today-is-a-good-day
13.3 C
Athens

Brookings: Δυσοίωνες οι προοπτικές της ελληνικής Οικονομίας

Υπο τον τίτλο «Greek economy: From bailout program exit to recovery?» το blog του ιδρύματος BROOKINGS δημοσιεύει άρθρο του συνεργάτη του  Έλληνα οικονομολόγου Θεόδωρου Πελαγίδη, όπου με αφορμή την πρόσφατη θετική έκθεση της Moody’s για την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας κατά δύο βαθμίδες και την αμφίσημη τελευταία έκθεση ενισχυμένης εποπτείας της Ελλάδας από την Κομισιόν, υποστηρίζει ότι παραμένουν δυσοίωνες οι μετα-μνημονιακές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.

Σύμφωνα με το άρθρο, η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας  από την Moody’s κατά δύο βαθμίδες από Β3 σε Β1, αν και εν πολλοίς αναμενόμενη, θα ενθαρρύνει την ζήτηση του 10ετούς ομολόγου που θα εκδώσει η Ελλάδα αυτή την εβδομάδα με επιτόκιο γύρω στο 3.9%. Αν και η εξέλιξη αυτή είναι μάλλον ενθαρρυντική, η πιστοληπτική θέση της χώρας εξακολουθεί να είναι κάτω από το όριο επενδυτικής εμπιστοσύνης. Εξάλλου, το θετικό σκεπτικό της έκθεσης της Moody’s δεν συμμερίζεται η τελευταία έκθεση εποπτείας της Κομισιόν που δεν επέτρεψε την επόμενη εκταμίευση 970 εκατ. Ευρώ, διαπιστώνοντας 16 ανολοκλήρωτες μεταρρυθμίσεις σε κρίσιμους τομείς όπως η αγορά ενέργειας και εργασίας, και άλλα πιο προβληματικά θέματα στον χρηματοπιστωτικό τομέα (εργαλεία για την επίλυση των μη-εξυπηρετούμενων δανείων, αναθεώρηση του νόμου Κατσέλη για την αναδιάρθρωση χρεών υπερχρεωμένων πολιτών, κλπ)

Στην Ελλάδα διατηρούνται οι οικονομικές προκλήσεις στον χρηματοπιστωτικό τομέα και στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Οι οικονομικές δυσκολίες της χώρας δεν εξαφανίστηκαν έτσι απλά με την ολοκλήρωση του πιο πρόσφατου προγράμματος διάσωσης τον περασμένο Αύγουστο. Με βάση τις τρέχουσες προβλέψεις, η Ελλάδα μάλλον δεν είναι προετοιμασμένη για να αναπτυχθεί με ρυθμό αρκετά υψηλό που θα επιτρέπει  την αποπληρωμή των χρεών μακροπρόθεσμα.

Προς το παρόν, η επιτυχία των τριών διαδοχικών προγραμμάτων διάσωσης περιορίζεται κυρίως στην εξάλειψη των ‘διπλών’ ελλειμμάτων – στον κρατικό προϋπολογισμό και στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών – και στις εκτεταμένες περικοπές μισθών, οι οποίες επανέφεραν μεν την ανταγωνιστικότητα σε κάποιους τομείς της οικονομίας, αλλά προκάλεσαν εκτεταμένες παράπλευρες ζημιές, περιορίζοντας την αγοραστική δύναμη των εργαζόμενων.

Η ελληνική οικονομία χρειάζεται μεγάλη εκτίναξη των επενδύσεων για να επιτύχει υψηλότερους ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ και μεγαλύτερη παραγωγικότητα, αλλά οι επενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι σήμερα μικρότερες από 13%, που είναι το χαμηλότερο ποσοστό στην ευρωζώνη.

Επίσης, η Ελλάδα έχει τη χαμηλότερη αποδοτικότητα στην αγορά εργασίας στην Ευρώπη, από την υψηλή φορολόγηση της εργασίας, που επιβλήθηκε για να επιτευχθεί το απαιτούμενο πρωτογενές πλεόνασμα 3,5%.

Η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας το 2018 βασίζεται κυρίως στις εξαγωγές, οι οποίες ενδέχεται να αποδυναμωθούν καθώς η παγκόσμια οικονομία επιβραδύνεται.

Τέλος, οι μακροπρόθεσμες προοπτικές της Ελλάδας υπονομεύονται από την χαμηλή ποιότητα ενός πελατειακού πολιτικού συστήματος ευνοιοκρατίας ραντιέρηδων και καιροσκόπων, που θα μπορούσε να πυροδοτήσει ένα νέο οργισμένο κύμα εθνικιστικού λαϊκισμού, εν μέσω των επερχόμενων δυσκολιών.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ