Κατατέθηκε την Πέμπτη στη Βουλή η τροπολογία του υπουργείου Οικονομίας για τον εξωδικαστικό μηχανισμό, που προβλέπει παράταση της ισχύος του εξωδικαστικού μηχανισμού για ένα έτος. Η τροπολογία κατατέθηκε στο νομοσχέδιο “Επείγουσες ρυθμίσεις αρμοδιότητας Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής”.
“Η παράταση του νόμου Κατσέλη, θα δοθεί έως το τέλος του έτους με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου μέχρι τη διαμόρφωση του νέου πλαισίου”, διευκρίνισε στη Βουλή ο υπουργός Οικονομίας Γιάννης Δραγασάκης.
Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση:
“Με την παράγραφο 3 επιδιώκεται η παράταση του χρονικού διαστήματος ισχύος του εξωδικαστικού μηχανισμού από 31.12.2018 σε ένα ακόμη έτος (μέχρι τις 31/12/2019), προκειμένου να επιτρέψει την πρόσβαση σε περισσότερες επιχειρήσεις.
Οι αλλαγές που περιλαμβάνει η τροπολογία έχουν ως εξής:
– Με τις παρ. 1 και 4 αντιμετωπίζεται το μεγάλο ζήτημα των μη επιχειρηματικών οφειλών, η ύπαρξη των οποίων πολλές φορές οδηγούσε τους πιστωτές σε μη συμμετοχή στη διαδικασία, η οποία λόγω ακριβώς της μη συμμετοχής, αυτή απέβαινε άκαρπη. Με τη σκοπούμενη διάταξη, δίδεται η δυνατότητα στον πιστωτή να εξαιρέσει αυτή την μη επιχειρηματική οφειλή, εφόσον κρίνει ότι η ρύθμισή της δεν είναι απαραίτητη για την εξασφάλιση της βιωσιμότητας του οφειλέτη, και να συνεχίσει τη διαδικασία με τις λοιπές επιχειρηματικές οφειλές του οφειλέτη, προκειμένου να συζητήσει την αναδιάρθρωση αυτών.
– Με την παρ. 2 επιδιώκεται η τροποποίηση της υπάρχουσας διάταξης αναφορικά με τους μικρούς πιστωτές, οι οποίοι ηθελημένα έχουν μείνει εκτός ρύθμισης του εξωδικαστικού προκειμένου να αποφύγουν απομείωση των απαιτήσεών τους. Η πράξη κατέδειξε ότι τα τεθέντα όρια είναι πολύ υψηλά, αφήνοντας εκτός εξωδικαστικού απαιτήσεις υψηλές. Με τη σκοπούμενη διάταξη επιδιώκεται η μείωση των ορίων αυτών, προς όφελος του αιτούντος οφειλέτη, καθώς θα μπορεί να βάλει στη ρύθμιση και απαιτήσεις άνω των πεντακοσίων χιλιάδων ευρώ, προστατεύοντας παράλληλα τις τυχόν απαιτήσεις εργαζομένων από αναδιάρθρωση, καθότι συνήθως είναι μικρότερες.
– Με την παρ. 5 αντιμετωπίζεται το ζήτημα της επιβολής μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης από πιστωτές μεσούσης της διαδικασίας του εξωδικαστικού μηχανισμού, και ενώ είναι ακόμα σε εκκρεμότητα λόγω της λήψης αλλεπάλληλων παρατάσεων επί των προθεσμιών του νόμου. Έτσι, με τη σκοπούμενη διάταξη επιδιώκεται η απαγόρευση λήψης μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης επί περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη από πιστωτή, όταν η διαδικασία είναι εκκρεμής λόγω των παρατάσεων που ο ίδιος ο πιστωτής έχει ζητήσει.
– Mε τις παρ. 6, 7 και 8 επιδιώκεται η απαλλαγή του οφειλέτη από τυχόν ανατροπές της σύμβασης και συνακόλουθα τον κίνδυνο αναβίωσης των οφειλών του προς το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης όταν έχει ικανοποιήσει πλήρως τους πιστωτές αυτούς στο πλαίσιο της σύμβασης αναδιάρθρωσης που επετεύχθη μέσω του εξωδικαστικού συμβιβασμού.
– Με τις παρ. 9 και 10 ορίζεται ότι η ποινική δίωξη για το αδίκημα του άρθρου 25 ν. 1882/90 ή για τα αδικήματα του α.ν. 86/67, αναστέλλεται υποχρεωτικά όταν έχει ξεκινήσει η διαδικασία διαπραγμάτευσης. Η ρύθμιση αποσκοπεί στη διασφάλιση ομαλού κλίματος διαπραγμάτευσης, το οποίο θα διακυβευόταν, αν παράλληλα με τη διαδικασία διαπραγμάτευσης εξελισσόταν ποινική διαδικασία σε βάρος του οφειλέτη, αναφορικά με τις προς ρύθμιση οφειλές.
– Με την παρ. 11 επιδιώκεται η επέκταση της δυνατότητας περισσότερων οφειλετών όπως ρυθμίσουν διμερώς τις οφειλές τους προς το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης. Έτσι, επεκτείνεται το πεδίο εφαρμογής του νόμου και καταλαμβάνει τόσο τους οφειλέτες που έχουν οφειλές προς το δημόσιο τομέα οι οποίες αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το δεκαπέντε τοις εκατό (15%) επί του συνόλου των οφειλών τους, όσο και οφειλέτες οι οποίοι υπέβαλαν αίτημα για την συνολική εξωδικαστική διευθέτηση των οφειλών τους κατά το άρθρο 4, αλλά η διαδικασία διαπραγμάτευσης απέβη άκαρπη λόγω μη επίτευξης απαρτίας των πιστωτών και συγκεκριμένα λόγω άρνησης συμμετοχής σε αυτόν από πιστωτές του ιδιωτικού τομέα.
– Με την παρ. 12 επιδιώκεται η αύξηση των ορίων του ποσού των οφειλών για τις οποίες μπορεί να τηρηθεί απλοποιημένη διαδικασία ρύθμισης, με τυποποιημένη πρόταση ρύθμισης και τυποποιημένη αξιολόγηση βιωσιμότητας. Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνεται η παροχή ρυθμίσεων μέσω του εξωδικαστικού συμβιβασμού προς περισσότερους αιτούντες οφειλέτες και με ταχύτερους ρυθμούς, αφού έτσι εξοικονομούνται πόροι, που θα έπρεπε να δαπανήσουν οι πιστωτές για την εξατομικευμένη εξέταση του αιτήματος ρύθμισης.