Η χώρα μας έχει το γεωπολιτικό κεφάλαιο για να είναι και να διεκδικήσει με αξιώσεις τον ρόλο του κομβικού κράτους στην ευρύτερη περιοχή, τόνισε ο τομεάρχης Εξωτερικών της ΝΔ Γιώργος Κουμουτσάκος. «Η Ελλάδα έχει αποκτήσει μια γεωπολιτική προστιθέμενη αξία που της δίνει τη δυνατότητα να ασκήσει ρόλο κομβικού κράτους στην Ανατολική Μεσόγειο και τα Βαλκάνια» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Κουμουτσάκος μιλώντας στην εκδήλωση του Ελληνικού Ιδρύματος Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ) σε κεντρικό ξενοδοχείο της Αθήνας για τη γεωπολιτική αξία της Ελλάδας και τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις.
Παράλληλα, αφού παρατήρησε πως υπάρχει αυξημένο ενδιαφέρον από τις ΗΠΑ στην περιοχή, επισήμανε ότι αυτό ανοίγει ισχυρές προοπτικές μιας ουσιαστικής σχέσης στρατηγικού χαρακτήρα της Ελλάδας -ως κομβικού κράτους στην περιοχή- και των ΗΠΑ.
Εξέφρασε μάλιστα την πεποίθηση ότι τόσο η γεωστρατηγική αξία της Ελλάδας στη δύσκολη περιοχή των Βαλκανίων και της Ανατολικής Μεσογείου όσο και η διεύρυνση και εμβάθυνση της στρατηγικής μας σχέσης με τις ΗΠΑ—στην οποία ουσιαστική συμβολή μπορεί να έχει η ελληνική ομογένεια— έχουν μπροστά τους ένα θετικό μέλλον. «Έχουμε μπροστά μας έναν ανοιχτό ορίζοντα αμοιβαίου οφέλους, και για την Ελλάδα και για τις ΗΠΑ και για τη σταθερότητα και την ειρήνη στην περιοχή μας» υπογράμμισε ο τομεάρχης Εξωτερικών της ΝΔ.
Η γεωστρατηγική αξία και βαρύτητα της Ελλάδας είναι σήμερα εκ των πραγμάτων αναβαθμισμένη, επισήμανε σημειώνοντας πως πρώτη φορά λόγος για την ανάπτυξη στρατηγικής συνεργασίας Ελλάδας-ΗΠΑ έγινε τον Μάρτιο του 2005, κατά τη διάρκεια της τότε υπουργού Εξωτερικών Κοντολίζα Ράις με τον τότε υπουργό Εξωτερικών της Ελλάδας Πέτρο Μολυβιάτη.
Στο πλαίσιο αυτό, ο κ. Κουμουτσάκος είπε πως «πρόθεση της ΝΔ, ως κυβέρνηση της χώρας αν αυτό θελήσει ο ελληνικός λαός, είναι να διευρύνει και να εμβαθύνει αυτή τη συνεργασία, με έμφαση στην εξωτερική πολιτική, την άμυνα και την ασφάλεια, τις επενδύσεις, την ενέργεια και την τεχνολογία, αλλά και στον πολιτισμό και τις επαφές των δύο λαών». Υπογράμμισε μάλιστα πως για να είναι παραγωγική αυτή η στρατηγική συνεργασία, θα πρέπει να είναι εδραιωμένη σε τρεις αμοιβαιότητες: αμοιβαίες αξίες, αμοιβαίος σεβασμός, αμοιβαίο συμφέρον.
Επισήμανε επίσης πως σε επόμενο, αλλά όχι μακρινό στάδιο, θα πρέπει να εξετασθεί η θεσμοθέτηση τακτικών συναντήσεων μεταξύ Ελλάδας και ΗΠΑ σε ένα σχήμα που να παραπέμπει στο μοντέλο των ανώτατων συμβουλίων συνεργασίας, που διατηρεί η Ελλάδα με άλλες χώρες.
Δίνοντας ένα στίγμα για το πώς αντιμετωπίζει τη στρατηγική συνεργασία Ελλάδας-ΗΠΑ, τόνισε πως στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής οι δύο χώρες μπορούν να συνεργαστούν για την εμπέδωση της σταθερότητας στα Βαλκάνια. «Πεδίο άσκησης μιας συντονισμένης πολιτικής Αθήνας και Ουάσινγκτον θα μπορούσε να είναι η ενίσχυση της εν εξελίξει προσπάθειας Βελιγραδίου και Πρίστινα, για την εξεύρεση αμοιβαίας αποδεκτής λύσης στο ζήτημα του Κοσόβου. Επίσης, Ουάσινγκτον και Αθήνα θα πρέπει να στείλουν ισχυρά μηνύματα και προς τα Τίρανα, ώστε να εγκαταλείψουν εθνικιστικές ρητορείες και πρακτικές που μπορούν να δυναμιτίσουν τις σχέσεις καλής γειτονίας, την ασφάλεια και τη σταθερότητα στην περιοχή και τελικά την ίδια την ευρωπαϊκή προοπτική της Αλβανίας. Αντίστοιχο, μήνυμα και ενέργειες πρέπει να γίνουν και προς την Άγκυρα, καθώς δε νοείται να προβάλλει casus belli έναντι άλλης συμμάχου χώρας στο ΝΑΤΟ» αποσαφήνισε.
Αναφερόμενος στο πεδίο της αμυντικής συνεργασίας, ο τομεάρχης Εξωτερικών της ΝΔ είπε πως η στρατηγική συνεργασία μπορεί να επικεντρωθεί στη δυνατότητα συμμετοχής των ΗΠΑ σε περιφερειακά σχήματα αμυντικής συνεργασίας, στα οποία είναι μέρος η Ελλάδα. Σημαντικός είναι, σύμφωνα με τον κ. Κουμουτσάκο, ο εμπλουτισμός της συμφωνίας αμοιβαίας αμυντικής συνεργασίας (Mutual Defense Cooperation Agreement).
Αντίστοιχη ενίσχυση συνεργασίας είναι απαραίτητη και στα θέματα εσωτερικής ασφάλειας και καταπολέμησης της τρομοκρατίας, επισήμανε και προσέθεσε ότι ενίσχυση της συνεργασίας Ελλάδας και ΗΠΑ πρέπει να γίνει και στους ζωτικούς τομείς των επενδύσεων, του εμπορίου, του τουρισμού. Μεγάλο πεδίο συνεργασίας εκτίμησε ακόμα πως υπάρχει στην ενίσχυση των σχέσεων της Βουλής και του Κογκρέσου.