today-is-a-good-day
6.8 C
Athens

Στην Ελλάδα και τη νέα κυβέρνηση αφιερώνει το κύριο άρθρο της η Washington Post

Μεγάλο άρθρο στην άνοδο της Νέας Δημοκρατίας στην Κυβέρνηση της χώρας, αφιερώνει η Washington Post.

Σύμφωνα με το άρθρο, η δημοκρατία στην Ευρώπη ξεκίνησε στην Ελλάδα και κάποιοι λένε πως τελείωσε και εκεί. Σχεδόν μια δεκατία πριν, καθώς ο κόσμος «βούτηξε» μέσα στην πρωτοφανή οικονομική κρίση, τα επίσημα οικονομικά στοιχεία που παρουσίασε η Αθήνα αποδείχτηκαν εντελώς εσφαλμένα. Στην πραγματικότητα, η χώρα όδευε προς την οικονομική αφερεγγυότητα, με τις ενδεχόμενες συνέπειες να είναι καταστροφικές, όχι μόνο για εκείνη, αλλά και για τις 18 άλλες χώρες που χρησιμοποιούν το ευρώ σαν το κοινό τους νόμισμα. Καθώς η χώρα κατέρρεε μέσα στην κατάθλιψη και το χάος, αποδεικνύοταν ώριμη για να δώσει χώρο σε ακραίους λαϊκιστές από τον αριστερό και τον δεξιό χώρο. Μάλιστα, ένας ακραία αριστερός πολιτικός, ο Αλέξης Τσίπρας, κέρδισε το πρωθυπουργικό χρίσμα το 2015 και υποσχέθηκε να αψηφήσει τους διεθνείς πιστωτές της Ελλάδας για να πραγματοποιήσει επαναστατικές αλλαγές.

Την προηγούμενη Κυριακή, όμως, οι Έλληνες ψηφοφόροι πήγαν ήρεμα στις κάλπες και με ειλικρίνεια και αποφασιστικότητα, καταψήφισαν τον κ. Τσίπρα και το κόμμα του, προς όφελος του κεντροδεξιού κόμματος της Νέας Δημοκρατίας με επικεφαλής τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Συνολικά, σημειώνει το άρθρο, πρόκειται για μια ομαλή πολιτική προσγείωση για την Ελλάδα, με ελπιδοφόρες συνέπειες για την ανθεκτικότητα του ελληνικού και του ευρωπαϊκού, δημοκρατικού πολιτισμού.

Για να αποδώσουμε στον κ. Τσίπρα όσα του αναλογούν, τελικά εγκατέλειψε τις ριζοσπαστικές πολιτικές του υπέρ της μόνης ρεαλιστικής επιλογής: την αποδοχή της μακροπρόθεσμης διάσωσης από τους δανειστές, υπό την καθοδήγηση της Γερμανίας, η οποία απαιτούσε αυστηρά μέτρα ελέγχου του χρέους και παρατεταμένη ύφεση, με αντάλλαγμα τη διατήρηση στη ζώνη του ευρώ. Σήμερα, το ελληνικό ΑΕΠ είναι κατά 24% χαμηλότερο από ό, τι ήταν το 2007, αλλά η χώρα έχει τουλάχιστον επιστρέψει δειλά-δειλά στην ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας, αν και μάλλον περιορισμένες.

Ο κ. Τσίπρας πέτυχε το μεγαλύτερο μέρος της δημοσιονομικής λιτότητας μέσω φορολογικών αυξήσεων. Αν είχε πραγματοποιήσει διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για να καταστήσει την Ελλάδα πιο αποτελεσματική και φιλική προς τις επενδύσεις, η ανάπτυξη θα μπορούσε να ήταν ταχύτερη και το ελληνικό εκλογικό σώμα πιο ευτυχισμένο. Οι πολιτικές ομάδων συμφερόντων και η ιδεολογία του κ. Τσίπρα έκαναν όμως αδύνατη μια τέτοια προσέγγιση με αποτέλεσμα να χάσει από τον κ. Μητσοτάκη, ο οποίος υποσχέθηκε να περιορίσει τους φόρους, να προσελκύσει ξένες επενδύσεις και να επανεξετάσει την ελληνική γραφειοκρατία, η οποία είναι ένας σημαντικός λόγος που η Ελλάδα κατατάσσεται τελευταία μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών στην έρευνα Ease of Doing Business της Παγκόσμιας Τράπεζας.

Παρόλο που ο κ. Μητσοτάκης φέρει ένα υψηλά τεχνοκρατικό βιογραφικό, υπάρχουν λόγοι να υπάρχει σκεπτικισμός για τον ίδιο και για τις υποσχέσεις του. Οι διαρθρωτικές παθογένειες της Ελλάδας μπορεί να είναι τόσο βαθιές, συνεχίζει το άρθρο, που να βρίσκονται εκτός των δυνατοτήτων οποιουδήποτε μεταρρυθμιστή που θέλει να τις ξεριζώσει. Και παρά τις καλές του προθέσεις, ο κ. Μητσοτάκης είναι επικεφαλής ενός κόμματος, η παλιά φρουρά του οποίου μοιράζεται την ευθύνη για την πολιτική διαφθορά κατά της οποίας επαναστάτησαν οι Ελληνες ψηφίζοντας στον κ. Τσίπρα.

Ο κ. Μητσοτάκης πρέπει να ενεργήσει άμεσα και με ειλικρίνεια, προκειμένου η Ελλάδα να επιτύχει τελικά την ελάφρυνση του χρέους της, που σήμερα ισοδυναμεί με περισσότερο από 170% του συνολικού ΑΕΠ. Εάν πραγματοποιήσει σημαντικές μεταρρυθμίσεις, τότε η υπόλοιπη Ευρώπη, υπό την ηγεσία της Γερμανίας, θα πρέπει να είναι πρόθυμη να χαλαρώσει τις αυστηρές δημοσιονομικές συνθήκες, που εξακολουθούν να περιορίζουν την κυβέρνηση της Αθήνας, ιδίως το τον πολύ δύσκολο στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα ίσο με 3,5% του ΑΕΠ. Οι υποσχέσεις του κ. Μιτσοτάκη για φορολογικές ελαφρύνσεις και για μεγαλύτερες δαπάνες υποδομής είναι πρακτικές και όχι ψεύτικες. Η παροχή του δημοσιονομικού χώρου για την εκπλήρωσή τους θα έδειχνε στους Έλληνες και σε όλους τους Ευρωπαίους ότι υπάρχει ανταμοιβή για τη διατήρηση της ορθολογικής πολιτικής, ακόμη και υπό τις πιο δύσκολες συνθήκες.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ