Ο Λευκός Οίκος απαγόρευσε σε δημοσιογράφους των πρακτορείων Reuters, Associated Press και Bloomberg να καλύψουν το δείπνο στο οποίο παρακάθησαν ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ και ο ηγέτης της Βόρειας Κορέας Κιμ Γιονγκ Ουν, επειδή δύο από αυτούς έθεσαν ερωτήσεις στον Αμερικανό πρόεδρο κατά τη διάρκεια της πρώτης συζήτησής του με τον Κιμ.
Τα τρία πρακτορεία περιλαμβάνονται στην ομάδα των μμε που καλύπτουν όλα τα ταξίδια των Αμερικανών προέδρων, παντού στον κόσμο.
Οι δημοσιογράφοι συχνά φωνάζουν ερωτήσεις στους ηγέτες και σήμερα, σε δύο διαφορετικές περιπτώσεις, ρώτησαν τον Τραμπ για τη σύνοδο κορυφής αλλά και για την κατάθεση στο Κογκρέσο του πρώην δικηγόρου του, του Μάικλ Κόεν. Λίγο αργότερα, τους απαγορεύτηκε να καλύψουν το δείπνο, ακριβώς επειδή φώναζαν αυτές τις ερωτήσεις, όπως είπε η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Σάρα Σάντερς, σύμφωνα με την εφημερίδα Washington Post.
Οι δημοσιογράφοι ήταν παρόντες όταν ο Τραμπ και ο Κιμ συναντήθηκαν για πρώτη φορά στο Ανόι σήμερα και αντάλλαξαν χειραψία. Ενώ οι κάμερες έγραφαν, ο ανταποκριτής του Reuters Τζεφ Μέισον ρώτησε τον Τραμπ τι σκοπεύει να πετύχει σε αυτή τη σύνοδο και αν έχει υπαναχωρήσει από την αρχική απαίτησή του για την αποπυρηνικοποίηση της Βόρειας Κορέας.
Ο Αμερικανός πρόεδρος απάντησε λακώνικά “όχι” στη δεύτερη ερώτηση, όμως έδωσε μια μεγαλύτερη απάντηση στην πρώτη.
Κατόπιν ο δημοσιογράφος του AP Τζόναθαν Λιμάιρ ρώτησε τον Τραμπ αν θα μπει ένα τέλος στον Πόλεμο της Κορέας και εκείνος του απάντησε: “Θα δούμε”.
Στη συνέχεια, οι δημοσιογράφοι οδηγήθηκαν εκτός της αίθουσας. Τους επιτράπηκε να ξαναμπούν για να ακούσουν τους δύο ηγέτες, που πλέον είχαν καθίσει. Ο Λιμάιρ ζήτησε τότε να μάθει αν έχει κάτι να πει ο πρόεδρος για την κατάθεση του Κόεν στο Κογκρέσο, οπότε ο Τραμπ σκυθρώπιασε και κούνησε το κεφάλι.
Αφού επέστρεψαν στην αίθουσα Τύπου, η Σάντερς εξέφρασε ανησυχίες για τις ερωτήσεις που τέθηκαν και ανακοίνωσε ότι στο δείπνο θα επιτρεπόταν μόνο στους φωτορεπόρτερ να μπουν στην αίθουσα. Μετά τις διαμαρτυρίες των δημοσιογράφων, η εκπρόσωπος πείστηκε να επιτρέψει και σε άλλους -ρεπόρτερ τηλεοπτικών δικτύων, έναν δημοσιογράφο ραδιοφωνικού σταθμού και έναν μιας εφημερίδας- να μπουν μέσα. Οι δημοσιογράφοι των πρακτορείων -οι δύο που έθεσαν τις ερωτήσεις- ένας ακόμη και ένας ρεπόρτερ εφημερίδας δεν έγιναν δεκτοί.
Στη γραπτή απάντησή της η Σάντερς ανέφερε ότι “λόγω της ευαίσθητης φύσης των συναντήσεων” η ομάδα των δημοσιογράφων περιορίστηκε. “Εργαζόμαστε πάντα για να διασφαλίσουμε ότι τα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης έχουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερη πρόσβαση”, κατέληξε η ανακοίνωσή της.
Το Reuters και το Associated Press εξέφρασαν ανησυχίες για την προσπάθεια του Λευκού Οίκου να περιορίσει την πρόσβαση στον πρόεδρο. “Πιστεύουμε ότι είναι ουσιώδους σημασίας να παρέχει η κυβέρνηση πρόσβαση -και τη δυνατότητα να θέτουμε ερωτήσεις- σε αξιωματούχους και να τους θέτουμε ενώπιον των ευθνών τους”, τονίζεται στην ανακοίνωση που εξέδωσε το Reuters.