Για τις προκλήσεις του 2019 αλλά και τις προσδοκίες τους για τη νέα χρονιά μιλούν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ οι Κωνσταντίνος Μίχαλος, πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων και του Εμπορικού & Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθήνας, Βασίλης Κορκίδης, πρόεδρος Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιά και Περιφερειακού Επιμελητηρίου Αττικής, Γιάννης Χατζηθεοδοσίου, πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθήνας, και Γιώργος Καρανίκας, πρόεδρος της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου & Επιχειρηματικότητας.
«Είναι τώρα η κρίσιμη περίοδος, στην οποία θα πρέπει να διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις για τη ριζική αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας», τονίζει μεταξύ άλλων στο σχετικό του άρθρο ο Κ. Μίχαλος και προσθέτει: «Τώρα πρέπει να εστιάσουμε στην προσέλκυση ιδιωτικών κεφαλαίων και επενδύσεων από το εξωτερικό, να στηρίξουμε την εξωστρέφεια και την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων, να ενισχύσουμε τη διαφοροποίηση και το τεχνολογικό περιεχόμενο των προϊόντων και των υπηρεσιών μας, με σκοπό να αυξηθεί η αξία των ελληνικών εξαγωγών». Και επισημαίνει: «Αυτό που ζητά ο επιχειρηματικός κόσμος από όλες τις πολιτικές δυνάμεις του τόπου, είναι να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων και να επεξεργαστούν δημιουργικές προτάσεις και πολιτικές, για την οριστική υπέρβαση της κρίσης. Τώρα είναι η ώρα να αφήσουμε στην άκρη το διχασμό και να ξεκινήσουμε τη δουλειά».
«Οι άνθρωποι της επιχειρηματικότητας από τη πλευρά μας», σημειώνει στο άρθρο του ο Β. Κορκίδης, «περιμένουμε μία εθνική πολιτική για περισσότερες επιχειρηματικές δραστηριότητες με μεγαλύτερα κέρδη, λιγότερους φόρους για περισσότερες δουλειές και βεβαίως καλύτερα αμειβόμενες». «Το 2019», τονίζει μεταξύ άλλων, «σίγουρα απαιτούνται περισσότερα από όλους, αρκεί όμως να υπάρχει και ανάλογη ανταπόκριση των προσπαθειών μας. Χρειάζεται περισσότερη εργατικότητα, γιατί τίποτα δεν προχωράει χωρίς σκληρή δουλειά, με τη προϋπόθεση βεβαίως ότι θα υπάρχουν δουλειές. Χρειάζεται περισσότερη γνώση των προβλημάτων, γιατί τίποτα δεν είναι απλό στο σύγχρονο ψηφιακό κόσμο. Χρειάζεται περισσότερη κινητοποίηση ευρύτερων στρωμάτων και επίτευξης συναινέσεων, γιατί τίποτα δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς τη συμφωνία των πολλών».
«Το 2019 μπορεί να είναι το έτος ανάκαμψης και ευημερίας τη χώρας», αναφέρει στο άρθρο του ο Γ. Χατζηθεοδοσίου, εκτιμώντας πως υπάρχουν «πολλοί βάσιμοι λόγοι αισιοδοξίας ώστε να αρχίσουμε να βλέπουμε την έξοδο της χώρας από το μακρύ και σκοτεινό τούνελ της ύφεσης στο οποίο παραμείναμε εγκλωβισμένοι για περίπου 10 χρόνια». Και σημειώνει ότι «χρειάζονται έργα που να δείχνουν με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο ότι υπάρχει σχεδιασμός για τη μετάβαση από την Ελλάδα της κρίσης στην Ελλάδα της ανάκαμψης». Έργα που «να οδηγούν στη θωράκιση και ανάπτυξη των επιχειρήσεων της χώρας, κυρίως των μικρομεσαίων», καθώς «αυτές παράγουν τον πλούτο, αυτές προσφέρουν θέσεις απασχόλησης, αυτές μπορούν να αποτελέσουν την αιχμή του δόρατος για μία ελληνική οικονομία που θα στηρίζεται σε πιο γερά θεμέλια και θα είναι περισσότερο ανταγωνιστική».
«Κάθε αλλαγή γεννά την ελπίδα για κάτι καλύτερο. Έτσι και η αλλαγή του χρόνου, γεννά στους εμπόρους την προσδοκία, πως το 2019 θα σηματοδοτήσει το τέλος μιας μακράς περιόδου στασιμότητας και ανασφάλειας», επισημαίνει στο άρθρο του ο Γ. Καρανίκας και προσθέτει: «Η δεκαετία της κρίσης άφησε αρνητικό αποτύπωμα στην ελληνική μικρή και μεσαία επιχείρηση. Οι μικρομεσαίοι έμποροι βρέθηκαν στο “μάτι του κυκλώνα”, βιώνοντας αβάστακτες οικονομικές πιέσεις, εξαιτίας της “ελεύθερης πτώσης” των τζίρων, ενώ σε πολλές περιπτώσεις αναγκάστηκαν να κλείσουν τις επιχειρήσεις τους». Αναφορικά με τις προσδοκίες του εμπορικού κόσμου για το 2019 ο κ. Καρανίκας λέει ότι οι έμποροι της Ελλάδας περιμένουν τη θεσμοθέτηση του ακατάσχετου επιχειρηματικού λογαριασμού, την κατοχύρωση της προστασίας της πρώτης κατοικίας, την ενίσχυση της ρευστότητας στην αφορά με την χορήγηση μικρο-πιστώσεων σε μικρές εμπορικές επιχειρήσεις, την ενίσχυση της ασφάλειας στα κέντρα των μεγάλων πόλεων και την αποκατάσταση μιας θετικής ψυχολογίας στην αγορά για τους εμπόρους και τους καταναλωτές.
Ακολουθούν τα άρθρα των κκ Μίχαλου, Κορκίδη, Χατζηθεοδοσίου και Καρανίκα
Κωνσταντίνος Μίχαλος: «Προκλήσεις και προσδοκίες για το 2019»
Το 2018 ήταν μια χρονιά ορόσημο για τη χώρα, καθώς η έξοδος από τα προγράμματα στήριξης σηματοδότησε -ουσιαστικά και συμβολικά- ένα νέο ξεκίνημα. Μετά από οκτώ δύσκολα χρόνια, τα μνημόνια είναι πλέον παρελθόν και τα χειρότερα για την ελληνική οικονομία φαίνεται να βρίσκονται πίσω μας. Το ερώτημα, ωστόσο, είναι πότε και αν θα μπορέσουμε να πάμε πραγματικά καλύτερα. Ο δρόμος μπροστά είναι κάθε άλλο παρά εύκολος και πρέπει να τον βαδίσουμε, έχοντας πια την κύρια ευθύνη για τη μελλοντική πορεία της χώρας. Μια που έχει συρρικνωθεί κατά 25% και πλέον τα τελευταία χρόνια, δεν αρκεί απλώς να βγει από το φάσμα της ύφεσης. Χρειάζεται γρήγορους και ταυτόχρονα διατηρήσιμους ρυθμούς ανάπτυξης. Χρειάζεται να παράγει περισσότερο εθνικό πλούτο, για να μπορέσει η χώρα να εξυπηρετεί το δημόσιο χρέος της, για να διασφαλισθεί η βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος, για να μπορέσει να αποκατασταθεί το βιοτικό επίπεδο των πολιτών και να εξαλειφθούν, σταδιακά έστω, οι κοινωνικές συνέπειες της κρίσης.
Αυτός είναι και ο λόγος που οι προβλέψεις για ανάπτυξη της τάξης του 2,5% του ΑΕΠ το 2018, δημιουργούν μεν συγκρατημένη αισιοδοξία, αλλά δεν δικαιολογούν σε καμία περίπτωση εφησυχασμό. Εάν ο ρυθμός ανάπτυξης δεν επιταχυνθεί αισθητά, η ελληνική οικονομία θα βρεθεί ξανά σε αδιέξοδο. Είναι τώρα η κρίσιμη περίοδος, στην οποία θα πρέπει να διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις για τη ριζική αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας. Τώρα πρέπει να εστιάσουμε στην προσέλκυση ιδιωτικών κεφαλαίων και επενδύσεων από το εξωτερικό, να στηρίξουμε την εξωστρέφεια και την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων, να ενισχύσουμε τη διαφοροποίηση και το τεχνολογικό περιεχόμενο των προϊόντων και των υπηρεσιών μας, με σκοπό να αυξηθεί η αξία των ελληνικών εξαγωγών.
Οι στόχοι αυτοί δεν επιτυγχάνονται αυτόματα, επειδή βγήκαμε από τα μνημόνια. Απαιτούν σχέδιο, συντονισμό, αποτελεσματικότητα. Τα εμπόδια εξακολουθούν να είναι πολλά, με κυριότερο το αρνητικό χρηματοδοτικό περιβάλλον. Οι τράπεζες, οι οποίες αποτελούν το κλειδί για την ανάκαμψη της οικονομίας, αδυνατούν να παρέχουν νέες πιστώσεις, ιδιαίτερα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και στα νοικοκυριά, ενώ οι μεγάλες επιχειρήσεις δανείζονται στις διεθνείς χρηματαγορές με υψηλότερα επιτόκια, σε σχέση με τους ανταγωνιστές. Είναι σαφές ότι, χωρίς υγιείς τράπεζες, χωρίς νέες πιστώσεις, χωρίς ανταγωνιστικά επιτόκια δεν μπορούμε να ελπίζουμε σε βιώσιμη ανάπτυξη.
Υπάρχει, επίσης, το μεγάλο «αγκάθι» της υψηλής φορολογίας, αλλά και μια σειρά ακόμη από προβλήματα, που εξακολουθούν να καθηλώνουν τη διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας: πολύπλοκο και ασταθές φορολογικό περιβάλλον, ασάφεια και ελλείψεις στο κανονιστικό πλαίσιο για τις επενδύσεις, γραφειοκρατία και αναποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης, αδυναμία παραγωγής καινοτομίας. Σήμερα, η χώρα διαθέτει μια πίστωση χρόνου για να αντιμετωπίσει αυτά τα προβλήματα και να κάνει το επόμενο βήμα.
Ζήτημα πρώτης προτεραιότητας για την αγορά, τη χρονιά που έρχεται, αποτελεί η αποκατάσταση ομαλών συνθηκών χρηματοδότησης των επιχειρήσεων από το τραπεζικό σύστημα, με δραστικές λύσεις για την αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων. Εάν δεν απομακρυνθούν οι αβεβαιότητες από τους ισολογισμούς των τραπεζών, θα είναι δύσκολο να βρεθούν νέοι επενδυτές που θα τις ενδυναμώσουν κεφαλαιακά για άλλη μια φορά. Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να εξεταστεί σοβαρά η πρόταση της Τράπεζας της Ελλάδος, για οχήματα ειδικού σκοπού για τη διαχείριση των Μ.Ε.Α. Η απαλλαγή των τραπεζών από τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα θα τους επιτρέψει να προσελκύσουν κεφάλαια, να εστιάσουν στην πιστωτική επέκταση και στην κερδοφορία τους.
Επιπλέον, οι επιχειρήσεις προσβλέπουν στη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων για τη βελτίωση του φορολογικού περιβάλλοντος, για ένα βιώσιμο ασφαλιστικό σύστημα, για την αναδιοργάνωση της Δημόσιας Διοίκησης, για την αναβάθμιση του ρυθμιστικού πλαισίου που αφορά τις επενδύσεις, για την επιτάχυνση της διαδικασίας απονομής δικαιοσύνης, για την αναβάθμιση της Παιδείας και την ενίσχυση της Έρευνας και Καινοτομίας, είναι απαραίτητη, με σκοπό να βελτιωθεί το εγχώριο επιχειρηματικό περιβάλλον και ταυτόχρονα να δοθεί ένα θετικό μήνυμα, το οποίο θα επιταχύνει την επιστροφή της Ελλάδας, των τραπεζών και των επιχειρήσεών της στις διεθνείς αγορές.
Το 2019 θα είναι χρονιά εκλογών. Πρέπει όμως να είναι και η χρονιά, που θα κάνουμε αποφασιστικά βήματα μπροστά για την οικονομία, με δράσεις σε όλα τα παραπάνω μέτωπα. Ας μην αφήσουμε, λοιπόν, το κλίμα πολιτικής όξυνσης να υπονομεύσει αυτή την προσπάθεια. Αυτό που ζητά ο επιχειρηματικός κόσμος από όλες τις πολιτικές δυνάμεις του τόπου, είναι να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων και να επεξεργαστούν δημιουργικές προτάσεις και πολιτικές, για την οριστική υπέρβαση της κρίσης. Τώρα είναι η ώρα να αφήσουμε στην άκρη το διχασμό και να ξεκινήσουμε τη δουλειά.
Βασίλης Κορκίδης: «Η ανάταση της οικονομίας χρειάζεται πολύ περισσότερα το 2019»
Σε λίγο υποδεχόμαστε το 2019 και όλοι αναζητούμε, αναμένουμε και χρειαζόμαστε πολύ περισσότερα στη καθημερινότητα μας, από την έλευση του νέου χρόνου. Συμπληρώσαμε από το 2009 ακριβώς μία δεκαετία πρωτόγνωρης κρίσης και ύφεσης, με τρία μνημόνια και ένα μεταμνημόνιο, από τέσσερις διαφορετικές κυβερνήσεις και συγκυβερνήσεις που προέκυψαν μετά από πρόωρες εκλογικές αναμετρήσεις και φυσικά ένα δημοψήφισμα. Όμως, έχουμε πλέον μπροστά μας το 2019, ένα κρίσιμο έτος τριπλών μάλιστα εκλογών, για την αυτοδιοίκηση και το Ευρωκοινοβούλιο τον Μάιο και βεβαίως τις εθνικές εκλογές, οι οποίες όποιο μήνα και να γίνουν, τουλάχιστον αυτή τη φορά θα είναι σε βάθος τετραετίας.
Είναι γεγονός ότι κάθε νέα χρονιά δημιουργεί πάντα την ελπίδα και τη προσδοκία για κάτι καινούργιο, κάτι καλύτερο, κάτι περισσότερο. Υπάρχουν λοιπόν πολλά που θέλουμε ως επαγγελματίες, ως πολίτες και ως ψηφοφόροι να βελτιωθούν, να διορθωθούν και να αλλάξουν κατά τη διάρκεια της νέας χρονιάς. Γι’ αυτό, οι πολιτικοί αρχηγοί εκτός από πολιτική ένταση στον δημόσιο διάλογο και το Κοινοβούλιο, οφείλουν να παρατάξουν ένα άρτιο και εφικτό πρόγραμμα διακυβέρνησης και να επιλέξουν τους κατάλληλους ανθρώπους, που θα μπορέσουν να το υλοποιήσουν αμέσως μετά τις εκλογές. Οι άνθρωποι της επιχειρηματικότητας από τη πλευρά μας, περιμένουμε μία εθνική πολιτική για περισσότερες επιχειρηματικές δραστηριότητες με μεγαλύτερα κέρδη, λιγότερους φόρους για περισσότερες δουλειές και βεβαίως καλύτερα αμειβόμενες. Οι πολίτες έχουμε ανάγκη από περισσότερη ασφάλεια και ζητάμε υψηλότερου επιπέδου υπηρεσίες υγείας και παιδείας. Οι αδύναμοι συμπολίτες μας δικαιούνται περισσότερη αλληλεγγύη για να ανακτήσουν μία αξιοπρεπή διαβίωση και η υπό διωγμό μεσαία τάξη, μία καλύτερη ποιότητα ζωής. Οι ψηφοφόροι, ανεξαρτήτως προτίμησης αναζητούν περισσότερους πολιτικούς με καλύτερο επίπεδο και περισσότερο ήθος, το οποίο έχει λείψει από την πολιτική ζωή του τόπου μας, ενώ προτιμούν ένα συγκροτημένο και ήπιο πολιτικό λόγο, ώστε να ακούσουν επιτέλους τεκμηριωμένα επιχειρήματα, αντί για εκατέρωθεν κατηγορίες και ύβρεις.
Το 2019 σίγουρα απαιτούνται περισσότερα από όλους, αρκεί όμως να υπάρχει και ανάλογη ανταπόκριση των προσπαθειών μας. Χρειάζεται περισσότερη εργατικότητα, γιατί τίποτα δεν προχωράει χωρίς σκληρή δουλειά, με τη προϋπόθεση βεβαίως ότι θα υπάρχουν δουλειές. Χρειάζεται περισσότερη γνώση των προβλημάτων, γιατί τίποτα δεν είναι απλό στο σύγχρονο ψηφιακό κόσμο. Χρειάζεται περισσότερη κινητοποίηση ευρύτερων στρωμάτων και επίτευξης συναινέσεων, γιατί τίποτα δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς τη συμφωνία των πολλών. Χρειάζεται περισσότερη ανανέωση, περισσότερο σε ιδέες και λιγότερο σε ηλικία. Χρειάζεται να εμπιστευτούμε περισσότερο τους έντιμους, συνεπείς και άξιους ανθρώπους με τις απαραίτητες γνώσεις και την ικανότητα να μας βγάλουν οριστικά από τη ζοφερή κατάσταση της τελευταίας δεκαετίας. Χρειάζεται περισσότερη επιχειρηματικότητα.
Η αύξηση της επιχειρηματικότητας που καταγράφεται από τα επίσημα στοιχεία των Επιμελητηρίων στο ΓΕΜΗ, είναι ένα καλό σημάδι για την οικονομία, καθώς διευρύνονται σημαντικά κατά 7% οι νέες ιδρύσεις επιχειρήσεων, ενώ μειώνονται αισθητά κατά 33% τα «λουκέτα». Αυτή η τάση θετικού ισοζυγίου εγγραφών-διαγραφών του 2018, αναμένεται να συνεχιστεί και το 2019. Σύμφωνα μάλιστα με τα στοιχεία του ΓΕΜΗ, από την αρχή του 2018 μέχρι και τα τέλη Δεκεμβρίου ιδρύθηκαν 32.191 νέες επιχειρήσεις, ενώ πέρυσι στην αντίστοιχη χρονική περίοδο είχαν ιδρυθεί 30.074 επιχειρήσεις, δηλαδή φέτος συστάθηκαν 2.117 επιχειρήσεις περισσότερες από πέρσι. Παράλληλα, φέτος οι διαγραφές περιορίστηκαν σε 17.894, σημειώνοντας μείωση 8.681 από το 2017 που είχαν καταγραφεί 26.575 διαγραφές επιχειρήσεων. Το ισοζύγιο των νέων επιχειρήσεων και των διαγραφών είναι θετικό τον Δεκέμβριο του 2018 κατά 14.297 επιχειρήσεις, ενώ αντίστοιχα το 2017 ήταν στις 5.235 επιχειρήσεις. Σε ό,τι αφορά στις νέες ιδρύσεις επιχειρήσεων οι περισσότερες με αύξηση 33% είναι ΙΚΕ, οι οποίες πλεονεκτούν έναντι των άλλων μορφών επειδή έχουν χαμηλότερες ασφαλιστικές εισφορές. Ακολουθούν οι ΟΕ με αύξηση 27%, οι ΕΕ με αύξηση 36%, οι ΑΕ με αύξηση 3% και τέλος λιγότερες κατά 8% είναι οι ατομικές.
H εξέλιξη του θετικού ισοζυγίου επιχειρηματικότητας αντανακλά την προοπτική βελτίωσης του οικονομικού κλίματος στην Ελλάδα, καθώς βελτιώνεται το δημοσιονομικό πρόβλημα και ο κρατικός προϋπολογισμός από τα ελλείμματα πέρασε σε πλεονάσματα. Το γεγονός όμως αυτό δεν πρέπει να μας εφησυχάζει, αλλά να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για την μείωση της φορολογίας και του ασφαλιστικού κόστους των νομικών προσώπων. Μπορεί να έχει νομοθετηθεί η μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων από το 2019 κατά μία μονάδα μέχρι το 2022, χωρίς όμως αυτό να επαρκεί ώστε να προσελκύσει περισσότερες επενδύσεις.
Η ανάταση της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας, χρειάζεται αν όχι όλους, σίγουρα περισσότερους. Εύχομαι, λοιπόν η χρονιά που έρχεται να γιατρέψει τις βαθιές πληγές που άνοιξαν τα μνημόνια στην ελληνική οικονομία και τη κοινωνία, όχι μόνο επιφανειακά, αλλά ριζικά. Εύχομαι το 2019 να μας δώσει τις δυνατότητες να προσπαθήσουμε με καλύτερες προοπτικές και συνθήκες, να επιχειρήσουμε περισσότερο, ώστε να πετύχουμε όσα περισσότερα χρειάζονται για να επιστρέψουμε σε μία αξιοπρεπή καθημερινότητα. Είμαι αισιόδοξος ότι κατά τη διάρκεια του νέου έτους όλο και περισσότεροι μικρομεσαίοι θα προσπαθήσουμε ακόμα περισσότερο για την ανάταση της οικονομίας και της κοινωνίας, ώστε να είναι το 2019 η αφετηρία μίας νέας δημιουργικής εποχής για τους εργατικούς και προκομμένους Έλληνες.
Χρόνια πολλά, Καλή Χρόνια!
Γιάννης Χατζηθεοδοσίου: «Το 2019 ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ το έτος ανάκαμψης και ευημερίας τη χώρας»
Είναι κοινά παραδεκτό ότι η είσοδος κάθε νέας χρονιάς φέρνει στον κόσμο και μία νότα αισιοδοξίας, προσμονής για κάτι καλύτερο. Αντικειμενικά όμως, πόσοι βάσιμοι λόγοι αισιοδοξίας υπάρχουν ώστε να αρχίσουμε να βλέπουμε την έξοδο της χώρας από το μακρύ και σκοτεινό τούνελ της ύφεσης στο οποίο παραμείναμε εγκλωβισμένοι για περίπου 10 χρόνια; Εκτιμώ πολλοί.
Η χρονιά που μας αποχαιρετά ήταν η τελευταία μνημονιακή και το γεγονός ότι παρά τη σκληρή επιτροπεία έχουμε πλέον ως χώρα τη δυνατότητα να λαμβάνουμε μόνοι μας σημαντικές αποφάσεις, είναι αν μη τι άλλο ένα δείγμα βελτίωσης. Κάπως έτσι είδαμε να κατατίθεται ένας προϋπολογισμός που περιλαμβάνει ελαφρύνσεις, ανακοινώθηκαν μέτρα όπως η επέκταση του Εξωδικαστικού Μηχανισμού που όντως μπορούν να δώσουν προοπτικές ανάπτυξης, αποφεύχθηκαν οι νέες περικοπές στις συντάξεις, υπάρχουν πλέον σοβαρές ενδείξεις ότι «κάτι κινείται». Αν θέλουμε όμως να είμαστε ρεαλιστές και ειλικρινείς με τους εαυτούς μας, οτιδήποτε έχει προβλεφθεί έως τώρα δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να θεωρηθεί ότι αποτελεί και τη λύση του προβλήματος. Μπορεί κάλλιστα όμως να εκληφθεί ως το «πρώτο βήμα» μίας πορείας που σίγουρα προβλέπεται μακρά. Με το ιδιωτικό χρέος να έχει φτάσει στα περίπου 300 δισ. ευρώ -συμπεριλαμβανομένων των προσαυξήσεων- καταλαβαίνει κάποιος ότι απαιτούνται κινήσεις «χειρουργικής» ακρίβειας και βέβαια δεν συγχωρούνται πια καθυστερήσεις και πειραματισμοί. Και βέβαια φαινόμενα λαϊκισμού, με «κορώνες», υποσχέσεις, μεγάλα λόγια που στη συνέχεια θα αποδειχθούν ανεφάρμοστα. Μην ξεχνάμε ότι το 2019 είναι έτος εκλογών και μάλιστα τετραπλών. Αν κυριαρχήσουν τα προεκλογικά πάθη, οι ανώφελες τακτικές πόλωσης, οι προσπάθειες προάσπισης μικροκομματικών συμφερόντων, τίποτα καλό δεν προμηνύεται για τη χώρα. Έχει αποδειχθεί περίτρανα ότι όποτε υπήρξαν πολιτικές συγκρούσεις, τότε τα αποτελέσματα ήταν καταστροφικά. Το μήνυμα που πρέπει να σταλεί στον πολιτικό κόσμο είναι ότι στο σημείο που βρίσκεται σήμερα η οικονομία μας, μόνο η συναίνεση μπορεί να αποδειχθεί σύμμαχος. Δεν υπάρχουν σωτήρες για να εναποθέσουμε τις ελπίδες μας. Χρειάζονται έργα που να δείχνουν με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο ότι υπάρχει σχεδιασμός για τη μετάβαση από την Ελλάδα της κρίσης στην Ελλάδα της ανάκαμψης. Και αυτό δεν επιτυγχάνεται μέσα από εντάσεις αλλά μόνο μέσα από σκληρή προετοιμασία, συνεργασίες και κλίμα πολιτικού πολιτισμού και ομαλότητας. Είναι η ώρα που πρέπει να μπει μπροστά μόνο το συμφέρον της χώρας και όχι κάποιων κομμάτων. Προτεραιότητα μας πρέπει να είναι η συνέπεια στην πορεία που θα χαράξουμε και όχι τα άλματα στο κενό. Έχουμε ανάγκη από σταθερά βήματα, ας είναι και μικρά.
Και αυτά πρέπει να οδηγούν στη θωράκιση και ανάπτυξη των επιχειρήσεων της χώρας. Κυρίως των μικρομεσαίων. Αυτές παράγουν τον πλούτο, αυτές προσφέρουν θέσεις απασχόλησης, αυτές μπορούν να αποτελέσουν την αιχμή του δόρατος για μία ελληνική οικονομία που θα στηρίζεται σε πιο γερά θεμέλια και θα είναι περισσότερο ανταγωνιστική. Θεωρώ αυτονόητο ότι στο πλαίσιο των δράσεων για την «επόμενη μέρα» πρέπει να προηγηθούν οι βελτιώσεις σε όλα τα κακώς κείμενα που οδήγησαν μία ολόκληρη κοινωνική τάξη, τη μεσαία, στο χείλος του αφανισμού. Να αποκατασταθούν λοιπόν αδικίες του παρελθόντος και να υπάρξει πραγματική ελάφρυνση φορολογικών και ασφαλιστικών βαρών, αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση των παθογενειών που αποτελούν τροχοπέδη για την πρόοδο όπως είναι η φοροδιαφυγή και το παρεμπόριο, υιοθέτηση πολιτικών που θα είναι φιλικότερες προς την επιχειρηματικότητα ώστε να επιτευχθεί ο στόχος προσέλκυσης σοβαρών επενδύσεων. Να συμπορευθούμε με το πνεύμα της ψηφιακής εποχής και να εστιάσουμε στην καινοτομία, την έρευνα, την τεχνολογία. Να βγάλουμε επιτέλους τον καλύτερο μας εαυτό.
Γιατί παρά τα αρνητικά στερεότυπα, οι δυνατότητες του Έλληνα είναι τεράστιες και αυτός είναι και ο λόγος που αισιοδοξώ για το μέλλον. Είναι στο χέρι μας να δείξουμε ότι διδαχθήκαμε από τα λάθη του παρελθόντος και ότι πλέον μπορούμε να βαδίσουμε μόνο μπροστά. Το 2019 που ξημερώνει, μπορεί και πρέπει να αποτελέσει το έτος-σταθμό. Να είναι η χρονιά που θα αφήσουμε οριστικά πίσω μας την κρίση και να πετύχουμε την ουσιαστική επανεκκίνηση της οικονομίας μας, με τις επιχειρήσεις μας κραταιές και στην πρώτη γραμμή. Αυτή είναι και η ευχή μου για το έτος που έρχεται. Μία νέα πορεία για όλους μας, σε συνθήκες ειρήνης και ευημερίας.
Γιώργος Καρανίκας: Οι μικρομεσαίοι έμποροι βλέπουμε με ελπίδα το 2019 και η ΕΣΕΕ θα διεκδικήσει με μαχητικό και αποτελεσματικό τρόπο τα αιτήματα του κλάδου
Κάθε αλλαγή γεννά την ελπίδα για κάτι καλύτερο. Έτσι και η αλλαγή του χρόνου, γεννά στους εμπόρους την προσδοκία, πως το 2019 θα σηματοδοτήσει το τέλος μιας μακράς περιόδου στασιμότητας και ανασφάλειας.
Η δεκαετία της κρίσης άφησε αρνητικό αποτύπωμα στην ελληνική μικρή και μεσαία επιχείρηση. Οι μικρομεσαίοι έμποροι βρέθηκαν στο «μάτι του κυκλώνα», βιώνοντας αβάστακτες οικονομικές πιέσεις, εξαιτίας της «ελεύθερης πτώσης» των τζίρων, ενώ σε πολλές περιπτώσεις αναγκάστηκαν να κλείσουν τις επιχειρήσεις τους.
Παρόλα αυτά και με δεδομένη τη μείωση της ιδιωτικής κατανάλωσης και την αύξηση της φορολογίας, η εμπορική κοινότητα, επέδειξε πρωτόγνωρα αντανακλαστικά ανθεκτικότητας. Είναι μόνο το ελληνικό δαιμόνιο και η ικανότητα προσαρμογής στις ευμετάβλητες συνθήκες της οικονομίας;
Προφανώς, όχι, αλλά είναι σε κάθε περίπτωση δεδομένο, πως αρκετοί έμποροι επένδυσαν σε καινοτομία και εξωστρέφεια, ώστε να μπορούν να σταθεί όρθιοι. Κυρίως όμως επένδυσαν, στο πιο πολύτιμό τους κεφάλαιο, τον ίδιο τον άνθρωπο.
Η ΕΣΕΕ μέσα στα χρόνια της κρίσης ανέλαβε μια σειρά από πρωτοβουλίες, ώστε να θωρακίσει τον εμπορικό κόσμο της χώρας και να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων.
Το εμπόριο είναι μια παραδοσιακή δραστηριότητα με βαθιές ρίζες στην ελληνική ιστορία και την καθημερινότητα των πολιτών, μέσα από αδιαμεσολάβητους δεσμούς αλληλεγγύης και επικοινωνίας. Το πρόσωπό μας είναι οικείο στους πελάτες μας και εμείς τους γνωρίζουμε πολύ καλά. Και αυτή είναι ίσως, η μεγαλύτερη παρακαταθήκη του εμπορίου για το παρόν.
Αυτή η κοινωνική σχέση βρέθηκε σε κίνδυνο στην περίοδο της κρίσης αλλά κατά τη γνώμη μας άντεξε. Με πολλές πληγές βέβαια τις οποίες πρέπει να επουλώσουμε.
Τι προσδοκούμε από το 2019;
Πρώτον θέλουμε να δούμε επιτέλους να θεσμοθετείται ο ακατάσχετος επιχειρηματικός λογαριασμός, ο οποίος αποτελεί και δέσμευση του πρωθυπουργού εδώ και δυόμιση χρόνια. Πρόκειται για μια παρέμβαση η οποία θα επιτρέψει την πιο ομαλή λειτουργία της επιχείρησης και θα μειώσει το άγχος των συναδέλφων. Δεν είναι δυνατόν να μην υπάρχει η δυνατότητα να δουλέψει για να καλύψει τις άμεσες υποχρεώσεις του, ένας έμπορος που βρέθηκε σε αδυναμία, όπως πολλοί συμπολίτες μας.
Δεύτερον, αναμένουμε τις εξαγγελίες για την κατοχύρωση της προστασίας της πρώτης κατοικίας. Οι μικρομεσαίοι έμποροι πρέπει να έχουν δικαίωμα στην προστασία πρώτης κατοικίας και γι’ αυτόν το λόγο ζητούμε από την πολιτεία ένα μόνιμο θεσμικό πλαίσιο που θα περιλαμβάνει μικρομεσαίους εμπόρους και ελεύθερους επαγγελματίες.
Τρίτον, περιμένουμε την ενίσχυση της ρευστότητας στην αγορά με την χορήγηση μικρο-πιστώσεων σε μικρές εμπορικές επιχειρήσεις για να μπορούν να ανταποκριθούν σε άμεσες ανάγκες. Αυτό αφορά τόσο τους συναδέλφους που βρίσκονται σε δυσκολία και χρειάζονται μία βοήθεια όσο και τους συναδέλφους που βρίσκονται σε καλή κατάσταση και θέλουν μια ώθηση για να πάνε ακόμα καλύτερα.
Τέταρτον, απαιτούμε τη λήψη μέτρων για την ενίσχυση της ασφάλειας στα κέντρα των μεγάλων πόλεων. Η ασφάλεια είναι απαραίτητη προϋπόθεση της ομαλότητας και της ελευθερίας. Είναι η βάση για την κοινωνική συμβίωση και την οικονομική ανάπτυξη.
Πέμπτον, περιμένουμε την αποκατάσταση μιας θετικής ψυχολογίας στην αγορά και για τους εμπόρους και για τους καταναλωτές. Για την εμπορική δραστηριότητα, πέρα από τους αριθμούς, υπάρχει και η ψυχολογική διάθεση των ανθρώπων, αυτό που σχηματικά λέμε ως το «κλίμα» στην αγορά. Η βελτίωση του «κλίματος» θα είναι το αποτέλεσμα πολλών παραγόντων – πολλούς από αυτούς τους αναφέραμε και παραπάνω. Χρειάζεται, επομένως, μια συστηματική και πειθαρχημένη προσπάθεια να στηριχθεί έμπρακτα η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα και να επιτευχθεί μια σταθερότητα, οικονομική και κοινωνική, η οποία είναι και το ζητούμενο όλων μας.
Και σε ό,τι αφορά τη σταθερότητα, αξίζει να επισημανθεί το εξής: το 2019 θα είναι ένα εκλογικό έτος στο οποίο θα λάβουν χώρα τρεις (τουλάχιστον) εκλογικές αναμετρήσεις. Είναι σαφές ότι η οικονομία της χώρας έχει μπει σε μία φάση σταθεροποίησης – η οποία κινδυνεύει βέβαια να εξελιχθεί σε στασιμότητα – και άρα αυτό είναι κάτι που μπορεί να δημιουργήσει ελπιδοφόρες προοπτικές για το μέλλον. Είναι αναγκαίο, επομένως, για τις πολιτικές δυνάμεις της χώρας, να μην παρασυρθούν από βραχυπρόθεσμες ανάγκες αλλά να λάβουν υπόψη τους και την μακροπρόθεσμη διάσταση. Η πολιτική πόλωση και οι ακραίες αντιπαραθέσεις δε συμβάλλουν στη διατήρηση αυτής της σταθερότητας και σίγουρα θα πλήξουν την ηρεμία και το θετικό κλίμα στην αγορά. Χρειάζεται όλοι οι πολιτικοί παράγοντες να επιλέξουν το δρόμο της μετριοπάθειας, στη βάση βέβαια της θεμιτής αντιπαράθεσης πολιτικών επιχειρημάτων και απόψεων, ώστε να αποφευχθούν ακρότητες που μόνο επιζήμιες θα είναι για την πορεία της οικονομίας.
Εν κατακλείδι, οι μικρομεσαίοι έμποροι βλέπουμε με ελπίδα το 2019 και η ΕΣΕΕ θα διεκδικήσει με μαχητικό και αποτελεσματικό τρόπο τα αιτήματα του κλάδου. Δώσαμε τη μάχη μας για δέκα χρόνια, επιβιώσαμε υπό αντίξοες συνθήκες, τώρα ήρθε η ώρα να τα καταφέρουμε και να πάρουμε τη θέση που αξίζουμε στην αγορά.