today-is-a-good-day
13.1 C
Athens

Η “Κερένια κούκλα” του Κ. Χρηστομάνου γίνεται όπερα στην ΕΛΣ

Η «Κερένια κούκλα», το σημαντικό αθηναϊκό μυθιστόρημα του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου, που άλλαξε τους προσανατολισμούς της ελληνικής πεζογραφίας στις αρχές του 20ού αιώνα, ανεβαίνει σε μορφή όπερας από τις 7 Μαρτίου και για οκτώ παραστάσεις στην Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής (ΕΛΣ) στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Την όπερα έχει συνθέσει ο Τάσος Ρωσόπουλος, ύστερα από παραγγελία της Εναλλακτικής Σκηνής της ΕΛΣ, πάνω σε λιμπρέτο του Γιάννη Σβώλου. Η σκηνοθεσία ανήκει στον Σίμο Κακάλα και η μουσική διεύθυνση είναι του Νίκου Βασιλείου.

Ο Σ. Κακάλας ζωντανεύει επί σκηνής το μυθιστόρημα του Χρηστομάνου, δημιουργώντας μιαν ατμόσφαιρα με γκόθικ στοιχεία, όπου συμπλέκονται κινηματογραφικές εικόνες, ρεαλιστικές μάσκες και αναμνήσεις από την Αθήνα μιας άλλης εποχής. Η «Κερένια κούκλα» είναι το δεύτερο βιβλίο του Χρηστομάνου (1867-1911), το οποίο πρωτοδημοσιεύτηκε σε συνέχειες στην εφημερίδα «Πατρίς» το 1908 και κυκλοφόρησε ως αυτοτελές βιβλίο το 1911, τη χρονιά του πρώιμου θανάτου του συγγραφέα. Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα που επανεκδόθηκε κατ’ επανάληψη, μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο το 1916 από τον Μιχάλη Γλητσό και έγινε θεατρικό έργο, τηλεοπτική σειρά και graphic novel. Έναν αιώνα μετά την πρώτη έκδοσή του, εντάσσεται για πρώτη φορά στο λυρικό ρεπερτόριο.

Πώς ένα μυθιστόρημα μπορεί να μετασχηματιστεί σε όπερα, με ποιον ακριβώς τρόπο μπορεί να πραγματοποιηθεί μια τέτοια μεταφορά; «Είναι μια διαδικασία που προϋποθέτει επιμερισμένη δουλειά με ένα καινούργιο κατ’ ουσίαν κείμενο», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Σίμος Κακάλας: «Κάθε μεταφορά της λογοτεχνίας σε άλλο είδος και επίπεδο είναι δύσκολη, πολλώ δε μάλλον αν δεν πρόκειται για λογοτεχνία που μεταφέρεται στον κινηματογράφο ή στο θέατρο γενικώς, αλλά στο μουσικό θέατρο. Εκείνο που χρειάζεται πρωτίστως για να πετύχει κάτι τέτοιο είναι η συμπύκνωση: η αφαίρεση στοιχείων από τον αρχικό πυρήνα, η απόφαση για το τι θα κρατηθεί και τι θα μείνει».

Ενεργό ρόλο στο έργο του Χρηστομάνου αναλαμβάνουν η Αθήνα και οι φτωχογειτονιές της υπό τη σκιά της Ακρόπολης και κάτω από τον λόφο Φιλοπάππου. Πώς αντανακλάται η Αθήνα στην παράσταση που θα δούμε από την ερχόμενη εβδομάδα; «Ήθελα να αποφύγω τη νοσταλγία», απαντά ο Σ. Κακάλας: «Δεν ήθελα μιαν αίσθηση νοσταλγίας για μιαν Αθήνα που έχει χαθεί πια για πάντα και για την οποία κανείς δεν ξέρει σήμερα πώς ακριβώς ήταν. Εκείνο που σκέφτηκα, λοιπόν, ήταν να αποφύγω την πολύ συγκεκριμένη απεικόνιση του αθηναϊκού τοπίου και να συγκεντρώσω την προσοχή μου σε πιο σκοτεινά πράγματα. Επέτρεψα μόνο κάποιους υπαινιγμούς για την πόλη. Κατά τα άλλα, η σκηνική δράση θα μπορούσε να αναφέρεται σε οποιονδήποτε τόπο».

Ποια είναι τα πιο σκοτεινά πράγματα που επιδιώκει να αναδείξει ο σκηνοθέτης; «Ο εναγκαλισμός του έρωτα και του θανάτου είναι το κεντρικό θέμα του μυθιστορήματος του Χρηστομάνου, που βάζει στο παιχνίδι και τη λατρεία της φύσης. Μιλώντας για τον έρωτα και τον θάνατο, ο Χρηστομάνος μιλάει και για την τυχαιότητα της ζωής: όχι για τον μοιραίο ή για τον θεόσταλτο προορισμό της, αλλά για τα πράγματα που έρχονται να συμβούν. Είναι κάτι που τον βοηθάει να αντιμετωπίσει με ιδιαίτερα τρυφερό τρόπο τους χαρακτήρες του». Οι άνθρωποι που περιβάλλουν τους κεντρικούς χαρακτήρες της «Κερένιας κούκλας» θυμίζουν κάποτε τον χορό της αρχαίας τραγωδίας. Έχει διασωθεί κάτι ανάλογο στην παράσταση; «Ο Χρηστομάνος δεν βλέπει με καλό μάτι αυτούς τους ανθρώπους και τον ακολουθώ, δημιουργώντας καρικατούρες όχι σε σχήμα χορού αλλά με χορική διάθεση».

Συνδέεται άραγε η επιλογή του Χρηστομάνου με τις παλαιότερες δουλειές του σκηνοθέτη για τον «Βαφτιστικό», τον «Ερωτόκριτο», την «Γκόλφω» και τον «Ορέστη»; «Πρόκειται για την προσφυγή στις κλασικές πηγές και την παράδοση. Εκείνο που με ενδιαφέρει ιδιαιτέρως από αυτή την άποψη είναι η εξέλιξη των στρωμάτων της ελληνικής γλώσσας και αυτό κάνω και με τις γλωσσικές εκφάνσεις της ”Κερένιας κούκλας”. Ερχόμενος γενικότερα κανείς σε επαφή με μια κλασική πηγή ή με την παράδοση, μαθαίνει κάθε φορά κάτι νέο. Και είναι αδύνατον να συμβεί διαφορετικά – και μόνο που αγγίζεις την κλασική πηγή, μπαίνει ένα φίλτρο στην ανάγνωσή της, το φίλτρο της εποχής σου. Και υπό αυτή την έννοια, η υπερπροβολή του εκσυγχρονισμού των κλασικών ή των παραδοσιακών κειμένων δεν έχει πολύ νόημα».

Πρόκειται για τη δεύτερη παραγγελία όπερας πάνω σε έργα της νεοελληνικής λογοτεχνίας από την Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ μετά το «Ζ» του Βασίλη Βασιλικού. Πώς θα πρέπει να δούμε το ανέβασμα της «Κερένιας κούκλας» σε αυτό το πλαίσιο; «Με πολύ θετικό τρόπο. Αναθέσεις σαν κι αυτές βοηθούν στην εξερεύνηση των πηγών, μας κάνουν να ψάξουμε τα όριά μας».

Ο Τάσος Ρωσόπουλος, συνθέτης με διαδρομή σε διαφορετικά μουσικά ιδιώματα, γράφει για την «Κερένια κούκλα» μια μουσική γεμάτη σύμβολα και λυρισμό. Η μουσική του ενοποιεί εδώ τον ρεαλισμό και τη δύναμη της φαντασίας του κειμένου, υμνώντας τη φύση. Για τη διασκευή της «Κερένιας κούκλας» σε λιμπρέτο, ο Γιάννης Σβώλος στο δεύτερό του λιμπρέτο μετά τη «Φόνισσα» του Γιώργου Κουμεντάκη, χρησιμοποίησε ως βάση το ίδιο το κείμενο, συντομεύοντας ή αναδιατάσσοντάς το. Ο αρχιμουσικός Νίκος Βασιλείου έχει την ευθύνη της μουσικής διεύθυνσης του συνόλου σύγχρονης μουσικής Ergon Ensemble. Η «Κερένια κούκλα» παρουσιάζεται στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος στις 7, 8, 15, 16, 17, 21, 22 και 23 Μαρτίου.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ