Επιστήμονες στην Αυστραλία ανέπτυξαν ένα νέο τεστ αίματος, το οποίο μπορεί να ανιχνεύσει οποιονδήποτε καρκίνο στο σώμα μέσα σε δέκα λεπτά το πολύ. Το φθηνό και απλό καθολικό τεστ, που ανιχνεύει τις διαφορές στο DNA των καρκινικών, από εκείνο των υγιών κυττάρων, δίνει ελπίδες ότι στο μέλλον θα είναι εφικτή η έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου, ώστε και οι θεραπείες να είναι πιο αποτελεσματικές.
Το τεστ δεν μπορεί -τουλάχιστον προς το παρόν- να αποκαλύψει ούτε σε ποιο σημείο του σώματος βρίσκεται ο καρκίνος, ούτε πόσο προχωρημένος είναι, όμως δίνει μια έγκαιρη προειδοποίηση στους γιατρούς για να ψάξουν περισσότερο το ζήτημα. Ιδίως για καρκίνους όπως του παγκρέατος ή των ωοθηκών, που δίνουν ελάχιστα προειδοποιητικά σημάδια, προτού οι όγκοι εξαπλωθούν, το νέο τεστ μπορεί να αποδειχθεί σωτήριο.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή Χημείας Ματ Τράου του Πανεπιστημίου της Κουίνσλαντ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό “Nature Communications”, σύμφωνα με τις βρετανικές «Γκάρντιαν» και «Ιντιπέντεντ», εξέφρασαν αισιόδοξοι ότι το τεστ μπορεί να «πιάσει» σχεδόν οποιονδήποτε καρκίνο. Το τεστ μέχρι στιγμής έχει ευαισθησία περίπου 90%, δηλαδή είναι σε θέση να ανιχνεύσει περίπου 90 στις 100 περιπτώσεις καρκίνου.
Η μέθοδος βασίζεται στο ότι το DNA των καρκινικών κυττάρων προσκολλώνται γερά στα νανοσωματίδια του χρυσού, πράγμα που δίνει μια άμεση ένδειξη κατά πόσο υπάρχει καρκίνος σε ένα άνθρωπο, ακόμη και αν δεν έχουν εκδηλωθεί συμπτώματα της νόσου. Αν υπάρχουν καρκινικά κύτταρα κάπου στο σώμα, ένα υγρό που χρησιμοποιείται στο τεστ, αλλάζει χρώμα σε ροζ και αποκαλύπτει έτσι την παρουσία τους αμέσως, ενώ αν υπάρχουν μόνο υγιή κύτταρα, το υγρό παίρνει μπλε χρώμα.
«Η τεχνική μάς επιτρέπει τη μη επεμβατική ανίχνευση του καρκίνου μέσα σε μόνο δέκα λεπτά από το πλάσμα του αίματος και τo DNA μέσα σε αυτό. Πιστεύουμε ότι η απλή αυτή μέθοδος μπορεί να αποτελέσει μια καλύτερη εναλλακτική λύση σε σχέση με τις υπάρχουσες τεχνικές για τη διάγνωση του καρκίνου», δήλωσε ο Τράου. Αν αυτό όντως συμβεί, τότε πολλές διερευνητικές βιοψίες (π.χ. του προστάτη) θα καταστούν περιττές, αφού ο γιατρός θα ξέρει ήδη αν κάποιος έχει καρκίνο ή όχι.