουλής / Bundestag Σάσκια Έσκεν. Τα δύο υποψήφια για την προεδρία του κόμματος ζεύγη προκρίθηκαν στην προηγούμενη φάση της διαδικασίας με μικρή διαφορά: 22,7% το πρώτο και 21% το δεύτερο, ενώ είχε ψηφίσει το 53% των μελών.
Η δημοσκόπηση δείχνει με τον εναργέστερο τρόπο τον προβληματισμό που επικρατεί στους κόλπους των Σοσιαλδημοκρατών, τα 426.000 μέλη του οποίου ψήφιζαν μέχρι τα μεσάνυχτα της Παρασκευής για τη νέα ηγεσία του κόμματός τους. Δεν θα τα διευκόλυνε βέβαια στην απόφασή τους ούτε το γεγονός ότι το SPD θα ελάμβανε σύμφωνα με την ίδια δημοσκόπηση 1% λιγότερο από την προηγούμενη δημοσκόπηση στις αρχές Νοεμβρίου, δηλαδή το πενιχρό 13%. Το ιστορικό αυτό κόμμα βρίσκεται εδώ και καιρό σε βαθιά κρίση και το αποτέλεσμα της εσωκομματικής ψηφοφορίας, το οποίο θα ανακοινωθεί σήμερα το απόγευμα αναμένεται με μεγάλο ενδιαφέρον, αν όχι αγωνία, από τα επιτελεία και άλλων κομμάτων, ιδίως των Χριστιανοδημοκρατών εταίρων τους στον μεγάλο συνασπισμό (GroKo), αφού διακυβεύεται η συνέχισή του.
Μπορεί η τελική απόφαση για το αν θα παραμείνουν ή όχι στην κυβέρνηση της κ. Μέρκελ να ληφθεί στο συνέδριο του κόμματος που θα διεξαχθεί από τις 6 έως τις 8 Δεκεμβρίου, όμως η εκλογή του ενός ή του άλλου διδύμου έχει ιδιαίτερη βαρύτητα, αφού το μεν πρώτο τάσσεται υπέρ της παραμονής μέχρι τις επόμενες εθνικές εκλογές (2021) και θεωρεί ότι μετά μπορούν να αναζητηθούν νέες συμμαχίες, ενώ οι Bάλτερ-Μπόργιανς και Έσκεν φλερτάρουν με την έξοδο από την κυβέρνηση. Έστω και όχι άμεσα, αφού προτείνουν καταρχάς την επαναδιαπραγμάτευση της συμφωνίας συνασπισμού με τους Χριστιανοδημοκράτες, οι οποίοι όμως την έχουν ήδη απορρίψει. Επομένως, σε περίπτωση νίκης τους το SPD θα μπορούσε είτε να περάσει στην αντιπολίτευση και να στηρίξει ενδεχομένως μια κυβέρνηση μειοψηφίας των Χριστιανοδημοκρατών ή να ξαναγίνουν διερευνητικές με τους Πράσινους και του Φιλελεύθερους, είτε να προκηρυχθούν νέες εκλογές. Στην τελευταία περίπτωση όμως είναι αμφίβολο εάν το SPD υπό τη νέα ηγεσία θα προλάβει να προετοιμαστεί, διότι η Γερμανία αναλαμβάνει την προεδρία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου το δεύτερο εξάμηνο του 2020, οπότε οι εκλογές θα πρέπει να γίνουν πριν από τον Ιούλιο.
Ο κ. Σόλτς υποστηρίζεται από τη συντριπτική πλειοψηφία των βουλευτών του SPD στην Ομοσπονδιακή Βουλή / Bundestag και το κομματικό «κατεστημένο». Ακόμα και από τον αντίπαλό του, τον πρώην πρόεδρο του κόμματος και υποψήφιου για την καγκελαρία στις περασμένες εκλογές, τον Μάρτιν Σουλτς, ο οποίος ίσως να κληθεί να διαχειριστεί την ευρωπαϊκή προεδρία της Γερμανίας αν παραστεί ανάγκη, όπως έγραψε η εφημερίδα του Βερολίνου Tagesspiegel. Τέτοιου είδους παρεμβάσεις όμως ενοχλούν τη βάση του κόμματος και μπορεί να έχουν τελικά το αντίθετο αποτέλεσμα. Μεγάλο πλεονέκτημα για τον κ. Βάλτερ-Μπόργιανς είναι η υποστήριξη του Κέβιν Κιούνερτ, του επικεφαλής της δυναμικής νεολαίας του κόμματος (Jusos), η οποία τάσσεται αναφανδόν υπέρ της αποχώρησης του SPD από την κυβέρνηση και της αλλαγής πορείας του κόμματος και κυρίως μπορεί να κινητοποιήσει την βάση να τους ψηφίσουν.
Πάντως, ούτε ο γνωστότερος Όλαφ Σολτς, ο οποίος ανήκει στην δεξιά πτέρυγα του SPD, ούτε ο Νόρμπερτ Βάλτερ-Μπόργιανς, ο οποίος ανήκει στην αριστερή και έγινε γνωστός πέραν του κρατιδίου του χάρη στο CD με τους Γερμανούς φοροφυγάδες που αγόρασε από την Ελβετία, διαθέτουν το χάρισμα παλαιότερων ηγετών του κόμματος.
Ο πρώτος είναι υπέρμαχος του ισοσκελισμένου προϋπολογισμού, ο δεύτερος υπέρ της δημοσιονομικής χαλάρωσης και των δημοσίων επενδύσεων, της αύξησης του κατώτατου μισθού από 9,19 που είναι σήμερα στα 12 ευρώ την ώρα (από 1ης Ιανουαρίου 2020 αυξάνεται στα 9,35 ευρώ). Κοντολογίς είναι υπέρ μιας νέας -αριστερότερης- αρχής για το κόμμα. Θεωρεί, επίσης, ότι το συμφωνηθέν στον κυβερνητικό συνασπισμό πακέτο για το κλίμα πρέπει να βελτιωθεί.
Οι επικριτές του διδύμου Bάλτερ-Μπόργιανς και Έσκεν θεωρούν ότι είναι ερασιτέχνες και ότι η ενδεχόμενη νίκη τους θα οδηγήσει σε καταποντισμό το SPD. Oι υποστηρικτές του το βλέπουν ως βαλβίδα εκτόνωσης των δυσαρεστημένων από την αυστηρή δημοσιονομική πολιτική πιο αδύναμων ψηφοφόρων οι οποίοι θα επιστρέψουν στο κόμμα.
Αναμονή επικρατεί όμως και στα άλλα κόμματα, αν και δεν εκφράζονται δημοσίως υπέρ του ενός ή του άλλου διδύμου.
Οι Χριστιανοδημοκράτες δεν το ομολογούν δημοσίως, αλλά θα προτιμούσαν την συνέχιση του συνασπισμού και άρα τον Όλαφ Σολτς, ώστε να συνεχιστεί αδιατάρακτα η διακυβέρνηση της χώρας για τα επόμενα δύο χρόνια. Εύλογη επιθυμία αφού και το δικό τους κόμμα δεν βρίσκεται στην καλύτερη φάση του. Πρόσφατη είναι εξάλλου η συντριβή τους στην Θουριγγία, ενώ η δημοσκόπηση του ZDF τους δίνει μόλις 27%.
Οι Πράσινοι δεν ανησυχούν ιδιαίτερα, αφού βρίσκονται στην καλύτερη φάση τους, θα ελάμβαναν 23% εάν γίνονταν εκλογές αύριο κατά την δημοσκόπηση του ZDF και το ηγετικό τους δίδυμο Ρόμπερτ Χάμπεκ και Αναλένα Μπέαρμποκ είναι εξαιρετικά δημοφιλές. Το κόμμα τους βλέπει περισσότερο την μετά τις εθνικές εκλογές εποχή, οπότε θα διερευνηθεί εάν είναι δυνατή μια συγκυβέρνηση με το SPD και την Αριστερά (Die Linke). Η πτέρυγα των ρεαλιστών θα προτιμούσε τον Όλαφ Σολτς γιατί θεωρούν πως θα επιβληθεί ευκολότερα στο κόμμα, ενώ η αριστερή πτέρυγα θα προτιμούσε βέβαια το δίδυμο Bάλτερ-Μπόργιανς και Έσκεν. Μια πιο πράσινη πολιτική του SPD θα τους στερούσε όμως ενδεχομένως ψηφοφόρους.
Η δημοσκοπικά σταθερή στο 10% Αριστερά (Die Linke), σύμφωνα πάντα με το ZDF, θα πρέπει μάλλον να ανησυχεί εάν εκλεγούν οι τελευταίοι, διότι η αριστερή μετατόπιση του SPD ενδέχεται να τους αφαιρέσει ψήφους, αν και τους προτιμούν διότι θα διευκόλυνε μια μελλοντική κυβερνητική συνεργασία. Ορισμένοι μάλιστα στο κόμμα θεωρούν ότι η αριστερή στροφή του SPD θα διευρύνει την δεξαμενή των ψηφοφόρων της αριστεράς συνολικά προς όφελος και των δύο. Ο Όλαφ Σόλτς δεν απολαμβάνει βέβαια στις γραμμές τους ιδιαίτερης πολιτικής εκτίμησης, αφού είναι ένας από τους συνιδρυτές της ατζέντας (λιτότητας) του πρώην καγκελαρίου κ. Σρέντερ.
Οι Φιλελεύθεροι (FDP), οι οποίοι κατά την ίδια δημοσκόπηση ανέρχονται στο 7%, εκτιμούν πως θα εκλεγεί τελικά ο κ. Σόλτς με τον οποίο και μόνο θα μπορούσαν να συνεργαστούν στο μέλλον. Εξάλλου η συνυποψήφιά του Κλάρα Γκέιβιτς επανέφερε πρόσφατα το σενάριο του σχηματισμού κυβέρνησης μαζί τους και με τους Πράσινους, ως εναλλακτική λύση στον υπάρχοντα συνασπισμό Χριστιανοδημοκρατών- Σοσιαλδημοκρατών. Με τους Bάλτερ-Μπόργιανς και Σάσκια Έσκεν θα ήταν αδύνατος ένας τέτοιος συνασπισμός αφού τάσσονται σαφώς κατά του νεοφιλελευθερισμού.
Περιφρονητικά και αλαζονικά είναι τα σχόλια της ακροδεξιάς «Εναλλακτικής για την Γερμανία / Alternative fuer Deutschland (AfD) και γα τα δύο ζεύγη των υποψηφίων ηγετών του SPD: «Eίναι αδιάφορο με ποιόν εκ των δύο διδύμων θα συνεχιστεί η κατάρρευση του SPD» δήλωσε στην εφημερίδα Die Zeit ο επικεφαλής της Γιοργκ Μόιτεν, ενώ ο Άλις Βάιντελ, επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας, δήλωσε: «Δεν εύχομαι ούτε στο χειρότερο πολιτικό μου αντίπαλο τέτοιους υποψήφιους».
Πηγές: ZDF, Die Zeit, Tagesspiegel, Berliner Morgenpost, Handelsblatt, reuters .de