Το προσχέδιο του προυπολογισμού του 2020 προβλέπει σημαντική αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης στο 2,8% και σηματοδοτεί μια ριζική στροφή της οικονομικής πολιτικής από την υπερφορολόγηση και την αποεπένδυση, προς την ανάπτυξη, την απασχόληση και την αύξηση των διαθέσιμων εισοδημάτων όλων των πολιτών, τονίζει σε δήλωσή του ο αρμόδιος για τη Δημοσιονομική Πολιτική υφυπουργός Οικονομικών Θεόδωρος Σκυλακάκης. Ο υφυπουργός Οικονομικών προαναγγέλλει μέτρα διεύρυνσης της φορολογικής βάσης, όπως επέκταση ηλεκτρονικών συναλλαγών και φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας με βάση τις πραγματικές αξίες των ακινήτων καθώς και εξορθολογισμό των δαπανών για την εξασφάλιση δημοσιονομικού χώρου, τη μείωση της φορολογίας και την επίτευξη του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα το οποίο για το 2020 εκτιμάται στο 3,56% του ΑΕΠ.
Στη δήλωση την οποία έκανε ο Θ. Σκυλακάκης, με αφορμή την κατάθεση του προσχεδίου του Προϋπολογισμού στη Βουλή από τον υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταικούρα τονίζονται τα ακόλουθα:
«Το προσχέδιο του προϋπολογισμού του 2020 προβλέπει σημαντική αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης από το 1,5% που παρατηρήθηκε το πρώτο εξάμηνο του 2019 στο 2,8% για το 2020. Σηματοδοτεί έτσι μια ριζική στροφή της οικονομικής πολιτικής από την υπερφορολόγηση και την αποεπένδυση, προς την ανάπτυξη, την απασχόληση και την αύξηση των διαθέσιμων εισοδημάτων όλων των πολιτών.
Προβλέπει επίσης μείωση της ανεργίας (από το 17,4% στο 15,6%) και σημαντική αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης (+1,8%) και των επενδύσεων (+13,4%), που αντανακλούν στην αύξηση των διαθεσίμων εισοδημάτων όλων των πολιτών, μέσω της μείωσης των συντελεστών στη φορολογία εισοδήματος και της αναθέρμανσης της οικονομικής δραστηριότητας. Συνολικά τα μέτρα αναθέρμανσης της Οικονομίας μαζί με τις νέες κοινωνικές πρωτοβουλίες φτάνουν τα 1200 εκατ. ευρώ και περιλαμβάνουν όλα όσα ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στην πρόσφατη ομιλία του στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, τα οποία αφορούν δημοσιονομικά το 2020.
Το 2020 λαμβάνονται ταυτόχρονα μέτρα διεύρυνσης της φορολογικής βάσης (ηλεκτρονικές συναλλαγές, φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας με βάση τις πραγματικές αξίες ακινήτων κ.α.) και εξορθολογισμού των δαπανών και των εσόδων της Γενικής Κυβέρνησης. Με τις δράσεις αυτές εξασφαλίζεται δημοσιονομικός χώρος για την μείωση της φορολογίας και την προώθηση της ανάπτυξης και ταυτόχρονα καλύπτεται το δημοσιονομικό κενό που κληρονόμησε η νέα κυβέρνηση για το 2020 (όπως και για το τρέχον έτος), με την ταυτόχρονη διασφάλιση του συμφωνηθέντος κατά πρόγραμμα πρωτογενούς πλεονάσματος, που θα ανέλθει το 2020 στο 3,56% του ΑΕΠ.
Ο προϋπολογισμός του 2020 θέτει τις βάσεις για τον τερματισμό της υπερφορολόγησης και της αποεπένδυσης που χαρακτήρισαν την περίοδο 2016-2018, στη διάρκεια της οποίας ασκήθηκε περιοριστική πολιτική ύψους 11,4 δισ. ευρώ, πέραν και επιπλέον των υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων που είχαν συμφωνηθεί με τους πιστωτές και δημιουργεί το δημοσιονομικό χώρο για την πυροδότηση ενός ενάρετου κύκλου οικονομικής προόδου για τα επόμενα χρόνια. Μια νέα κυβέρνηση εφαρμόζει μια καινούρια οικονομική πολιτική με την φιλοδοξία να θέσει τις βάσεις για μια νέα εποχή για την ελληνική οικονομία και κοινωνία».