Βελτίωση στους τομείς διαχείρισης στερεών αποβλήτων, επεξεργασίας αστικών λυμάτων και προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος, διαπιστώνει η μέχρι στιγμής επισκόπηση της κατάστασης από την Κομισιόν, ενόψει κατάρτισης της έκθεσης που θα δημοσιοποιηθεί το 2019. Ωστόσο, η Ελλάδα έχει τις περισσότερες, μετά την Ισπανία, υποθέσεις παράβασης της Κοινοτικής νομοθεσίας για το περιβάλλον (συνολικά 24), για τις οποίες έχει πληρώσει πρόστιμα άνω των 100 εκατ. ευρώ από το 2014 μέχρι σήμερα.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα σχετικά στοιχεία που παρουσιάστηκαν στις Βρυξέλλες:
-Στον τομέα της διαχείρισης στερεών αποβλήτων έχει σημειωθεί πρόοδος ως προς την κατάστρωση στρατηγικού πλαισίου σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο, τη διαχείριση επικίνδυνων αποβλήτων και τη μείωση του αριθμού των παράνομων χωματερών. Οι χωματερές είναι ο βασικός λόγος για τον οποίο η χώρα μας πληρώνει πρόστιμα, καθώς παραμένουν ακόμη 57 ανοιχτές ή σε διαδικασία αποκατάστασης. Όμως όταν ξεκίνησε η διαδικασία παράβασης ήταν περισσότερες από 1000 και το 2014 παρέμεναν πάνω από 300. Πρόκληση αποτελεί, επίσης, το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος των οικιακών αποβλήτων καταλήγει σε χώρους υγειονομικής ταφής (81% έναντι 31% που είναι ο μέσος όρος της ΕΕ) και μόνο το 16% ανακυκλώνεται (27% στην ΕΕ) ενώ ο στόχος για την ανακύκλωση είναι να φθάσει στο 50% ως το 2020.
-Στον τομέα της επεξεργασίας αστικών λυμάτων έχουν εκπονηθεί στρατηγικά σχέδια ανά Περιφέρεια, με τεχνική βοήθεια από την ΕΕ. Όμως και σε αυτόν τον τομέα έχουν επιβληθεί πρόστιμα για την έλλειψη βιολογικού καθαρισμού στην ανατολική Αττική και το Θριάσιο.
-Και στην προστασία του φυσικού περιβάλλοντος, η πρόοδος περιλαμβάνει την ψήφιση του νόμου 4519/2018 για την διοίκηση των προστατευόμενων περιοχών Natura, το έργο Life IP 4 Natura για το φυσικό περιβάλλον και την βιοποικιλότητα που είναι σε εξέλιξη καθώς και την σημαντική επέκταση του δικτύου Natura 2000 σε θαλάσσιες περιοχές.
Τομείς στους οποίους καταγράφονται υψηλές επιδόσεις από την Ελλάδα είναι η ποιότητα των υδάτων κολύμβησης (το 97,2% με στοιχεία του 2015 ήταν εξαιρετικής ποιότητας) και τα ποσοστά συμμόρφωσης ως προς τις μικροβιολογικές και χημικές παραμέτρους για το πόσιμο νερό (99-100%). Στον αντίποδα ανησυχία εξακολουθεί να προκαλεί η ποιότητα του αέρα στην Ελλάδα και ειδικότερα η ρύπανση από διοξείδιο του αζώτου και μικροσωματίδια.