Τα ψυχωσικά επεισόδια, όπως το να ακούει κανείς ανύπαρκτες φωνές ή να κάνει παρανοϊκές σκέψεις, είναι συχνότερα στους εφήβους που ζουν σε πόλεις με μεγάλη ρύπανση του αέρα, σε σχέση με τους συνομηλίκους τους που ζουν σε αγροτικές περιοχές, σύμφωνα με μια νέα βρετανική επιστημονική έρευνα, την πρώτη που κάνει αυτή τη συσχέτιση, αν και δεν έχει βρεθεί κάποιος βιολογικός μηχανισμός που να συνδέει με βεβαιότητα τη ρύπανση με τα συμπτώματα της ψύχωσης.
‘Αλλες πρόσφατες μελέτες έχουν συσχετίσει τα επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης με τον κίνδυνο εγκεφαλικού και άνοιας στους ηλικιωμένους. Η νέα μελέτη έρχεται να προστεθεί σε όσες δείχνουν ότι η ατμοσφαιρική ρύπανση μπορεί να επιβαρύνει τη σωματική, οδηγώντας τελικά και σε προβλήματα ψυχικής υγείας.
Οι επιστήμονες του Βασιλικού Κολλεγίου (King’s) του Λονδίνου, με επικεφαλής τη δρα Τζόαν Νιούμπερι του Ινστιτούτου Ψυχιατρικής, Ψυχολογίας και Νευροεπιστήμης, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό ψυχιατρικό περιοδικό “JAMA Psychiatry”, σύμφωνα με το BBC και το New Scientist, ανέλυσαν στοιχεία για 2.232 εφήβους ηλικίας 12 έως 18 ετών.
Η μελέτη ταξινόμησε τους νέους σε τρεις κατηγορίες ανάλογα με τη διαμονή τους σε αστική, ημιαστική ή αγροτική περιοχή. Σχεδόν το ένα τρίτο των εφήβων είχαν αναφέρει τουλάχιστον ένα ψυχωσικό επεισόδιο, όπως να νομίζουν ότι κάποιος τους κατασκοπεύει συστηματικά ή να ακούνε φωνές που κανείς άλλος δεν μπορεί να ακούσει. Οι επιστήμονες συσχέτισαν τη συχνότητα των ψυχωσικών επεισοδίων με το επίπεδο ατμοσφαιρικής ρύπανσης στον τόπο διαμονής τους στη διάρκεια ενός έτους.
Διαπιστώθηκε ότι όσο μεγαλύτερη ήταν η ρύπανση του αέρα, πράγμα που συνέβαινε στις αστικές περιοχές, τόσο πιθανότερο ήταν να διαγνωσθεί ένας έφηβος ότι είχε επεισόδιο ψύχωσης και αυτό άσχετα με άλλους παράγοντες, όπως το οικογενειακό ιστορικό ψυχικής νόσου, ο κοινωνικός αποκλεισμός και η χρήση ναρκωτικών και αλκοόλ.