Στην σημερινή, έντυπη έκδοση της η εφημερίδα Die Welt φιλοξενείται εκτενές ρεπορτάζ του Birger Nikolai, με τίτλο «H Ελλάδα κυριαρχεί στις θάλασσες του κόσμου» και υπότιτλο «Ακόμη και πριν από μερικά χρόνια, η Γερμανία διέθετε έναν από τους μεγαλύτερους εμπορικούς στόλους διεθνώς. Στο μεταξύ, πέρασαν άλλες χώρες μπροστά».
Το δημοσίευμα αναφέρει εισαγωγικά ότι το περιεχόμενο του υποτίτλου δεν αποτελεί ένα καλό νέο για την εξαγωγό Γερμανία. Ειδικότερα, επισημαίνεται ότι σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του φημισμένου Ινστιτούτου Οικονομίας Θαλασσίων Μεταφορών & Επιμελητείας (ISL), ο παγκόσμιος στόλος πλοίων μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων θα έχει γίνει σαφώς μεγαλύτερος, καθώς ενώ η σημερινή μεταφορική δυνατότητά του ανέρχεται σε 22 εκατομμύρια μονάδες TEU αναμένεται να αυξηθεί σε 32 εκατομμύρια.
Παρά ταύτα, – συνεχίζει το δημοσίευμα -, αυτός ο τεράστιος όγκος εμπορευματοκιβωτίων, μεταφέρεται διεθνώς κυρίως με τεράστια πλοία, αλλά αντίθετα, τα μεσαίου μεγέθους σκάφη μεταφοράς χάνουν ολοένα και περισσότερο τη σημασία τους και σταδιακά εκλείπουν από την αγορά. Σε αυτό το χώρο των μεταφορικών σκαφών μεσαίου μεγέθους είναι ιδιαίτερα αισθητή η παρουσία γερμανικών επιχειρήσεων θαλασσίων μεταφορών, ενώ αντίθετα, το μερίδιο που κατέχουν στα μεγάλα πλοία διεθνώς είναι περιορισμένο.
Αυτό κατά το ρεπορτάζ σημαίνει πρακτικά ότι η Γερμανία πρόκειται να χάσει και άλλο έδαφος τα επόμενα χρόνια σε ό, τι αφορά την παρουσία της στις διεθνείς, θαλάσσιες, εμπορικές μεταφορές. Όπως παρατηρείται, ενώ πριν από μερικά χρόνια ακόμη, η χώρα διέθετε το μεγαλύτερο στόλο παγκοσμίως σε πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων και έναν από τους τρεις μεγαλύτερους εμπορικούς στόλους, αυτές οι εποχές έχουν πλέον παρέλθει.
Ακολουθεί αναφορά στη λίστα των ‘Δέκα κορυφαίων πλοιοκτητριών χωρών’, – δηλαδή την επίκαιρη λίστα κατάταξης των χωρών με βάση την δραστηριότητά τους στο πεδίο των θαλάσσιων, εμπορικών μεταφορών, η οποία καταρτίζεται από την λονδρέζικη εταιρεία επεξεργασίας σχετικών δεδομένων Vessels Value και η οποία βρίσκεται στη διάθεση της εφημερίδας, οι Έλληνες πλοιοκτήτες ξεπέρασαν για πρώτη φορά το φράγμα των 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Παράλληλα, τονίζεται ότι είναι γενικότερα η πρώτη φορά που μία χώρα διαθέτει μεταφορικά πλοία σε τέτοιο ύψος αξίας, ενώ σε σχέση με πέρσι, οι επιχειρηματίες του κλάδου των θαλάσσιων μεταφορών στην Ελλάδα προσαύξησαν κατά 5,5 δισεκατομμύρια δολάρια (4,8 δισεκατομμύρια ευρώ) την αξία των σκαφών που έχουν στην κατοχή τους.
Επισημαίνεται στη συνέχεια, με βάση τα παραπάνω δεδομένα, ότι η απόσταση που χωρίζει τους Έλληνες πλοιοκτήτες από τους επιχειρηματίες των χωρών που έπονται στη δεύτερη και τρίτη θέση της εν λόγω κατάταξης (Ιαπωνία και Κίνα αντίστοιχα) ανέρχεται σε ποσοστό μεγαλύτερο του 10%. O αναλυτής της Vessels Value, Court Smith, σχολιάζει σχετικά ότι ‘Οι Έλληνες εφοπλιστές, παρά τα δημοσιονομικά προβλήματα της χώρας τους, δεν έπαψαν ποτέ αν ψάχνουν για συμφέρουσες ευκαιρίες’.
Παράλληλα – όπως σημειώνει ο αναλυτής -, οι Έλληνες πλοιοκτήτες και επενδυτές από την Ελλάδα διακρίνονται και για το αισθητήριό τους σε ό, τι αφορά τις αναδυόμενες τάσεις, καθώς επένδυσαν κατά τον προηγούμενο χρόνο εννέα δισεκατομμύρια δολάρια σε παραγγελίες για τάνκερ με δυνατότητα μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου [LNG]. Αυτό το πεδίο στις θαλάσσιες μεταφορές θα καταστεί τα επόμενα χρόνια ολοένα και σημαντικότερο, εφόσον χώρες, όπως οι ΗΠΑ ή τα Αραβικά Εμιράτα, αυξήσουν τις εξαγωγές τους, όπως έχουν εξαγγείλει. Σε αυτό το πλαίσιο, η Vessels Value επισημαίνει ότι έχουν πενταπλασιαστεί ήδη τα συμβόλαια για τάνκερ μεταφοράς LNG, καθώς και ότι καμία άλλη χώρα στον κόσμο δεν διαθέτει όπως η Ελλάδα έναν στόλο τέτοιων πλοίων, συνολικής αξίας άνω των 18 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Τέλος, στο δημοσίευμα αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι αντίστροφη είναι η πορεία που διαγράφει ο γερμανικός, εμπορικός στόλος, σημειώνοντας απώλειες περίπου δύο δισεκατομμυρίων δολαρίων, από τις οποίες δεν έχουν μείνει αλώβητα τα πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων. Σύμφωνα με τους αναλυτές της Vessels Value, ο γερμανικός στόλος συρρικνώνεται λόγω πωλήσεων και απόσυρσης πλοίων. Παράλληλα, οι πτωχεύσεις και άλλα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες που δραστηριοποιούνται στο χώρο της ναυτιλίας είναι μία ακόμη εξήγηση αυτών των αρνητικών εξελίξεων.