Σημαντικές ανακατατάξεις στα αντικείμενα εργασίας στον τραπεζικό κλάδο, στις τραπεζικές συναλλαγές, στα εργασιακά δικαιώματα και σε όλο το φάσμα των δραστηριοτήτων στον συγκεκριμένο τομέα, φέρνει η χρήση νέων τεχνολογιών στις τράπεζες και η μετάβαση προς τη ψηφιακή τραπεζική, ανέφεραν οι ομιλητές, μεταξύ αυτών και οι συντελεστές της σχετικής έρευνας του Ινστιτούτου Εργασίας της ΟΤΟΕ, σε εκδήλωση του ΙΝΕ/ΟΤΟΕ στη Θεσσαλονίκη.
Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος της ΟΤΟΕ, Σταύρος Κούκος, η εργασία στον τραπεζικό τομέα στην Ελλάδα συρρικνώθηκε «σε επίπεδα – ρεκόρ» σε σχέση με άλλες χώρες της Ε.Ε. τα τελευταία χρόνια. Διευκρίνισε όμως, ότι αυτό συνδέεται περισσότερο με τα προβλήματα της οικονομικής κρίσης από την οποία διήλθε η χώρα και από τις επιλογές του εγχώριου τραπεζικού συστήματος για μείωση του κόστους, και λιγότερο από τον εκσυγχρονισμό και τον ψηφιακό μετασχηματισμό των δραστηριοτήτων, ο οποίος εξακολουθεί να υστερεί σε σχέση με τα ευρωπαϊκά δεδομένα.
«Στον τραπεζικό κλάδο εργάζονται 38.000 υπάλληλοι, από τις 64.000 που εργαζόταν πριν από την κρίση» είπε ο κ. Κούκος. Τόνισε ότι οι τράπεζες πρέπει να σχεδιάσουν το μέλλον, όχι με προτεραιότητα τη μείωση του κόστους, που «είναι ανελαστική και έχει πάτο», αλλά αντιθέτως με την επέκταση των δραστηριοτήτων τους, με την επένδυση στο ανθρώπινο δυναμικό και με στόχο την αύξηση των εσόδων.
Στις προκλήσεις και στα προβλήματα που φέρνει η 4η βιομηχανική επανάσταση σε σχέση με την εργασία, και – ειδικότερα για τις τράπεζες – η μετάβαση σε ψηφιακές τραπεζικές υπηρεσίες, αναφέρθηκε η πρόεδρος του ΙΝΕ /ΟΤΟΕ, Βάσω Βογιατζοπούλου: «Επιδίωξή μας είναι να βάλουμε το δικό μας λιθαράκι στις εξελίξεις, να προετοιμάσουμε τους εργαζόμενους και τις θέσεις της ΟΤΟΕ για να μπορέσουν να ανταποκριθούν και να διεκδικήσουν πιο αποτελεσματικά, στην νέα αυτή περίοδο» είπε η κ. Βογιατζοπούλου. Ανέφερε ότι αυτές οι αλλαγές ήδη έχουν επηρεάσει βαθιά τον τραπεζικό τομέα διεθνώς και απασχολούν έντονα τους εργαζόμενους σε άλλες δυτικές κοινωνίες, και πρόσθεσε: «Η ΟΤΟΕ είναι παρούσα στις εξελίξεις, είναι ένα νέο πεδίο που πρέπει να το αντιμετωπίσουμε με ψυχραιμία, να το αναλύσουμε και να δώσουμε σωστές απαντήσεις».
Τοποθετήσεις των συγγραφέων της έρευνας του ΙΝΕ/ΟΤΟΕ
«Στην Ελλάδα, από το 2008 μέχρι το 2019 έχουμε τις διπλάσιες μειώσεις σε καταστήματα και προσωπικό σε σχέση με άλλες χώρες της Ε.Ε.» τόνισε η οικονομολόγος εργασίας, σύμβουλος της ΟΤΟΕ για τα εργασιακά, Βασιλική Γεωργακοπούλου. Υπογράμμισε πάντως, ότι αυτό συνέβη παρότι η ψηφιοποίηση των τραπεζικών υπηρεσιών στη χώρα μας παραμένει σε αρκετά χαμηλά επίπεδα, σε σχέση με τους ευρωπαϊκούς δείκτες.
«Είμαστε 26οι στους 28 της Ε.Ε. στο σύνθετο δείκτη ψηφιακής δυναμικής και επίσης 26οι στη χρήση του διαδικτύου για τις τραπεζικές συναλλαγές. Οι προκλήσεις είναι τεχνολογικές και κοινωνικές, όπως η αλλαγή εποπτείας της εργασίας μέσω των τεχνολογικών συστημάτων, η διαχείριση του εργασιακού χρόνου, το ενδεχόμενο μετακύλησης της ευθύνης της στοχοθεσίας από τον εργοδότη στον εργαζόμενο, κ.ά.».
Ο καθηγητής συνταγματικού δικαίου, Ξενοφών Κοντιάδης, επεσήμανε ότι σημαντικό ρόλο θα παίξει η διαδικασία επανεκπαίδευσης, επανακατάρτισης των εργαζομένων, καθώς θα υπάρξουν «σημαντικές μεταβολές» στον εργασιακό βίο. Ανέφερε επίσης, ότι επιπτώσεις μπορεί να υπάρξουν σε μια σειρά από δικαιώματα, εργασιακά, ασφαλιστικά και ζητήματα προσωπικών δεδομένων, τα οποία θα πρέπει να αντιμετωπιστούν χωρίς «φόβο» για τις τεχνολογικές εξελίξεις, αλλά συστηματικά, με αξιοποίηση και των πλεονεκτημάτων των νέων συνθηκών.
«Εκείνοι που εργάζονται πίσω από γραφεία, σε ένα μεγάλο βαθμό, ίσως αντικατασταθούν από μηχανές, αλλά αυτό δε σημαίνει απαραίτητα μείωση της εργασίας, καθώς νέες ανάγκες θα προκύψουν και αυτές μπορεί να καλυφθούν από τους ίδιους εργαζόμενους, υπό την προϋπόθεση ότι θα επανεκπαιδευτούν. Αυτό δεν είναι απαραιτήτως μια απειλή. Είναι ενδεχομένως και μια ευκαιρία αναβάθμισης του αντικειμένου τους».
«Ασφαλώς, θα απολεσθούν θέσεις απασχόλησης, δεν μπορεί να προσδιοριστεί ακόμη το μέτρο αυτής της απώλειας. Από την άλλη μεριά θα δημιουργηθούν νέες, αλλά το ισοζύγιο θα είναι μάλλον αρνητικό» τόνισε καθηγητής Εργατικού Δικαίου στο ΕΚΠΑ, Κώστας Παπαδημητρίου.
Ο κ. Παπαδημητρίου ανέφερε, ότι μεταξύ των συνεπειών της τεχνολογικής αλλαγής μπορεί να είναι η εμφάνιση και νέων μορφών απασχόλησης, όπως η «νομαδική εργασία», με παροχή εργασίας, όχι από ένα σταθερό σημείο, αλλά μέσω φορητού ηλεκτρονικού υπολογιστή, ενώ επεσήμανε ότι ένα ακόμη κρίσιμο ζήτημα είναι και η αντιμετώπιση του «εργασιακού στρες». Υπογράμμισε ακόμη, ότι οι τράπεζες σε συνεργασία με δημόσιους φορείς, πρέπει να φροντίσουν για την κατάρτιση και την εκπαίδευση των εργαζομένων, με στόχο τη διατήρηση θέσεων εργασίας και κάλυψη των νέων θέσεων, με διαφοροποιημένες ανάγκες, που θα προκύψουν ως αποτέλεσμα των τεχνολογικών αλλαγών.
Ο σύμβουλος Ανθρώπινου Δυναμικού, Δημήτρης Στεφανίδης, υπογράμμισε ότι απαιτείται μια «ψύχραιμη προσέγγιση» ανάμεσα στην νέα κατάσταση, αυτή της εξελισσόμενης ψηφιοποίησης των υπηρεσιών στις τράπεζες και την επίπτωσή της στο ανθρώπινο δυναμικό, στους εργαζόμενους – και συνέχισε: «Τα πράγματα δεν είναι ούτε άσπρα ούτε μαύρα. Οι τράπεζες, σε διεθνές επίπεδο, έχουν ήδη εφαρμόσει σε μεγάλο βαθμό την ψηφιακή νοημοσύνη και τα στοιχεία δείχνουν ότι οι εργαζόμενοι που έχουν γνώση και δεξιότητες, σε μεσαίο και υψηλό επίπεδο, θα μπορέσουν να διατηρήσουν τις θέσεις εργασίας. ‘Αρα, το μεγάλο στοίχημα είναι πώς θα μπορέσουμε να αναβαθμίσουμε το ανθρώπινο δυναμικό, ώστε να ανταποκριθεί στη νέα εποχή».