Ξεκινάει σήμερα στο Ανόϊ του Βιετνάμ, η δεύτερη ιστορική συνάντηση του Προέδρου Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τράμπ, με τον ηγέτη της Βόρειας Κορέας, Κίμ, με στόχο την αποπυρηνικοποίηση της Χερσονήσου της Κορέας. Οι δυο ηγέτες και ειδικά ο Αμερικανός Πρόεδρος, προσερχόμενοι στη συνάντηση έχουν φροντίσει να κατεβάσουν τον πήχη και να τοποθετήσουν τις προσδοκίες για τα αποτελέσματα των διήμερων διαπραγματεύσεων σε ρεαλιστικό πρόσημο.
Του Δημήτρη Γ. Απόκη*
Από την πρώτη ιστορική συνάντηση των δυο ηγετών τον περασμένο Ιούνιο στη Σιγκαπούρη, λίγα είναι αυτά που έχουν αλλάξει αλλά η συνάντηση του Βιετνάμ, είναι μια ιδιαίτερα θετική εξέλιξη, για τους δύο ηγέτες, αλλά κυρίως για την ειρήνη και τη σταθερότητα του πλανήτη.
Η Βόρεια Κορέα για να μιλήσουμε ρεαλιστικά, δεν βρίσκεται κοντά στην αποπυρηνικοποίηση. Στην πραγματικότητα, συνεχίζει τον εμπλουτισμό ουρανίου και συγκεντρώνει περίπου 60 πυρηνικά όπλα. Παρόλα αυτά το πάγωμα στις δοκιμές εκτόξευσης βαλλιστικών πυραύλων, μετά τη Σιγκαπούρη, δεν έχει φέρει το καθεστώς της Πιόνγκ Γιάνγκ, κοντά στη δυνατότητα να πλήξει το έδαφος των ΗΠΑ. Και αυτό ο Πρόεδρος Τράμπ, το κατάφερε χωρίς να χρειαστεί να εμπλακούν οι αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις στην περιοχή, τη στιγμή μάλιστα που οι σκληρές κυρώσεις της Ουάσιγκτον και της διεθνούς κοινότητας έναντι της Βόρειας Κορέας, συνεχίζουν να βρίσκονται σε ισχύ, δημιουργώντας εσωτερική πίεση στο καθεστώς Κίμ.
Την ίδια στιγμή οι μεγάλες κοινές στρατιωτικές ασκήσεις ΗΠΑ και Νότιας Κορέας, που ενοχλούσαν ιδιαίτερα το καθεστώς Κίμ, έχουν παγώσει. Η Νότια Κορέα παραμένει στη δέσμευση αποφυγής ενός μεγάλου πολέμου στην Κορεατική Χερσόνησο, τη στιγμή που τα συμβατικά και πυρηνικά όπλα της Βόρειας Κορέας, δίνουν στο καθεστώς Κίμ μια αίσθηση ασφάλειας από εξωτερική επίθεση, ίσως για πρώτη φορά από την ίδρυση της δυναστείας των Κίμ.
Στην πραγματικότητα έχει παγιωθεί ένα status quo, και οι επόμενες δύο ημέρες, έχουν στόχο να το επισημοποιήσουν και να δημιουργήσουν ένα πλαίσιο διαπραγμάτευσης για μικρότερα θέματα, με στόχο να υπάρξει κινητικότητα. Αυτό στην ουσία, οδηγεί σε μια αναγνώριση από την Ουάσιγκτον, ότι η Βόρεια Κορέα, αποτελεί πυρηνική δύναμη, και αυτό αποτελεί μια μεγάλη μετατόπιση από τη συνάντηση της Σιγκαπούρης και μετά. Μια μετατόπιση, που είναι στην ουσία της ρεαλιστική, διότι δεν υπάρχει καμία χρησιμότητα στο να αγνοείται μια πραγματικότητα. Το ερώτημα είναι εάν αυτή η εύθραυστη ειρήνη μπορεί να διατηρηθεί.
Οι ΗΠΑ μπορούν να παραμείνουν ικανοποιημένες με αυτό το status quo, και με εξαίρεση την περίπτωση που επιλέξει να αναλάβει το βαρύτατο κόστος μιας πυρηνικής σύγκρουσης, στην ουσία δεν υπάρχει και άλλη ρεαλιστική επιλογή. Ακόμη και ο Πρόεδρος Τράμπ, που είχε μιλήσει για παράδοση από τη Βόρεια Κορέα όλων των πυρηνικών όπλων μέχρι το τέλος της πρώτης θητείας του, δηλαδή σε δύο χρόνια, από τώρα, προσερχόμενος στο Ανόϊ, δήλωσε ότι δεν βιάζεται για κάτι τέτοιο.
Το καθεστώς Κίμ, ποτέ δεν υποσχέθηκε πλήρη και εξακριβωμένη αποπυρηνικοποίηση, και σύμφωνα με την οπτική της Βόρειας Κορέας, αποπυρηνικοποίηση σημαίνει στην ουσία το ίδιο πράγμα που η Ουάσιγκτον είχε υπογράψει στην Nuclear Non-Proliferation Treaty, του 1968, που μιλά για επίτευξη αποπυρηνικοποίησης από τις ΗΠΑ και άλλες πυρηνικές δυνάμεις κάποια στιγμή. Εάν ο Λευκός Οίκος έθετε οποιοδήποτε άλλο, μη ρεαλιστικό στόχο, για τη συνάντηση του Βιετνάμ, ο Πρόεδρος Τράμπ θα προσέρχονταν σήμερα στις διαπραγματεύσεις με πολύ αδυνατισμένη διαπραγματευτική ισχύ, ενισχύοντας τη θέση του Κίμ στις διαπραγματεύσεις.
Αυτό είναι και ο λόγος που η κυβέρνηση Τράμπ, ξεκινά τη διαπραγμάτευση προτάσσοντας το στόχο της εξασφάλισης του εδάφους των ΗΠΑ, δηλαδή το μόνιμο τερματισμό των δοκιμών βαλλιστικών πυραύλων από τη Βόρεια Κορέα. Αν και οι πύραυλοι που έχει δοκιμάσει η Βόρεια Κορέα μέχρι σήμερα, φαίνεται να επιτυγχάνουν το στόχο της απόστασης για να πλήξουν τις ΗΠΑ, τα προβλήματα στο σύστημα στόχευσης κατά την είσοδό τους στην ατμόσφαιρα της γης είναι μεγάλα, και αυτό καθιστά πιο εύκολο για το καθεστώς Κίμ, να παραχωρήσει κάτι το οποίο δεν έχει ακόμη πετύχει. Ταυτόχρονα αποτελεί και έξυπνη κίνηση από την κυβέρνηση Τράμπ, να θέσει ως κόκκινη γραμμή αυτό το ρεαλιστικό στόχο, σε αντίθεση με τα πυρηνικά όπλα που ήδη έχει η Βόρεια Κορέα, και για να τα απεμπολήσει θα χρειαστεί μια οδυνηρή πολεμική σύγκρουση.
Στην ουσία η κυβέρνηση Τράμπ, οριοθετεί τους στόχους της στη διαπραγμάτευση του Βιετνάμ με βάση την γεωπολιτική πραγματικότητα. Αυτό δείχνει ότι η Ουάσιγκτον επαναπροσδιορίζει την πολιτική της στη στρατηγική της αποτροπής, με έλεγχο του είδους και του μεγέθους των πυρηνικών όπλων της Βόρειας Κορέας, και δεύτερον κλέβοντας την διαπραγματευτική πολιτική του καθεστώτος Κίμ, που είναι μαέστρος στη στρατηγική καθυστέρησης με ατελείωτες διπλωματικές και ανούσιες διπλωματικές διαδικασίες, θα δώσει τη δυνατότητα στην Ουάσιγκτον δίνοντας μικρές παροχές στη Βόρεια Κορέα, να την κρατά στο πλαίσιο που θα επιλέξει, στο διηνεκές.
Βέβαια το καθεστώς Κίμ, δεν είναι διατεθειμένο να παραμείνει στο σημερινό status quo για πάντα και επιδιώκει την αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων από τη Χερσόνησο της Κορέας, ειδικά όταν από τον επόμενο μήνα πρόκειται να αρχίσουν με κάποια μορφή και πάλι οι κοινές στρατιωτικές ασκήσεις ΗΠ και Νότιας Κορέας. Οπότε δεν αποκλείεται η Βόρεια Κορέα να απαντήσει με επανέναρξη των δοκιμών βαλλιστικών πυραύλων., με στόχο να πιέσει για την αποχώρηση.
Τη ίδια στιγμή η Βόρεια Κορέα έχει και λόγους, να παραμείνει στη διπλωματική διαδικασία, αφού για παράδειγμα ο επίσημος τερματισμός του πολέμου τη Κορέας και μια συμφωνία ειρήνης, είναι κάτι εφικτό. Η Ουάσιγκτον δείχνει διατεθειμένη να ελαφρώσει λίγο της κυρώσεις που έχουν επιβληθεί στη Βόρεια Κορέα, και να προχωρήσει σε μερική αποχώρηση αμερικανικών δυνάμεων, με δεδομένη μάλιστα την εκφρασμένη πολιτική βούληση του Προέδρου Τράμπ, για επιστροφή στρατευμάτων από το εξωτερικό. Το γεγονός ότι στη Νότια Κορέα υπάρχει και ένας μετριοπαθής Πρόεδρος στο πρόσωπο του Προέδρου Μούν, βοηθάει αρκετά για κάτι τέτοιο.
Βέβαια μια αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων από τη Χερσόνησο της Κορέας, και μια συμφωνία για τους βαλλιστικούς πυραύλους που θα εξασφαλίζει την προστασία του αμερικανικού εδάφους, θα αφήσει εκτεθειμένους τους συμμάχους της Ουάσιγκτον στην περιοχή όπως η Νότια Κορέα, η Ιαπωνία και άλλους, αλλά ταυτόχρονα θα ενισχύσει την προσέγγιση μεταξύ της Βόρειας και της Νότιας Κορέας, και θα ευχαριστήσει την Κίνα. Όσο μεγαλύτερο είναι το διάστημα που η Βόρεια Κορέα θα συμπεριφέρεται ως υπεύθυνη πυρηνική δύναμη, τόσο πιο πολύ θα χαλαρώνουν οι διεθνείς κυρώσεις και τόσο πιο γρήγορα θα προχωρά ο σημαντικός για το καθεστώς Κίμ οικονομικός εκμοντερνισμός της χώρας, πιθανόν στην ίδια φόρμα με αυτόν του Βιετνάμ. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο που η δεύτερη συνάντηση κορυφής γίνεται στο Ανόϊ, και αυτά που παίζονται σήμερα και αύριο στο Βιετνάμ, ξεπερνούν κατά πολύ τη Βόρεια Κορέα.
Προοδευτικά ο δρόμος δεν θα είναι εύκολος, και η πιθανότητα λάθους και μη σωστού υπολογισμού θα είναι διαρκώς μεγάλη, αλλά σε κάθε περίπτωση τα κέρδη από τη προσπάθεια που γίνεται σήμερα και αύριο στο Ανόϊ του Βιετνάμ, μπορεί να είναι σημαντικά. Ίσως να μην είναι η κατάληξη που πραγματικά επιθυμούσε ο Πρόεδρος Τράμπ. Μπορεί όμως να είναι μια ρεαλιστική κατάληξη, που η γεωπολιτική πραγματικότητα επιβάλλει. Και οι δύο πλευρές είναι αναγκασμένες να το κάνουν, και αξίζει έπαινος στον Αμερικανό Πρόεδρο, που το ξεκίνησε και το προσπαθεί.
*Ο Δημήτρης Απόκης, είναι Διεθνολόγος και Δημοσιογράφος, Απόφοιτος του The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies, The Johns Hopkins University, μέλος του The International Institute of Strategic Studies, και διετέλεσε επί σειρά ετών διαπιστευμένος ανταποκριτής στο Λευκό Οίκο, το Στέητ Ντιπάρτμεντ, και το Πεντάγωνο, στην Ουάσιγκτον.