Η αισθητική των Μπολσεβίκων εμπεριείχε το σοκ και δέος της βλασφημίας, όπως την παρουσίαζε το περιοδικό «Άθεος» στα εξώφυλλα του, επισημαίνει ο Ρόλαντ Έλιοτ Μπράουν. Βαθιά μέσα στα «σπλάχνα» της Ρωσικής Βιβλιοθήκης, υπάρχουν τα απομεινάρια του νεκρού και ενταφιασμένου ονείρου της αθεΐας, που έλαβε την πρώτη του μορφή από τους Ρώσους ριζοσπάστες του 19ου αιώνα, που θεωρούσαν τη μαζική αθεΐα, κλειδί για τη «σωτηρία» της Ρωσίας. Όταν ο Λένιν κατέλαβε την εξουσία το 1917, οι Μπολσεβίκοι ενσωμάτωσαν το όνειρο τους στο όραμα του «παραδείσου επί της Γης».
Γράφει ο Δημήτρης Θωμάς
Οι λαοί της Δύσης γνωρίζουν το «όνειρο της σοβιετικής αθεΐας» κυρίως από τις ιαχές των ορκισμένων εχθρών της. Το 1983 ο Πρόεδρος Ρίγκαν τοποθέτησε την απόρριψη της θρησκείας εκ μέρους του Λένιν, στο επίκεντρο της ομιλίας του για την «ανελευθερία της Αυτοκρατορίας του Κακού». Την ίδια χρονιά ο Αλεξάντερ Σολζενίτσιν απέδωσε τις καταστροφές που έζησε η Ρωσία στην αθεΐα, σε ομιλία του στο Γκίλντχολ του Λονδίνου με τίτλο, «Οι άνθρωποι ξέχασαν το θεό».
Ακόμη και αν σήμερα το όλο ζήτημα καλύπτεται από τη βαριά σκόνη του παρελθόντος, οι επισκέπτες στις καταπληκτικές κρατικές βιβλιοθήκες της Ρωσίας, βιβλιοθήκες που ήταν σοβιετικοί ναοί μάθησης και «διαφώτισης» του τότε «χρισμένου λαού», έχουν τη δυνατότητα να ανακαλύψουν τόμους αντί – θρησκευτικών περιοδικών της σοβιετικής περιόδου που παραθέτουν γλαφυρά την εξέλιξη της «ουτοπίας της αθεΐας». Το περιοδικό Άθεος περιέχει άρθρα και εργασίες για τη θρησκεία σε ολόκληρο τον κόσμο, που έμοιαζαν με περιεχόμενο παιδικής εγκυκλοπαίδειας.
Τα περιοδικά παρουσίαζαν μαρξιστικές σάτιρες και καρικατούρες, το «σοκ και δέος της βλασφημίας» ήταν σημαντικό μέρος της αισθητικής των Μπολσεβίκων, που επιθυμούσαν να δείξουν «ποιος έκανε κουμάντο» σε ένα ακόμη έθνος θρησκευτικά ευσεβές. Μια αξέχαστη αθεϊστική «εικονογραφία» παρουσιάζει έναν εργάτη να ανεβαίνει μια σκάλα προς τον ουράνιο θόλο, πάνω από ένα τοπίο κατεστραμμένων επί γης ναών, με στόχο να καταστρέψει τους θεούς. Συνοδευόταν από το απόφθεγμα «Τελειώσαμε με τους Τσάρους επί της Γης και τώρα κυνηγάμε τους Τσάρους των Ουρανών». Στο ίδιο περιοδικό μια λιθογραφία παρουσιάζει μια γλαφυρή παρωδία Θείας Κοινωνίας, όπου ιερείς και χωρικοί, τεμαχίζουν το πτώμα του νεκρού Ιησού, και τρώνε τα άκρα και τα εντόσθια του. Κάποια άλλα περιοδικά περιείχαν αληθινές φωτογραφίες λειψάνων Αγίων της Εκκλησίας, «μούμιες» και σκελετούς Αγίων της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, τα οποία οι Μπολσεβίκοι ήθελαν εκθέσουν σε δημόσια θέα για να ξεριζώσουν τη λαϊκή πίστη ότι τα λείψανα δεν αποσυντίθενται.
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1920, τα περιοδικά έστρεψαν την προσοχή τους, από τις γλαφυρές φαντασιακές βλασφημίες, σε μια πιο αυστηρή και καθορισμένη μορφή σταλινικού αθεϊσμού, που προσανατολίζεται στη δημιουργία «κολεκτίβων αθεΐας» και βιομηχανικών πόλεων, και στην καταστροφή των ναών και των ταξικών εχθρών. Το περιοδικό Ο Άθεος στη Μηχανή, παρουσίαζε σε εξώφυλλο του 1930, τον ιερέα του χωριού ως πεινασμένο λύκο στους αγρούς γύρω από το χωριό, υποστηρίζοντας τη συνήθεια των κολεκτιβιστών να καταδιώκουν τους ιερείς και να φορούν τα ράσα τους σε ζώα. Στο ίδιο περιοδικά άλλο εξώφυλλο έδειχνε ένα Ιερέα, ένα Ραβίνο και ένα Μουλά να παρασύρονται από τα νερά και να συνθλίβονται στον υδροφράχτη ενός φράγματος. Τα σοβιετικά περιοδικά διαφήμιζαν το κλείσιμο και την κατεδάφιση «κέντρων σκοταδισμού», δηλαδή ναών μοναστηριών κτλπ.
Σε όλα τα σοβιετικά περιοδικά, ήταν εμφανείς οι ρίζες της σοβιετικής αθεΐας στους διανοουμένους του 19ου αιώνα. Ο «κανόνας της σοβιετικής αθεΐας» αφορά δημοσιεύματα για «ήρωες» όπως ο Νικολάι Τσερνισέφσκι και ο Νικολάι Ντομπρολιούμποφ, και οι δύο ήταν γιοί ιερέων, που ήταν οι πρώτοι συγγραφείς που αρνήθηκαν στα έργα τους την ύπαρξη του Θεού. Οι σοβιετικοί προσπαθούσαν να εντοπίσουν όλα τα αντιθρησκευτικά και αντικληρικαλιστικά στοιχεία στην ευρωπαϊκή φιλοσοφία και λογοτεχνία, κυρίως σε έργα του Χομπς, του Σέϊκσπιρ, του Βολταίρου και του Βίκτωρα Ουγκό, τα μυθιστορήματα των οποίων, είχαν οδηγήσει το νεαρό Ιωσήφ Στάλιν να υποστεί τιμωρίες, την εποχή που εκπαιδευόταν ως ιερέας στην Τυφλίδα.
Ο Στάλιν εγκατέλειψε το όραμα της αθεΐας όταν ο Χίτλερ εισέβαλε στη Ρωσία τον Ιούνιο του 1941, κάτι που οδήγησε στην πλήρη παύση των αθεϊστικών δημοσιευμάτων, με τον Στάλιν να στηρίζει τον «ιερό αγώνα της Ορθοδοξίας» κατά του Φασισμού. Από το θάνατο του Στάλιν και εντεύθεν, το Κομμουνιστικό Κόμμα, στο πλαίσιο της πολιτικής «αποσταλινοποίησης», και του Κρούστσεφ, κατά τις δεκαετίες 1950 και 1960, επέστρεψε στις ρίζες του Μαρξισμού – Λενινισμού, ανανεώνοντας την πίστη στον Κομμουνισμό και στην πολιτική της προώθησης της αθεΐας. Η εικονογραφία της αντιθρησκευτικής πολιτικής της περιόδου Κρούστσεφ περιλαμβάνει εορτασμούς για τον αγώνα κατάκτησης του διαστήματος, με γιούς εργατών να ανεβαίνουν με διαστημόπλοια στους ουρανούς, και σκιαγραφεί τους ιερείς ως άπληστους άρπαγες, ενώ δαιμονοποιεί ως απειλή τις θρησκευτικές μειονότητες όπως οι μάρτυρες του Ιεχωβά.
Κατά τις δεκαετίες του 70 και του 80, η σοβιετική σάτιρα προσπαθεί να ερμηνεύσει την επίμονη παρουσία της θρησκευτικής πίστης, σε μια Ρωσία που έχει αστικοποιηθεί και «μορφωθεί», και όπου οι περισσότεροι ναοί έχουν αντικατασταθεί από απαστράπτουσες βιβλιοθήκες, θέατρα και ουρανοξύστες της τηλεόρασης. Η σοβιετική σάτιρα επίσης εξέφραζε την απέχθεια της για το ενδιαφέρον που έδειχνε η Δύση για τη θρησκευτική ελευθερία στη Σοβιετική Ένωση, ενδιαφέρον που παρουσιαζόταν ως μέτωπο στήριξης της κατασκοπείας. Οι Ρώσοι χίπστερ που φορούσαν τζιν και σταυρό ως σύμβολα εξέγερσης και επανάστασης κατά του καθεστώτος ήταν υπό διωγμό. Το ρωσικό αθεϊστικό όνειρο πέθανε μαζί με την πολιτική της Γλάσνοστ (διαφάνειας) την περίοδο της ηγεσίας του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, και από τότε έχει ελάχιστους νοσταλγούς. Σήμερα η ρωσική κυβέρνηση του Βλαντιμίρ Πούτιν θεωρεί το φλέρτ με την αθεΐα συνώνυμο της επανάστασης.